Υπάρχει ένας αόρατος μανδύας που μας περιβάλλει, από τα πιο μικρά μας χρόνια: είναι ο τρόπος που τρώμε, ο τρόπος που βαδίζουμε, ο τρόπος που χαιρετούμε τους ανθρώπους.
Είναι τόσες οι φιγούρες της πόλης ετούτης και τόσο ενδιαφέρουσες, με την όποια εκείνη χάρη ή παραξενιά διαθέτουν…
Είναι πυκνό και πλούσιο δάσος η πόλη και εμείς πετούμενα μέσα σε αυτό.
Αν ήταν να κελαηδούν μόνο τα καλλίφωνα, βουβή θα ΄ταν η πόλη, μονότονη και βαρετή.
Δ. Μ.
Παπαγάλος, ο σαματατζής
Αφασία ο σαματατζής στην πόλη. Βάζει τις φωνές με το παραμικρό, βάζει τις φωνές επειδή έχουν βάλει άλλοι τις φωνές και δεν μπορεί να ακούει. Κάνει θόρυβο προσπαθώντας να τραβήξει την προσοχή και το καταφέρνει. Είναι η διαχειρίστρια της πολυκατοικίας που όλη μέρα παραπονιέται για τους ένοικους και όλο λέει πως θα τα παρατήσει. Είναι ο παράξενος γείτονας που γκρινιάζει συνεχώς για τις ώρες κοινής ησυχίας, για το παρκάρισμα μας που έφαγε 2 θέσεις αντί μία που δικαιούνταν. Είναι οι άνθρωποι της 3ης ηλικίας που κάθε μέρα διαμαρτύρονται πως χάλασε ο κόσμος και η γενιά. Σαματά στην πόλη κάνει ο βιαστικός οδηγός επειδή ο μπροστινός του δεν γκάζωσε ακριβώς το δευτερόλεπτο που έγινε πράσινο το φανάρι. Δεν είναι μωρέ κακοί οι παπαγάλοι, κουραστικοί είναι και λένε τα ίδια συνέχεια αλλά δίνουν ήχο και ένταση στην μονοτονία από την οποία συχνά πάσχει η πόλη.
Περιστέρι, ο κοινός
Πολλά τα περιστέρια στην Αθήνα, πολλοί και οι κοινοί άνθρωποι. Δεν είναι κακό να είσαι κοινός, απλά δεν είσαι διαφορετικός. Οκ, πάνε με το ρεύμα οι κοινοί και έτσι πράττουν εκ του ασφαλούς, δεν έχουν κάτι να φοβηθούν. Δεν θα κεντρίσουν τα βλέμματα τα άσχημα ποτέ, ούτε τα καλά όμως. Ίσως να μην φταίνε και οι ίδιοι, να φταίει η καθημερινότητα που ο δημόσιος υπάλληλος σαν ρομπότ κάθε μέρα θα κάνει το ίδιο δρομολόγιο για το γραφείο του, θα γυρίσει σπίτι και θα δει ανέκφραστος τις ειδήσεις και το σουκού θα πάει ένα σινεμά και βόλτα τα παιδιά. Γεμάτο το Σύνταγμα με περιστέρια ιδανικά για μία φωτό, μία όμως, τα βαριέσαι μετά, δύσκολα να βγάλεις δεύτερη. Γεμάτη η πόλη με κοινούς, βοηθούν την ροή του σήμερα, χωρίς σασπένς αγαπούν την υπακοή, το ναι σε όλα και την μάζα.
