Μια άλλη όψη του αντιπάλου
Είναι δύσκολο να ακούσεις τον αντίπαλο. Και μάλιστα εάν αυτός είναι που σου επιτέθηκε πρώτος. Οι Ιταλοί φαντάροι έγραφαν γράμματα προς τους δικούς τους ανθρώπους, πάθαιναν κρυοπαγήματα, πολεμούσαν άλλοι γιατί πίστευαν στο καθεστώς Μουσολίνι, άλλοι γιατί τους πρόσταξε η πατρίδα τους… και άλλοι γιατί δεν μπορούσαν να κάνουν αλλιώς. Όπως λέει ο Άντζελο Σαρατσίνι: «Δυστυχώς οι τελευταίες εξελίξεις, τόσο στην Ευρώπη όσο και στον κόσμο, αποδεικνύουν πως η ιστορία δεν μας έχει διδάξει σχεδόν τίποτα: το να λαθεύεις είναι ανθρώπινο, το να επιμένεις όμως, είναι καταχθόνιο-διαβολικό (errare umanun est perseverare est diabolicum). Η 28η είναι μια αφορμή για στοχασμό και διάλογο ανάμεσα στον ιταλικό και τον ελληνικό λαό».
Υπάρχουν πολλές στιγμές θαμμένες κάτω από το ΟΧΙ των Ελλήνων και την ήττα των Ιταλών. Ο πόλεμος χωρίζει ανθώπους, κοινωνίες, έθνη. Πάντα όμως υπάρχει και μία άλλη πλευρά, μακρυά από τα επίσημα ανακοινωθέντα, τις προπαγανδιστικές αφίσες, τις ηρωικές εξιστορήσεις. Ελάχιστα από αυτά χωρέσαν στις επόμενες σελίδες.
[Από: Immagini, σ.9]
Ανθρώπινες απώλειες
Ιταλοί Έλληνες
Νεκροί: 13.755 13.408
Τραυματίες: 50.874 42.485
Παθόντες κρυπαγήματα
ή παγόπληκτοι: 12.368 10.000
Αγνοούμενοι: 25.067 4.253
(οι πιο πολλοί φονευθέντες στη μάχη)
Σύμφωνα με ιταλικές και ελληνικές πηγές (στο SME, La campagna, τ.1, σ. 943 αναφέρεται, ότι για τις ελληνικές απώλειες αντλήθηκαν πληροφορίες από έγγραφα του ελληνικού υπουργείου στρατιωτικών, κατά την περίοδο της ιταλογερμανικής Κατοχής.
[Από: Nicola della Volpe, Esercito, σ.180]
[Από την περιοδοκή έκδοση: anni di guerra. Fotostoria del secondo conflitto mondiale visto dalle due parti in lotta, n.9 (agosto 1961)]

Μια ιταλική μαρτυρία για τον ελληνο-ιταλικό πόλεμο
(σχόλιο και μετάφραση Νίκου Μοσχονά)
Ένα απόσπασμα από το μυθιστόρημα του Ιταλού συγγραφέα Luigi Preti, Giovinezza, Giovinezza, Α΄ έκδοση: Αrnoldo Mondadori Editore 1964. Στο έργο αυτό που τιτλοφορείται με τις πρώτες λέξεις του ύμνου του ιταλικού φασιστικού κόμματος, ο Πρέτι εκθέτει και κρίνει τα δέκα χρόνια της ιταλικής ιστορίας από το 1935 έως το 1945, τα χρόνια της φασιστικής διακυβέρνησης και της πολεμικής εμπλοκής, της αντιφασιστικής αντίστασης, της συνθηκολόγησης και της πολιτικής αλλαγής στην Ιταλία. Γεννημένος στη Φερράρα το 1914, ο Λουίτζι Πρέτι σπούδασε νομικά και φιλολογία· χρημάτισε δικηγόρος, καθηγητής στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση, πανεπιστημιακός, πολιτικός και συγγραφέας. Αρχικά δραστηριοποιήθηκε στο πλαίσιο των Πανεπιστημιακών Φασιστικών Ομάδων (GUF), αλλά αποστασιοποιήθηκε αντιδρώντας στη ρατσιστική πολιτική του Μουσολίνι. Στη διάρκεια του πολέμου υπηρέτησε στον στρατό ως αξιωματικός, δικάστηκε απο στρατοδικείο ως αντιφασίστας και τελικά πέρασε στην αντίσταση. Μετά την απελευθέρωση εντάχθηκε στο Ιταλικό Σοσιαλιστικό Κόμμα Προλεταριακής Ενότητας (PSIUP) και μετά τη διάσπασή του (1947) εντάχθηκε στο Ιταλικό Σοσιαλιστικό Δημοκρατικό Κόμμα (PSDI) με το οποίο πολιτεύθηκε. Πέθανε στη Μπολόνια το 2009.
