Πόση αλήθεια αντέχεις;
Αφού κρυφτούμε πίσω από τις αδυναμίες και τα λάθη
των δικών μας ανθρώπων, των φίλων και των γνωστών.
Αφού καταραστούμε για μία ακόμα φορά την Τουρκοκρατία, τους ξένους και τους πατροπαράδοτους εχθρούς μας.
Αφού αποφύγουμε τις ερωτήσεις των παιδιών μας, αλλάζοντας κανάλια και κουβέντα, προφασιζόμενοι κούραση και φορτωμένο πρόγραμμα.
Αφού όλα αυτά, λοιπόν, ας αναλογιστούμε για κάποιες γενικότερες σκέψεις που οφείλουμε στον εαυτό μας, που απαιτούν ειλικρίνεια, ανασκόπηση και αυτογνωσία. Τα απαραίτητα, δηλαδή, για να αλλάξει ίσως κάτι!
Ευχαριστούμε τους τέσερεις φίλους και φίλες που ανταποκρίθηκαν σε μία δύσκολη συμμετοχή σε αυτό το μικρό αφιέρωμα!
Καλή χρονιά!
ΑΝΑΣΑ | της Αθηνάς Χατζηαθανασίου
Αναπνοή. Η διαδικασία με την οποία ο άνθρωπος προσλαμβάνει οξυγόνο και αποβάλλει το διοξείδιο του άνθρακα. Το ξέρατε ότι όσο μεγαλώνουμε και η αναπνοή μας αργεύει; Γερνάει κι αυτή και πάει κουτσαίνοντας, χαμένη μέσα σε ένα πλήθος από σφριγηλά άγχη που δε χάνουν ποτέ τη νεανική τους ορμή.
Κι όμως, αυτή η ανάπηρη αναπνοή κόβει βόλτες στα πνευμόνια μας πάνω από 20.000 φορές την ημέρα. Όσες φορές κι αν την πολέμησα, επιστρέφει στον κανονικό της ρυθμό. Κάποτε την σπρώχνω να πάει πιο γρήγορα, άλλοτε να σταματήσει. Και είναι έμπειρη η αναπνοή. Όσες φορές κι αν την συνταράζω, εκείνη επανέρχεται στον κανονικό της ρυθμό, με πατερίτσα της τη ζωή που ξεχνάω να ζήσω, για να μου δώσει οξυγόνο και να ξεράσει όλα τα άχρηστα και τοξικά, εκείνα που επιμένω να κρατάω.
Και τα ονομάζω «απλώς άγχος», μία «φυσιολογική σωματική και ψυχική αντίδραση» απέναντι στη ζωή. Άγχω σημαίνει πνίγω, άρα «απλώς άγχος» σημαίνει «απλώς πνίξιμο». Και πόσο απλό, τελικά, είναι να στραγγαλίζω καθημερινά τον εαυτό μου; Για να γίνω όλα αυτά που «πρέπει» να γίνω, γιατί αν «δεν γίνω», «δεν είμαι» κι αν «δεν είμαι» τι είμαι;
Και είναι πολλοί αυτοί οι ρόλοι που μου έχουν δοθεί. Από μένα; Από άλλους; Ούτε μπορώ να το διακρίνω πια. Ρόλοι που έχουν μία ιδιαίτερη σχέση με το χρόνο. Δεν είναι τυχαίο ότι ένας τόνος είναι όλη κι όλη η διαφορά ανάμεσα στη λέξη «ρόλοι» και στη λέξη «ρολόι». Κι ο τόνος προηγείται στους ρόλους. Έτσι, ενώ το ρολόι μόλις έδειξε 01:06, εγώ και οι ρόλοι μου είμαστε ήδη 01:07. Πρέπει να τον προλαβαίνεις τον χρόνο, αλλιώς ένα τεράστιο ρολόι κάνει σεισμό μεγέθους 7,8 τικ τακ και γκρεμίζει το πέτρινο οικοδόμημα με τα βαθιά θεμέλια που λέγεται «ελέγχω τα πάντα» — τι αρχιτεκτονικό έκτρωμα!