Κουκουβάγια, ο κουλτουριάρης
Την χρειάζεται την κουλτούρα η πόλη σαν τι… Είναι τόσο μεγάλη η εξέλιξη και η υποταγή στην μάζα και στην μόδα που αποτελεί εξαίρεση στον κανόνα πλέον. Την φιγούρα του κουλτουριάρη θα την συναντήσεις σε θεματικά καφέ των Εξαρχείων και σε ουζερί με live ρεμπέτικη μουσική. Ντύνεται όπως τον βολεύει, δεν τον ενδιαφέρει να είναι ασορτί, ούτε στιλάτος, ούτε κυριλέ, είναι κουλτούρα. Θα μετακινηθεί με τα μέσα ή με το ποδήλατο του, άντε και με κάνα σκαραβαίο που θες να φωτογραφίσεις. Έχει μούσια στάνταρ ο άντρας της κουλτούρας, καπνίζει πίπα αρωματική ή στριφτά τσιγάρα. Είναι πολύ τύπισσα η κουλτουριάρα γυναίκα, φοράει αέρινα ρούχα και της αρέσουν τα μαντήλια, οι σκούφοι, τα κασκόλ και τα πολλά αξεσουάρ σε έντονα χρώματα. Θα τους δεις στις πορείες να φωνάζουν για τις ιδέες τους και να επαναστατούν. Θα τους βρεις στα αναγνωστήρια και στις βιβλιοθήκες, λατρεύουν τον διάλογο. Εύκολα θα μπεις στον κόσμο τους δύσκολα θα τους βάλεις στο δικό σου.
Γεράκι, ο κινητικός
Είναι τόσο δυναμικό το γεράκι. Είναι γεμάτο όρεξη για ζωή, γεμάτο ενέργεια. Κινείται συνεχώς χωρίς να βαριέται. Ίσως, μάλλον σίγουρα κάποιοι το ζηλεύουν, θα ήθελαν να είναι σαν και αυτό. Κινητικοί στη πόλη είναι πρώτοι από όλοι οι φοιτητές. Δεν τους σταματάει, ούτε τους ρίχνει τίποτα. Πρωί πρωί γεμίζουν τα αμφιθέατρα στου Ζωγράφου, στον Πειραιά, στο Αιγάλεω και σε όλα τα σημεία που εδρεύουν τα πανεπιστήμια, τα ΤΕΙ και τα ΙΕΚ βρέξει χιονίσει. Λατρεύουν το πήγαινε-έλα, είτε με τα πόδια, είτε με την συγκοινωνία. Στην μια άκρη της πόλης κοιμούνται, στην άλλη σπουδάζουν, στο κέντρο καφεδιάζονται, στο απόκεντρο τα πίνουν. Δεν έχουν αφήσει απάτητο ούτε ένα εκατοστό στην πόλη ετούτη. Είναι κινητικοί από επιλογή, από νιάτα, από τρέλα. Υπάρχουν και τα κινητικά γεράκια κατ΄ ανάγκη όπως οι ντελιβεράδες με κρύο και με ζέστη, οι ταξιτζήδες που οργώνουν την άσφαλτο 24 ώρες το εικοσιτετράωρο. Θέλουν χώρο πολύ και αέρα τα γεράκια, δεν τους χωρά το σπίτι. Μην κάνεις το λάθος να τους περιορίσεις…
Παγόνι, ο έμμορφος
Πολύ όμορφο το παγόνι, πολύ όμως… Ξεχωρίζει ανάμεσα στους πολλούς και όπου βρεθεί. Είναι ο άνθρωπος που ελκύει τα βλέμματα, τις καλές κριτικές και τον θαυμασμό. Είναι η κοπέλα που θα περάσει και θα αφήσει τους άντρες με ανοιχτό το στόμα και τις κοπέλες των ανδρών αυτών με τα νεύρα κρόσσια. Οι έμμορφοι άνθρωποι ομορφαίνουν άσχημα μέρη και άσχημες καταστάσεις. Δίνουν χρώμα στο γκρίζο της πόλης και ξυπνούν με την παρουσία τους αυτούς που είναι ένα τσακ πριν να τους πάρει ο ύπνος. Περπατούν καμαρωτοί. Τους αρέσει να αρέσουν και έχουν γνώση του κάλλους που διαθέτουν. Λατρεύουν να κάνουν εντύπωση, φουσκώνουν σαν παγώνια οι άνθρωποι αυτοί από υπερηφάνεια, τους αρέσει να φαίνονται και να δείχνονται. Ενοχλεί η επιδειξιομανία τους τόσο, που κάποιες φορές χάνεται η ομορφιά. Είναι κυρίαρχοι και δέσμιοι της ομορφιάς. Μπορούν να εκμεταλλευτούν τους πάντες με την εμφάνισή τους. Αυτό διαθέτουν. Ότι διαθέτει ο κατάλογος σερβίρεται άλλωστε.