Πού είναι αυτή η Κορυτσά;
Ήταν στις 28 Οκτωβρίου· μέρα γιορταστική, που είχε τιμηθεί με ιδιαίτερη επισημότητα η επέτειος της «Πορείας προς τη Ρώμη».1 Ο νέος γύριζε σπίτι κατά το βράδυ, όταν μπροστά στην καγκελόπορτα της «Εφημερίδας της Παντούζα» ανταμώθηκε μ’ ένα φίλο που εργαζόταν στη σύνταξη της εφημερίδας. Από αυτόν έμαθε το νέο της τελευταίας ώρας. Στη διάρκεια της μέρας ο Μουσολίνι και ο Χίτλερ είχαν συναντηθεί απρόοπτα στη Φλωρεντία· την ίδια στιγμή τα ιταλικά στρατεύματα της Αλβανίας είχαν εισβάλει στην Ελλάδα.
Ο νεαρός δεν συγκρατιόταν άλλο· «Πάντα σπουδαίος ο Ντούτσε! Φέτος γιορτάζεται η επέτειος της φασιστικής επανάστασης κανονίζοντας τους λογαριασμούς μ’ έναν άλλο προβοκάτορα… Σύντομα θα δούμε την τρίχρωμη2 πάνω στην Ακρόπολη!»
O Tζούλιο άκουσε χωρίς να σχολιάσει και γύρισε σπίτι βιαστικά. Δεν κατάφερνε να καταλάβει τον λόγο εκείνης της ξαφνικής επίθεσης σ’ ένα έθνος ανίσχυρο και φτωχό, που δεν μπορούσε να απειλήσει κανένα κι επιδίωκε μόνο να το αγνοούν.
Και στο καφέ «Τορίνο» η είδηση έγινε δεκτή με έκπληξη. Αλλά κανένας δεν είχε ανησυχίσει, γιατί ήταν κοινή γνώμη ότι η εκστρατεία στην Ελλάδα θα είχε οπωσδήποτε λήξει σε λίγες εβδομάδες. Δεν ήταν η Ιταλία το πολεμικό έθνος των οχτώ εκατομμυρίων λογχών, που είχε κατατροπώσει με θράσος τους εχθρούς στην ανατολική Αφρική και στην Ισπανία;3 Ακόμα κι εκείνοι οι πολέμιοι του καθεστώτος, που αντιλαμβάνονταν τη στρατιωτική μπλόφα του Μουσολίνι, δεν σκέφτονταν πως οι ιταλικές στρατειές θα μπορούσανε να σκοντάψουν στο ελληνικό πετραδάκι.
Το απίστευτο, αντίθετα, πραγματοποιήθηκε. Για μερικές μέρες το πολεμικό δελτίο μιλούσε για γρήγορες ιταλικές προελάσεις, έπειτα έγινε εχέμυθο. Αλλά φρόντιζε ο σταθμός του Λονδίνου να λέει την αλήθεια για τις ταπεινωτικές ιταλικές αποτυχίες στους όλο και περισσότερους ακροατές του στη χερσόνησο.4 Οι συγκρούσεις του ελληνο-αλβανικού μετώπου ήταν σαν ένα κουδούνι κινδύνου· και στο καφέ «Τορίνο», όπως σ’ ολόκληρη την Ιταλία, ανοίξανε ξαφνικά τα μάτια τους πολλοί μυαλωμένοι, που είχανε κοιμηθεί ήσυχα για χρόνια με το κεφάλι κουκουλωμένο, μέσα στην τυφλή εμπιστοσύνη σ’ ένα Μουσολίνι που τα σκεφτόταν όλα. Κατάλαβαν ότι ο πόλεμος δεν ήταν ο άνετος περίπατος που μιλούσαν γι’ αυτόν στους πρώτους μήνες της σύρραξης.
