Γενάρης
Άσπρα τα μαλλάκια μου,
μύτη σαν παντζάρι
και στα ποδαράκια μου
οι καλικαντζάροι.
Ρίχνω στο ταγάρι μου
άλλον ένα χρόνο.
(Άχ μωρέ Γενάρη μου,
φύγε και κρυώνω!)
Τώρα άλλος κάνει σκι
στις ψηλές ραχούλες,
κι άλλος κουκουλώνεται
μ’ έξι κουβερτούλες.
Φλεβάρης
Δυό γιορτές παράξενες
ο Φλεβάρης κρύβει,
του Άγιου Τετράδιου
και του Άη Μολύβη.
Γράφε και μουτζούρωνε
κι άντε πάλι σβήνε,
οι χειρότερες γιορτές
τούτες σαν να είναι!
Έχει όμως κι άλλες δυό
κι έτσι δε με μέλλει,
του Αγίου Παίζουμε
και του Άη Τεμπέλη.
Πότε τρελοδιάβασμα
πότε τρελοπάρτυ,
φεύγει ο Κουτσοφλέβαρος
σέρνοντας το Μάρτη.
Μάρτης
Να η Άνοιξη, σιμώνει.
Καλημέρα, χελιδόνι!
Γεωργός τον κάμπο σκάβει
και χρυσά σποράκια θάβει.
Μάρτη μου, καιρό που κάνεις!
Βάλθηκες να μας τρελάνεις.
Όλα ο ουρανός σου τα ‘χει:
Βήχα, πυρετό, συνάχι.
Μια γελάς και μια μου κλαις,
αποφάσισε τι θες.
Μήνα που όλο αλλάζεις γνώμη
Και ποτέ δεν λες συγγνώμη!
Απρίλης
Όμορφο, ξανθό παιδί
Μέθυσε και τραγουδεί.
Ανοιχτά έχω τα χείλη
και γι’ αυτό με λεν Απρίλη.
Οι καρδιές μπροστά μου ανοίγουν
και τα χρώματα όλα σμίγουν,
και στο μωβ της ανεμώνας
σβήνει, χάνεται ο χειμώνας.
Τώρα γύρω πασχαλιές
και παντού μοσχοβολιές.
Τώρα αγάπες και φιλιά
και Ψευτοπρωταπριλιά.
Μάης
Καταπράσινη πλαγιά
κι όλη η Γη παλάτι.
Έφτασε η Πρωτομαγιά
η γιορτή του εργάτη.
Προχωράω και κρατώ
Ήλιο – μαργαρίτα.
Τώρα κρύψε το παλτό
και μπλουζάκι ζήτα.
Στου Μαγιού καθίσαμε
το σκαλοπατάκι
κι όλο ονειρευόμαστε
το καλοκαιράκι.
Ιούνης
Ό,τι με κόπο έσπειρες
στο περσινό χωράφι
πάρε του ήλιου το σπαθί
και θέρισε χρυσάφι.
Ιούνη, καλημέρα!
Άνοιξη τώρα, γειά!
Μεγάλωσε η μέρα,
τη νύχτα κυνηγά.
Κι όσα γράμματα έμαθες
με χίλια – δυό ξενύχτια,
σαν τα διαμάντια θα τα βρεις
μες στης ζωής τα δίχτυα.
Η σάκα στο ντουλάπι
μαζί με την ποδιά.
Ποδήλατο, πατίνι
και χίλια παγωτά.
Ιούλης
Έφτασε του τζίτζικα
Τώρα η εποχή.
Φεύγετε να φεύγουμε
για την εξοχή.
Το κορμάκι σου κοιτώ,
όμορφή μου Ελλάδα.
Πεύκο καταπράσινο
κι άσπρη αχιβάδα.
Μπήκαν οι διακοπές,
πρώτη του μηνός.
Πεπονάκι κίτρινο,
μαύρος αχινός.
Άδειο το δωμάτιο
πώς στενοχωριέται!
Και το ημερολόγιο
μόνο του βαριέται.
Αύγουστος
Στου καλοκαιριού τα χείλια
μαύρα σύκα και σταφύλια.
Τρέξτε, πάρτε, βρέ παιδιά,
απ’ τ’ Αυγούστου την ποδιά.
Ύπνο, ψάρεμα και τσάρκα
με της ξενοιασιάς τη βάρκα.
Πήρ’ ο αγέρας να φυσά,
πάν’ τα μπάνια τα μισά!
Αύγουστε, κυρ – Αύγουστε,
φούρναρη εσύ, σωστέ!
Είπαμε να μας ζεστάνεις,
όχι και να μας ξεκάνεις!
Σεπτέμβρης
Πρώτη μέρα του Σεπτέμβρη
στο σπιτάκι σου θα σ’ έβρει.
Δεύτερη σαν ξημερώνει
στην αλάνα, στο μπαλκόνι.
Έξι, εφτά, οχτώ κι εννιά
γέμισε η γειτονιά.
Δεκαπέντε και δεκάξι
δάσκαλοι, παιδιά στην τάξη.
Και η είκοσι σαν μπαίνει
τι δουλειά σε περιμένει!
Από εικοσιδυό και πέρα
όλο και μικραίνει η μέρα.
Και στο τέλος του μηνός
δάκρυ βγάζει ο ουρανός.
Οκτώβρης
Το καλοκαίρι που ‘φυγε
στην πόλη μην το ψάχνεις.
Στο δάσος, πίσω έμεινε
στα δίχτυα μιας αράχνης.
Στους θόρυβους
και στους καπνούς
ποτέ σου δεν θα το ‘βρεις.
Λοιπόν, βολέψου με αυτά
που σου ‘φερε ο Οκτώβρης.
Άντε πάλι διάβασμα,
άντε πάλι πάρτυ,
άντε τηλεόραση
ως τον άλλο Μάρτη.
Νοέμβρης
Άρχισε να βρέχει
σήμερα σχολείο δεν έχει.
Έχει μόνο ξάπλες,
περιοδικά και άπλες.
Νοέμβρη, όλα τα παιδιά
τα ‘χεις συναχωμένα
και δείχνουν τα θερμόμετρα
τριανταεφτά και ένα!
Πάρε μιαν ομπρέλα,
κάνε την βαρκούλα κι έλα!
Δυό ζεστά να πιούμε
και ανέκδοτα να πούμε.
Άλλοι πίσω απ’ το τζάμι τους
γελάνε και χαζεύουν
κι άλλοι σκυμμένοι στις πλαγιές
ελίτσες, δες, μαζεύουν.
Δεκέμβρης
Τα παπούτσια σέρνω
εμπρός, παιδιά!
Δέστε τι σας φέρνω
μες στην ποδιά.
Χίλια δώρα, πίτες
και λιχουδιές.
Ο Δεκέμβρης είμαι
με τις γιορτές.
Κάλαντα και πάλι
σου τραγουδώ
Γέλασε μαζί μου,
να σε χαρώ!
Είναι το κορμί μου
όλο γλυκά
κι όμορφη η ψυχή μου
σαν τη φωτιά.