Κύκνος, ο αριστοκράτης
Δεν είναι πολλοί οι αριστοκράτες στην Αθήνα, άλλωστε δεν έχει σημασία η ποσότητα αλλά η ποιότητα. Όταν λέμε αριστοκράτες δεν εννοούμε τους πλούσιους, εννοούμε τους άριστους. Αυτούς που σέβονται και τηρούν στο χιλιοστό τους άγραφους κανόνες του σαβουάρ βιβρ, τους ευγενικούς, τους ηθικούς, τους περήφανους με όλη την θετική και την τιμητική έννοια. Είναι οι γιαγιάδες και παππούδες στην Φωκίωνος Νέγρη που φορούν κλασικά ρούχα, πέρλες, καπέλα ψάθινα και γυαλιά Rayban. Κρατούν μαγκούρες για να έχουν ισορροπία ή τους κρατούν αγκαζέ τα παιδιά ή οι «νταντάδες» τους, αλλά αυτοί περπατούν με το κεφάλι ψηλά. Περπατούν αργά με σηκωμένο ανάστημα, σικ ντύσιμο, μαλλί κομμωτηρίου περιποιημένοι στην πένα πάντα. Είναι αυτοί που το ευχαριστώ και το παρακαλώ είναι τοπ λέξεις στο λεξιλόγιό τους. Είναι εκλεπτυσμένοι μέσα-έξω και δεν επιτρέπουν σε κανένα να επέμβει και να αλλοιώσει την αριστοκρατία τους. Δεν τους αγγίζουν οι όποιες αλλαγές υπάρχουν, οι άσκημες συμπεριφορές, η πάροδος του χρόνου…
Καρακάξα, η πολεμοχαρής
Έχει θέματα ο πολεμοχαρής πολλά. Έχει νεύρα άπειρα και ψάχνει να εκτονώσει την έντασή του. Του φταίει ο ήλιος της πόλης, τα σύννεφα της, η βροχή, η ζέστη το κρύο. Ο καφές που του σερβίρουν δεν είναι σχεδόν ποτέ όπως τον ήθελε και θα διαμαρτυρηθεί για αυτό. Θα κάνει χαμό για το παραμικρό και θα εμπλακεί σε κάθε είδους φασαρία και καβγά. Αυτός θα δημιουργήσει πόλεμο με το γείτονα για τα πάντα, θα επιτεθεί στο γκαρσόνι για το σέρβις του μαγαζιού, στην δασκάλα του παιδιού του για τους χαμηλούς βαθμούς, στους φίλαθλους της αντίπαλης ομάδας από την δική του, στους αντίθετους κομματικά και θρησκευτικά από αυτόν. Μιλάει πάντα δυνατά και εριστικά. Ασκεί βία λεκτική συνεχώς και σωματική όπου τον παίρνει. Αυτός δεν φταίει πουθενά. Φταίει το σύστημα, φταίνε οι μετανάστες, φταίει η ανεργία. Αδικημένος πολύ νιώθει ο πολεμοχαρής αν τον ρωτήσεις, ίσως μάλιστα συγκινηθείς και με όσα σου πει πως βιώνει (μπουχαχα).