Ο Τζούλιο έμεινε κατάπληκτος μπροστά στις ατυχίες του ελληνικού μετώπου. Δεν μπορούσε να διανοηθεί ότι οι στρατιώτες της Ιταλίας ήτανε τόσο δειλοί και ανίκανοι, ώστε να μην αντέξουν τη σύγκριση με τους ταλαίπωρους Έλληνες χωρικούς, που τους πέταξαν ξαφνικά να πολεμήσουν πάνω στα βουνά της Ηπείρου. Στο καφέ «Τορίνο» περνούσε από τραπέζι σε τραπέζι το ειρωνικό αστείο της στιγμής: «Χάνουμε την Ελλάδα, αλλά στους στρατηγούς φτάνει να γλυτώσουν το γαλόνι».5 Όμως ο Τζούλιο καταλάβαινε ότι το να ρίχνει κανείς το λάθος στους στρατηγούς μπορούσε να είναι ένα βολικό άλλοθι για το καθεστώς: κι έμενε με την ιδέα ότι οι Ιταλοί αξιωματικοί δεν ήταν χειρότεροι από τους αξιωματικούς των άλλων εθνών, εξαιρώντας τη Γερμανία. Όσο για τα όπλα και τα εφόδια, έστω κι αν ήταν λίγα, έφταναν για να συντρίψουν δέκα φορές την Ελλάδα. Δεν γινόταν λοιπόν ν’ αποφύγει κανείς το συμπέρασμα: η ήττα ήταν ο καρπός του ερασιτεχνικού και ασυγχώρητου αυτοσχεδιασμού εκείνου που είχε θελήσει την επιχείρηση χωρίς να την προετοιμάσει. Με την αλβανική καταστροφή – σκεφτόταν ο Τζούλιο – διακυβευόταν με τρόπο ανεπανόρθωτο το στρατιωτικό κύρος της Ιταλίας.… Ο Μουσολίνι είχε καταφέρει να γίνει υπεύθυνος της πιο καυτής ταπείνωσης της ιστορίας της Ιταλίας από την ενοποίησή της. Το βάθρο, που πάνω σ’ αυτό ο νέος είχε υψώσει το είδωλο της νιότης του, είχε οριστικά συντριβεί· και του απόμενε μόνο ένα μεγάλο κενό στην καρδιά.
Πώς είχε μπορέσει να είναι έτσι ανόητος ώστε να μη το καταλάβει πιο μπροστά; Κι όμως είχε τσακωθεί χίλιες φορές με τον Τζορντάνο για να υπερασπιστεί τον Ντούτσε! Τελευταία, είχε φτάσει ακόμη και να φιλονικεί με τον αδελφό του, που ήθελε ν’ ακούει τον ραδιοφωνικό σταθμό του Λονδίνου, επειδή η ακρόαση εκείνων των εκπομπών, που έφτυναν δηλητήριο κατά του Μουσολίνι, του είχε φανεί πράξη απιστίας προς την εμπόλεμη πατρίδα. Ήταν λυπηρό, τώρα, να πρέπει να ντρέπεται για εκείνο τον ζήλο.
Μόλις στις 22 Νοεμβρίου έφτασε η επίσημη ομολογία της ήττας με το πολεμικό δελτίο αριθ. 168, που παραδεχόταν την απώλεια της αλβανικής κωμόπολης της Κορυτσάς. Ο Τζούλιο βρισκόταν στο καφέ «Τορίνο» ακριβώς τη στιγμή της εκπομπής. Όλοι σηκώθηκαν όρθιοι, μόλις το ραδιόφωνο ανάγγειλε το δελτίο. Πολλοί στάθηκαν ακόμη και προσοχή. Το να κάνει κανείς επίδειξη ζήλου, σε τελική ανάλυση, δεν έβλαπτε! Ακόμα και οι δύο καφετζήδες σταμάτησαν να ετοιμάζουν καφέ και ποτό και πλησιάσανε.
Το τέλος της εκπομπής το ακολούθησε μια αμήχανη σιωπή. Καθένας κοίταζε ν’ αποφύγει το βλέμμα των άλλων. Έπειτα από ένα ολόκληρο λεπτό ο κωμωδιογράφος Μποττόνι έσπασε τη σιωπή, ρωτώντας δυνατά:
«Πού είναι αυτή η Κορυτά;»
Κανείς δεν απάντησε.
1. Στα ιταλικά Marcia su Roma, το φασιστικό πραξικόπημα της 27-28 Οκτωβρίου 1922 που είχε αποτέλεσμα την κατάληψη της εξουσίας από τον Μουσολίνι. Η ημερομηνία επιλέχθηκε σκόπιμα για την κήρυξη του πολέμου κατά της Ελλάδας.
2. Στα ιταλικά la tricolore, η τρίχρωμη ιταλική σημαία.
3. Αναφορά στον αποικιοκρατικό πόλεμο της φασιστικής Ιταλίας στη Σομαλία και στην Αιθιοπία, αλλά και στην ένοπλη υποστήριξη του Φράνκο στην Ισπανία.
4. Εννοεί την ιταλική χερσόνησο, την Ιταλία.
5. Λογοπαίγνιο με τις λέξεις Grecia (Ελλάδα) και greca (μαίανδρος, σειρήτι, γαλόνι).
