Για κάποιους προχθές ήταν απλά Τρίτη απόγευμα, για άλλους η μέρα προσκλητηρίου των Νεκρών του δυστυχήματος των Τεμπών.
Στο κάτω μέρος του Συντάγματος η ζωή συνεχιζόταν κανονικά, ψώνια, φωτογραφίες κάτω από το Χριστουγεννιάτικο δέντρο, σχέδια για το Χριστουγεννιάτικο τραπέζι, άγχος να μην αργήσει το λεωφορείο…Τα φώτα στα παράθυρα της Βουλής σχεδόν όλα σβηστά, ντράπηκε η ντροπή και κρύφτηκε πίσω από το δάκτυλο της και τις κλειστές γρίλιες. Περιμένουν να ξεχαστεί και αυτό όπως όλα τα άλλα, να παραποιηθεί η ιστορία στο πέρασμα του χρόνου, να αλλοιωθούν οι μνήμες.
Προχθές, 12/12/23 στο Σύνταγμα, ο κόσμος που μαζεύτηκε δήλωσε ξεκάθαρα ότι δεν θα ξεχάσει και δεν θα επιτρέψει να ξεχάσει κανείς. Για 57, τουλάχιστον, οικογένειες ο χρόνος σταμάτησε στις 28/2/23, οι δείκτες του ρολογιού της ζωή τους έμειναν οριστικά παγωμένοι 23:22. Ηχεί στα αυτιά μου ακόμα σπαρακτικός ο πατέρας που είπε ότι ήρθε στο κάλεσμα γιατί του σκότωσαν το κορίτσι του. Το σκότωσαν. Εν καιρό ειρήνης και δημοκρατίας. Τα παιδιά του κόσμου δολοφονούνται.. σε ένα δρομολόγιο ρουτίνας με το τραίνο. Ακόμα αιωρούνται στον αέρα τα «θα φτάσω αργά» «κοιμήσου, θα αργήσω» «θα στείλω όταν φτάσω».
Μια μάνα μιλάει στο μικρόφωνο και σαρκάζει στους υπευθύνους να κοιμούνται ήσυχοι γιατί τα δικά τους τα παιδιά είναι ακόμα κοντά τους, ζωντανά. Στα δικά τους σπίτια πάντα θα μένει μια καρέκλα αδειανή, 57 πιάτα άδεια στο τραπέζι.
Σύνταγμα 12.12.23 Πλατεία Συντάγματος.
Πανό ανοιγμένα, κραυγές με μαύρη και κόκκινη μπογιά, ένα κορίτσι μόνο στην άδεια πλατεία, κρατάει στην αγκαλιά της δύο άσπρα τριαντάφυλλα, χέρια ενώνονται και αφήνουν λευκά φανάρια στον ουρανό. Κάλεσμα του Συλλόγου Πληγέντων του Δυστυχήματος Τεμπών. Να είμαστε εκεί κάθε φορά. Ξανά και ξανά. Μέχρι να αποδοθεί δικαιοσύνη, για αυτούς που έμειναν και για αυτούς που έφυγαν. Να μην ξεχάσουμε. Να μην τους αφήσουμε μόνους. Ενός λεπτού σιγή πριν το τέλος στη μνήμη των νεκρών. Μόνο ένα λεπτό όμως, γιατί ησυχία κάνουμε μόνο όταν κοιμούνται τα παιδιά όχι όταν τα σκοτώνουν…