Γύπας, ο κλέφτης
Αρπακτικός τύπος ο γύπας, αρπακτικός και επιθετικός. Πετάγεται με ύπουλο τρόπο και σου παίρνει αυτά που σου ανήκουν. Γύπας είναι ο άνθρωπος στη πόλη που θα σου πάρει την σειρά, ενώ εσύ περιμένεις στην ουρά στο ταμείο. Είναι ο τύπος που θα κλέψει το στυλ του ντυσίματος σου, τις ατάκες σου, ακόμα και την γκόμενά σου. Εκείνο που τους ελκύει είναι αυτό που κρατάς και όχι αυτό που υπάρχει. Τους αρέσουν τα έτοιμα και τα ξένα. Υπάρχουν γύπες κατ΄ ανάγκη στη Αθήνα, γύπες για την δόση τους, γύπες για ένα ευρώ να πάρουν κάτι να φάνε. Πρέπει να ΄χεις τα μάτια σου 14 με αυτούς, έχουν δύναμη, μυαλό και πολύ δυνατές αισθήσεις. Βλέπουν το ωραίο, μυρίζονται το ακριβό, ακούν που έχει πολλά κεράσια, έχουν μακρύ και ελαφρύ χέρι και δεν τους καταλαβαίνεις όταν σε ακουμπούν…
Σπουργίτι, ο φτωχός
Κοινωνικό είναι το σπουργιτάκι του Χειμώνα και σχετίζεται πολύ με τον άνθρωπο, δεν ζει μακριά από αυτόν. Σπουργίτι είναι ο φτωχός άνθρωπος όπως διάλεξε ο λαός να τον χαρακτηρίσει. Τρέχει να φάει ότι απέμεινε από τους καλοφαγάδες. Είναι γαμώτο γεμάτοι οι κάδοι των σκουπιδιών με ανθρώπους σπουργίτια. Είναι γεμάτη με την κατάσταση και την πείνα που επικρατεί η Αθήνα, με ανθρώπους που θα έρθουν να σε ρωτήσουν αν μπορούν να πάρουν το κομμάτι το κέικ ή το κουλουράκι που ήρθε δώρο με τον καφέ στο τραπέζι σου. Είναι αυτοί που θα σου απλώσουν το χέρι με ανοιχτή παλάμη ζητώντας κάτι να τους δώσεις. Προτιμούν τα παγκάκια και τους χώρους κοντά στα δέντρα να κατασκηνώσουν και να περάσουν την νύχτα τους. Δεν αποδημεί η φτώχεια από πάνω τους, την έχουν συνηθίσει πια, έχουν μάθει να τρώνε λίγο σαν σπουργιτάκια και να μη κελαηδούν γιατί ξέρουν πως δεν έχει ακροαματικότητα η φωνή τους. Κανείς δεν τους ακούει..
Κότα, η κότα
Τι να φταίει μωρέ και η κοτούλα στην φύση της είναι να ΄χει φτερά και να μην μπορεί να πετάξει στον αέρα. Δεν έχει κάτι να σου πει ή να σου προσφέρει πέρα από τα αυγά και κάθεται στα αυγά της. Δεν έχει φιλοδοξίες ο τύπος αυτός ούτε όνειρα ή για να είμαστε ακριβείς και να έχει δεν τα ξεστομίζει, δεν τα τολμάει καν. Είναι ο τύπος που όταν του ρίξεις ένα άγριο βλέμμα στο λεωφορείο αμέσως θα σηκωθεί από την θέση του να στην παραχωρήσει. Είναι ο εργαζόμενος που παρέχει πνευματική ή χειρωνακτική εργασία και αφήνει το κάθε αφεντικό να τον εκμεταλλεύεται ως εκεί που πάει γιατί δεν πιστεύει στον εαυτό του. Αφεντικό η κότα δεν θα γίνει ποτέ, περιττό να το πούμε… Θα κρυφτεί πίσω από τους άλλους να μην φανεί, θα πάρει τηλέφωνο κρυφά την αστυνομία να επέμβει σε μικροπράγματα που ίδιος φοβάται να πάρει μέρος. Δεν θα κάνει ποτέ την πρώτη κίνηση για το οτιδήποτε, θα συμφωνήσει ακόμη και αν διαφωνεί.