Αφήγηση, επ’ ευκαιρίας της 28ης Οκτώβρη μιας Ελληνοϊταλίδας
(Ασπασία Damiano-Κασιμάτη)

Γεννήθηκα στην Αθήνα απο πατέρα Ιταλικής καταγωγής από την Σμύρνη Μικράς Ασίας και από μητέρα Ελληνίδα από τον Βουρλά Μικράς Ασίας.
O NIKOLA DAMIANO/Δαμιανός καταγόταν από παλαιά οικογένεια τυπογράφων της Βενετίας του 15ο αιωνα απ’ όπου ως εκδότες τύπωναν και ελληνικά βιβλία.
Γύρω στο 1800 η οικογένεια βρέθηκε στηνΣμύρνη ανοίγοντας και εκεί τυπογραφείο, που γρήγορα έγινε ονομαστό. Ο πατέρας του, Αργύρης-Erinco είχε παντρευτεί ελληνίδα, την Μαρία Σιγάλα κόρη δασκάλου από την Πάρο.
Ο Νικόλας, νεαρός στη Σμύρνη με την έναρξη του πρώτου μεγάλου πολέμου το 1915, κατατάχθηκε εθελοντής στον ιταλικό στρατό. Εκεί στις υψηλές κορφές των Δολομιτών στα σύνορα Ιταλίας και ΑυστροΟυγγαρίας και συγκεκριμένα στο βουνό MONTE ROSSO στις 15 Αυγουστου 1915 την εορτή της Παναγίας τραυματίστηκε σοβαρά μένοντας όκτω μήνες σε σανατόριο/νοσοκομείο. Για την συμμετοχή του στον πόλεμο το ιταλικό κράτος τον τίμησε με δυο μεταλλία ανδρείας ενώ λόγω της βλάβης που υπέστη συνταξιοδοτήθηκε ως ανάπηρος πολέμου.
Οι σκληρές στιγμές του πολέμου αλλά και της αλληλοβοήθειας και αλληλεγγύης στο σανατόριο κατά τη διάρκεια της ανάρρωσης διαμόρφωσαν τις απόψεις του και την ιδεολογική του τοποθέτηση, παραμένοντας ως το τέλος της ζωής του ενεργός σοσιαλιστής συνδικαλιστής.
Η οικογένεια Δαμιανού, με την καταστροφή της Σμύρνης το 1922, αποφάσισε να έρθει στην Αθήνα.
Μετά από ένα, δυό χρόνια η οικογένεια άνοιξε ένα μικρό τυπογραφείο όπου τύπωναν καταλόγους εστιατορίων και προγράμματα κινηματογράφων.
Ο πατέρας μου ερχόμενος από την Ιταλία αρχικά δουλέψε ως αρχιμάστορας τυπογράφος στον εκδοτικό οίκο ΠΥΡΣΟΣ και στην συνέχεια στα τέλη της δεκαετίας του ‘20 άνοιξε το δικό του τυπογραφείο, πρώτα στην οδό Εμμ. Μπενάκη και στην συνέχεια στην οδό Σολωμού. Εκτός των άλλων εντύπων που τύπωνε είχε εξιδείκευση στις αφίσες-μονόφυλλα, εισιτήρια θεάτρου, κινηματογράφου και βιβλία.
Σαν τυπογράφος θεωρούσε αυτονόητο εμείς τα παιδιά του να μορφωθούμε όσο περισσότερο γίνεται πιστεύοντας σε μια πολύπλευρη γνώση που μας την πρόσφερε όσο το επέτρεπαν οι συνθήκες.
Κήρυξη πολέμου
Πρωί της 28ης Οκτωβρίου ξημερώματα ήρθαν και συνέλαβαν τον πατερα μου. (Όπως μάθαμε αργότερα, είχαν συλληφθεί όλοι οι άντρες Ιταλοί υπήκοοι, κάτοικοι Ελλάδας). Στην αρχή, όσους ήταν από την Αθήνα-Πειραιά τους μετέφεραν στο στρατόπεδο Ιππικού του Ελληνικού Στρατού (στους σταύλους) που ήταν στο Γουδί. Θυμάμαι ότι ξεκινάγαμε με τα πόδια από την οδό Τοσίτσα που μέναμε με την μαμά μου, μέρα, παράμερα και του πηγαίναμε φαγητό και ρούχα. Όταν οι Γερμανοί βομβάρδιζαν τον Πειραιά, τους κρατούμενους τους μετέφεραν σε ένα στρατόπεδο στην Κοκκινιά.
Εμείς όταν χτυπούσαν οι σειρήνες πηγαίναμε στο υπόγειο-καταφύγιο του αρχαιολογικου μουσείου που ήταν απέναντι από το σπίτι μας.