Πρέπει να ξυπνάω το πρωί, όταν χτυπά το ξυπνητήρι, για να προλάβω. Πρέπει να μπω σε μία παρέλαση από αυτοκίνητα που προσπαθούν να προλάβουν. Και αν βρεθώ στη δίνη της προσπάθειας του άλλου να προλάβει, μπορεί να φάω ή και να δώσω καμία μούντζα. Πρέπει να προλάβω να φτάσω στη δουλειά μου. Πρέπει να είμαι καλή στη δουλειά μου για να προλάβω να πετύχω. Πρέπει να είμαι ευγενική. Εκτός από όταν οδηγώ φυσικά! Εκεί μπορώ να είμαι όσο αγενής θέλω — ουφ τι ελευθερία! Πρέπει να είμαι καλή φίλη και καλή σύντροφος. Κι αν δεν έχω αρκετούς φίλους ή σύντροφο, πρέπει να βρω. Πρέπει να είμαι όμορφη, αδύνατη και να ντύνομαι ωραία. Όχι με το δικό μου γούστο, αλλά μ’ εκείνο της μόδας. Αλλά να μην είναι και πολύ χοντροκομμένο το παπούτσι που φοράω, δεν είναι κομψό. Να μην φοράω πολύ έντονα χρώματα και τραβάω την προσοχή, σαν ένα ακόμη punctum του Roland Barthes, αλλά ούτε και πολύ σκούρα χρώματα, γιατί τότε δεν δείχνω αρκετά ευτυχισμένη. Να μην φοράω πολύ κοντή φούστα, γιατί είμαι και ψηλή και όλοι θα κοιτάνε τα πόδια μου. Και κάποιοι θα ικανοποιήσουν τη φιλαρέσκειά μου, λέγοντάς μου πόσο ωραία πόδια έχω, αλλά κάποιοι άλλοι θ’ αρχίσουν τα σεξιστικά σχόλια «πού έχεις να πας μετά;», «ε δεν έβαλες αυτή τη φούστα χωρίς λόγο, κάποιον θα δεις» ή μάλλον «κάποιος θα σε δει». Γιατί εγώ πρέπει να ντύνομαι –και να υπάρχω– για τους άλλους που με βλέπουν. Πρέπει να μην θυμώνω, πρέπει να χαμογελάω και κυρίως… ποτέ να μην καταρρέω. Τουλάχιστον όχι μπροστά στους άλλους.
Μπορώ να το κάνω πίσω από τις κλειστές πόρτες, για ώρες. Και μετά να νιώθω ενοχές που τα δάκρυα και τα αναφιλητά έχουν μία ατέλειωτη απόλαυση και να νομίζω ότι κάτι δεν πάει καλά με μένα. Γιατί δεν πρέπει να κλαίω. Αυτή η φυσιολογική διαδικασία της αναπνοής, η πρώτη αντίδρασή της όταν γεννιόμαστε, μπαίνει στη λίστα με τα απαγορευμένα, ως ένδειξη αδυναμίας και απώλειας ελέγχου. Και προς θεού! Δεν πρέπει να χάνουμε τον έλεγχο! Ευτυχώς δεν είμαι άντρας και μπορώ να κλαίω πού και πού. Αν και, όταν το κάνω, πρέπει να το κάνω στρατηγικά, γιατί θέλω κάτι να πετύχω, ως γυναίκα που είμαι.
Και μετά απ’ όλα αυτά πρέπει να κοιμηθώ. Πρέπει να κοιμηθώ για να ξυπνήσω και να προλάβω… Και είναι εκείνες οι φορές που τόσο την έχω πολεμήσει την αναπνοή και με εκδικείται σαν πέφτω να κοιμηθώ. Γίνεται εκκωφαντική, φωνάζοντας δυνατά όλα εκείνα τα άχρηστα και τοξικά που δεν την άφησα να ξεράσει. Κι είναι κι εκείνες οι άλλες, που η ερωτευμένη αναπνοή συγχρονίζεται με μία άλλη ερωτευμένη αναπνοή κι ο χρόνος σταματά και πια δεν έχεις τίποτα να προλάβεις. Και τότε παραδίνομαι σ’ αυτήν την αυτονόητη λειτουργία, εισπνοή-εκπνοή, εισπνοή-εκπνοή, που άλλοτε την κάνει πιο δυναμική η επιθυμία κι άλλοτε την καθησυχάζει η αγκαλιά. Και κοιμάμαι. Και τότε δεν έχω πια κανέναν έλεγχο. Και η έμπειρη αυτή η αναπνοή με πάει όπου θέλει. Και τότε ανασαίνω.
Και τα ονομάζω «απλώς άγχος», μία «φυσιολογική σωματική και ψυχική αντίδραση» απέναντι στη ζωή. Άγχω σημαίνει πνίγω, άρα «απλώς άγχος» σημαίνει «απλώς πνίξιμο». Και πόσο απλό, τελικά, είναι να στραγγαλίζω καθημερινά τον εαυτό μου;