Κατά τη φυλάκισή του στο στρατόπεδο στο ΓΟΥΔΙ, ο πατέρας μου ανέβαινε σε ένα τραπέζι και κουνώντας τα χέρια του σαν να κολύμπαγε έλεγε: έτσι θα φυγεί και ο Μουσολίνι από την Αλβανία.
Όταν κατέλαβαν οι δυνάμεις του Άξονα την Ελλάδα κάποιοι πληροφόρησαν στους φασίστες Ιταλούς το τι έκανε ο Νικόλας οπότε και συνελήφθει και μεταφέρθηκε στις φυλακές Αβέρωφ στην Αθήνα. Εκεί τον δίκασαν ως προδότη της Ιταλίας και τον καταδίκασαν σε θάνατο, στέλνοντάς τον στο μεγαλο στρατόπεδο συγκέντρωσης που είχαν δημιουργήσει στη Λάρισα.
Εγώ και η μαμά μου προσπαθώντας να τον σώσουμε πηγαίναμε και στεκόμασταν κρατόντας στα χέρια μας το χαρτί του αριστείου ανδρείας του, έξω από τα διοικητήρια των Ιταλών στην Αθήνα. Καταφέρναμε έτσι να παίρνουμε παράταση στην εκτέλεση της ποινής του.
Στο τυπογραφείο οι κατακτητές μας κατασχέσαν όλο το χαρτί που είχαμε στην υπόγεια αποθήκη.
Κατοχή
Κατά την διάρκεια της κατοχής η μαμά μου πούλαγε διάφορα πράγματα αξίας από το σπίτι μας για να πάρει τρόφιμα στη μαύρη αγορά. Δεν μπορώ να ξεχάσω τους δεκαδες ανθρώπους που ήταν πεθαμένοι στον δρόμο, από την πείνα, αλλά και τα καροτσάκια που τους μετέφεραν.
Τον Σεπτέμβρη του 1943 η φασιστική Ιταλία παραδίδεται στους συμμάχους. Από το στρατόπεδο συγκέντρωσης της Λάρισας απελευθερώνεται ο πατέρας μου και επιστρέφει στην Αθήνα. Κατά την διάρκεια της κατοχής το τυπογραφείο μας τύπωνε παράνομα αντιστασιακά έντυπα όλων των πολιτικών αποχρώσεων και είχε το ψευδώνυμο ΤΥΠΟΙΣ ΣΤΑΛΙΓΚΡΑΝΤ.
Στο σπίτι μας κρύβαμε αρκετές φορές πρώην Ιταλούς στρατιώτες. Ο πατέρας μου συμμετείχε στο Κέντρο Οργάνωσης Ιταλών αντιφασιστών τυπώνοντας αντίστοιχα έντυπα και προκυρήξεις.
Μετά την απελευθέρωση της Ελλάδας απ’ τον Άξονα τον Οκτώβρη του 1944 το τυπογραφείο μας συνεχίζει να τυπώνει έντυπα κυρίως του ΕΑΜ και του ΚΚΕ, όπως αναφέρει και στο βιβλίο του ο στρατηγος του ΕΛΑΣ Στέφανος Σαράφης.
Μετά τον Δεκέμβρη του 1944 δημιουργήθηκε μια δύσκολη πολιτική κατάσταση. Πολλίι αριστεροί αντιστασιακοί συλλαμβάνονται.
Το 1946 και ο πατέρας μου συλλαμβάνεται ξανά. Τον στέλνουν εξορία στην Ικαρία ως πολιτικό κρατούμενο όπου παρέμεινε εκεί εξόριστος οκτώ μήνες. Ίσως να ηταν ο μοναδικός Ιταλός υπήκοος που το ελληνικό κράτος έστειλε εξορία μετά τον πόλεμο.
Aπομαγνητοφώνηση-επεξεργασία φωτογραφιών: Μανόλης Κασιμάτης
Φωτογραφικό αρχείο: Πολιτιστική εταιρεία ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΖΟΝΤΑΣ/ http://eteriafotografizontas.blogspot.gr/



Ε.Λ.Α.Σ. – ΠΙΝΕΡΟΛΟ
Από 12 Σεπτεμβρίου έως 13 Οκτωβρίου 1943
Τι προέβλεπε το πρωτόκολλο συνεργασίας
Υπεγράφη στις 4μ.μ. της 11ης Σεπτεμβρίου 1943, στο χωριό Πύλη. Οι όροι του συνοπτικά σύμφωνα με τον Στέφανο Σαράφη: «Όσοι από τους Ιταλούς ήθελαν να πολεμήσουν, θα κρατούσαν τον οπλισμό τους και ωσότου προσαρμοστούν στον ανταρτοπόλεμο θα χρησιμοποιούνταν κατά μικρά τμήματα χωρισμένα (λόχοι, τάγματα) και θα έπαιρναν θέση ανάμεσα στα αντάρτικα τμήματα. Αργότερα, όλη μαζί η ιταλική δύναμη θα έπαιρνε υπεύθυνα έναν τομέα. Ο στρατηγός Ινφάντε με ένα μικρό επιτελείο θα έρχονταν στην έδρα του Κοινού Γενικού Στρατηγείου (στο Περτούλι) για την παροχή πληροφοριών και την έκδοση σχετικών διαταγών για τα τμήματά του. Τη διατροφή θα αναλάμβαναν οι Άγγλοι υπό τους όρους που είχαν κανονίσει για τους αντάρτες. Όσοι από τους Ιταλούς δεν ήθελαν να πολεμήσουν, θα αφοπλίζονταν και θα κλείνονταν σε στρατόπεδα συγκέντρωσης. Το υλικό εκείνων που θα αφοπλίζονταν θα το παραλάμβαναν κατά τόπους αντάρτικα τμήματα, θα καταγράφονταν και θα μοιράζονταν μεταξύ των οργανώσεων, ανάλογα με τη δύναμή τους, όπως και το υλικό των συμμάχων που έριχναν τα αεροπλάνα». (Σαράφης, σελ.187)
Σχέσεις ανταρτών και Ιταλών
Μετά την υπογραφή της συμφωνίας μεταξύ ιταλικών και ελληνικών στρατευμάτων άρχισαν να δημιουργούνται προστριβές μεταξύ του Ε.Λ.Α.Σ. και των ιταλικών στρατευμάτων. Οι προστριβές ήταν κυρίως πολιτικές αλλά και συμπεριφοράς. Πολλοί αξιωματικοί της Πινερόλο, πιστοί στο καθεστώς του Μουσολίνι, δεν μπορούσαν να ανεχτούν αυτή τη συμφωνία και έκαναν συστηματική προπαγάνδα ενάντια στον Ε.Λ.Α.Σ. Για την κατάσταση αυτή που επικρατούσε στα ιταλικά στρατεύματα ελάμβανε γνώση ο Ε.Λ.Α.Σ. διά μέσου δικτύου πληροφοριών με Ιταλούς αντιφασίστες που είχε δημιουργήσει στο εσωτερικό τους. Σε αντιστάθμιση της προπαγάνδας αυτής, αναπτύχθηκε ένα αντιφασιστικό κίνημα που καλλιεργούσε τη συναδέλφωση με τον Ε.Λ.Α.Σ. και τους Έλληνες πατριώτες για την αντιμετώπιση του κοινού εχθρού. Με πολυγράφους του Ε.Λ.Α.Σ. τυπώνονταν αντιφασιστικά κείμενα και προκυρήξεις. Σύμφωνα με τον Μ. Μπουκουβάλα «ηγέτης αυτής της προσπάθειας ήταν ένα νέος όμορφος Ιταλός, ο Νίνο». Όμως στις αρχές του Οκτωβρίου, Ιταλοί σταρτιώτες ασφαλείας συλλαμβάνουν τον Νίνο μαζί με έναν Ιταλό αντιφασίστα. Το Σύνταγμα της Αόστης συγκροτεί έκτακτο Στρατοδικείο και εκτελεί τους δύο Ιταλούς. Πέραν αυτών, δημιουργούνται διάφορα έκτροπα και στις σχέσεις ανταρτών και ιταλικών δυνάμεων, με υπαιτιότητα των πρώτων. Αναμφισβήτημες περιπτώσεις βρέθηκαν από την έρευνα, σε περιεχόμενο διαταγών του Γενικού Στρατηγείου του Ε.Λ.Α.Σ. προς τις εμπλεκόμενες μονάδες, όπου έγιναν τα διάφορα επεισόδια.



Γιάννης Μπεράτης, Το πλατύ ποτάμι, β’ έκδοση
Αδέλφια Έλληνες
Η εξέλιξη της «υπόθεσης Πινερόλο»
Στις 14/10/43, ο Ε.Λ.Α.Σ με μια αστραπιαία επιχείρηση, αφοπλίζει το μέρος της Μεραρχίας που είχε στρατοπεδεύσει στην περιοχή Μουζακίου Καρδίτσας και στην Τύρνα, στην Πίνδο. Οι Ιταλοί εσπευσμένα οδηγούνται, για λόγους ασφαλείας, στην περιοχή της Νεράιδας όπου βρισκόταν τότε το αεροδρόμιο.
Στις 17/10/43 αρχίζουν μεγάλης κλίμακας γερμανικές εκκαθαριστικές επιχειρήσεις. Στα τέλη Νοεμβρίου φτάνουν στη Νεράιδα, όπου είναι ήδη συγκεντρωμένοι 6.000 Ιταλοί. Καταστρέφουν και καίνε τα πάντα στο χωριό μαζί με όλες τις αποθήκες τροφίμων, παίρνουν τα τρόφιμα και δολοφονούν αρκετούς Ιταλούς ασθενείς, νοσηλευόμενους στο πρόχειρο νοσοκομείο εκεί. Μετά το πέρας των γερμανικών επιχειρήσεων, οι Ιταλοί επιστρέφουν στη Νεράιδα, όπου αντιμετωπίζουν έναν τραγικό χειμώνα έως τα τέλη Μαρτίου του 1944, οπότε ο Ε.Λ.Α.Σ. και η Βρετανική Αποστολή αποφασίζουν να τους διοχετεύσουν σε οικογένειες χωρικών, για να γλιτώσουν από βέβαιο θάνατο. Με ελάχιστη τροφή και χωρίς στοιχειώδη ένδυση, μην έχοντας μέρος για να κοιμούνται, άρρωστοι, χωρίς φαρμακευτική υποστήριξη, οι εξαντλημένοι οργανισμοί τους δεν αντέχουν και πεθαίνουν κατά εκαντοντάδες. Υπολογίζονται περίπου σε 1.000 αυτοί που αποβιώνουν την περίοδο μεταξύ Νοεμβρίου του ’43 και Μαρτίου του ’44, στη Νεράιδα.
Μαρτυρίες Ιταλών
Μαρτυρία που κατατέθηκε από τον Τζοβάνι Τζιράουντι, επιζών της σφαγής στην Κεφαλονιά, στο διεθνές συνέδριο που έγινε στην ιταλική πόλη Τσεζένα, από τις 27/9 έως τις 3/10 του 1987.
Λέει ο Μάριο Μπαούλε (υπηρετούσε στον 7ο λόχο του 2/14 τάγματος στα Πευκάκια: Μετά μια μέρα που πέρασε με διαταγές και ανακλήσεις, το βράδυ της 11ης Σεπτεμβρίου, η στρατιωτική διοίκηση αρνήθηκε το σχέδιο, να δεχτούν την πρόσκληση των ανταρτών για συνεργασία. Ο λόχος μας μαζί με μια πυροβολαρχία αρνήθηκε τις διαταγές και, αφού συμφώνησε με τους Έλληνες, κατευθύνθηκε προς το βουνό[…]
Ο Λούτζι Μπερέτα, ραδιοτηλεγραφιτής, αναφέρει ότι με σύμφωνη γνώμη του αρχηγού του τμήματος πετάξαμε τους κώδικες στη φωτιά, καταστρέψαμε τις μονάδες R2 και R4 και χωρίς καμιά συμβουλή, το σούρουπο μαζί με λίγους ακόμη πήραμε το δρόμο προς το βουνό […]
Ο Σεβερίνο Κορόνα, σε υπηρεσία στην αυτόνομη μονάδα Πυροβολικού 100/17, προσδιορίζει τη βασική αιτία της επιλογής του, αποδεικνύοντας ότι το περιεχόμενο της ανακωχής ήταν επαρκώς κατανοητό για όποιον ήθελε να το αντιληφθεί. Η διαταγή του αρχιστράτηγου Μπαντόλιο ήταν αυτή: Συνεργασία με τα αγγλο-αμερικάνικα στρατεύματα και φυσικά με τους Έλληνες παρτιζάνους, καθώς και άμυνα έναντι αυτών που θα μας επιτεθούν.
Τι να κάνουμε; Όλοι συμφωνήσαμε να πάμε με τους παρτιζάνους. Μόνο μια πυροβολαρχία, που ο Διοικητής της ήταν φασίστας, πήγε με τους Γερμανούς. Ξεκινήσαμε με ελαφρύ οπλισμό, με συνοδεία ανταρτών.
Ομόλιο:
Τα μεσάνυχτα της 11ης Σεπτεμβρίου, καταφθάνει ο διερμηνέας των Ιταλών Μιχ. Τσουνάς. Αυτός προσφέρει κρυφά τις υπηρεσίες του στην αντίσταση.
“Ο Τσουνάς οδηγεί τώρα τους Έλληνες στο ιταλικό οχυρό και αρχίζει να καλεί τους Ιταλούς να παραδοθούν. Οι εκκλήσεις τους καθώς και οι εκδηλώσεις εγκαρδιότητας, αναστατώνουν τους Ιταλούς. Σε λίγο στα οχυρά, μέσα στο σκοτάδι, ξεσπούν γέλια και χαρές. Έλληνες και Ιταλοί συναδελφωμένοι ξεσπούν σε ιαχές «Finita la Guerra». Οι Ιταλοί μαζί με τους αξιωματικούς, που στο μεταξύ είχαν γυρίσει, προσχωρούν στους αντάρτες. Οι κάτοικοι ρίχνονται και μεταφέρουν τα εφόδια των Ιταλών μακριά από το χωριό. Τα πυροβόλα σέρνονται με ζώα προς δασωμένο μέρος για απόκρυψη. Τα αετόπουλα σβήνουν κάθε ίχνος από τις ρόδες’’ (Αρσενίου)
Κάποια συμπεράσματα
Είναι λογικό οι Ιταλοί πολεμιστές, βρισκόμενοι ήδη τρία χρόνια μακρυά από την πατρίδα τους, αντίπαλοι σ’ έναν λαό με τον οποίο είχαν τόσα πολλά κοινά στοιχεία και σ’ έναν πόλεμο που τον θεωρούσαν άδικο, το μόνο που τους ενδιέφερε ήταν να επιστρέψουν γρήγορα στις οικογένειές τους. Υπάρχουν μαρτυρίες, Ιταλών να δείχνουν δακρυσμένοι φωτογραφίες αγαπημένων τους προσώπων, στους Έλληνες. Έτσι εξηγείται και πως χιλιάδες στρατιώτες σε Βόλο και Εύβοια παραδόθηκαν σε πολίτες αναίμακτα.
Χαρακτηριστική είναι και η μαρτυρία του Α. Μπαρτολίνι:
«Πολλές φορές, στις συνεχείς επαφές που είχαν με τους Έλληνες,είχαν ερωτηθεί για το πώς μια χώρα όπως η Ιταλία, με ευγενείς φιλοελληνικές παραδόσεις, συνδεδεμένη με την Ελλάδα όχι μόνο από πολιτισμικές σχέσεις, αλλά και από την ανάμνηση των αγώνων της εθνικής ανεξαρτησίας της, μπόρεσε να πραγματοποιήσει μια επίθεση όχι αποδεκτή, άδικη, παράλογη για πολλούς. Και ήταν πράγματι δύσκολη οποιαδήποτε απάντηση..»
Η έκφραση “Una razza una faccia” χρησιμοποιούνταν από τους Έλληνες για να υπογραμμίσουν με ευχαρίστηση τις ευκρινείς σωματικές ομοιότητες με τους στρατιώτες της Ν. Ιταλίας.

[περιοδικό «7 Anni di Guerra» ,1963. Αρχείο Στεφ. Κ. Αλεξάνδρου]

[Αρχείο Τζουζέπε Αμάτι] Προς τους Ιταλούς στρατιώτες, Ιταλοί αδελφοί! Στην Αθήνα και Λάρισα τα αδέλφια σας οι Γερμανοί πήραν από Ιταλούς πολλά όπλα και έστειλαν σε κοινές φυλακές σ΄αυτά τα έθνη που βρίσκονται Γερμανοί και όχι στην πατρίδα του. Εκεί θα εργαστούν ως υπόδουλοι για τη Γερμανία και ενάντια στην πατρίδα σας. Στη Λάρισα τα αδέλφια σας περιφέρονται χωρίς ρούχα, χωρίς παπούτσια και χωρίς ψωμί. Πώς μπορούν να φτάσουν σπίτι σας που πολύ αγαπούν τώρα που έδωσαν τα όπλα σε Γερμανούς; Μη χάνετε τον καιρό! Πάρτε τα όπλα σας και ελάτε χωρίς φόβο μαζί μας για να δώσετε βοήθεια και να στείλετε στα σπίτια σας. Οι Έλληνες στρατιώτες σας στέλνουν πολλούς αδελφικούς χαιρετισμούς. Είναι ανοιχτά τα χέρια και σας καλούν να έλθετε. Τίποτα δεν έχουμε ενάντιά σας. Είμαστε σύμμαχοι, Με αδελφοσύνη για την Πρώτη Μεραρχία


ΠΗΓΕΣ
• http://lastorianoncancella.wordpress.com/
• http://comitespopolaregrecia.blogspot.gr/
• Μεραρχία Πινερόλο. Χρονικό της αντίστασης και του μαρτυρίου της
• (Σεπτέμβριος 1943 – Δεκέμβριος 1944), Χαράλαμπος Κ. Αλεξάνδρου, εκδόσεις Gruppo d’ arte
• Giornali di Guerra 1939-1949, contemporanea
• Η επίθεση εναντίον της Ελλάδας, Οκτώβριος 1940
ΕΥΧΑΡΙΣΤΙΕΣ
Ιταλικό Ινστιτούτο Αθηνών
Νίκο Μοσχονά
Angelo Saracini
Μανόλη Κασιμάτη
Χαρούλα Σαμπατάκου
Discussion about this post