Το άρθρο δημοσιεύτηκε για πρώτη φορά τον Οκτώβριο του 2018
Πήγα σε χαρτορίχτρες, που καθόλου μάγισσες δεν ήταν. Ήπια τούρκικο και μου διάβασαν το φλιντζάνι. Μία ώρα αργότερα, είχαν βρει τα πάντα για μένα. Όλα αυτά δεν μου ήταν ξένα. Βλέπεις, η προγιαγιά μου ήταν Πολίτισσα.
Το οικογενειακό φλιτζάνι
Κρυφά από τη δύσπιστη σε τέτοια πράγματα μαμά μου, η προγιαγιά μου και καμιά φορά και η μοναχοκόρη της, η γιαγιά δηλαδή, έλεγαν το φλιντζάνι. Κάτι ωραία φλιντζάνια είχαμε, με χρωματιστές μεγάλες βούλες στη μια μεριά, που έτυχε πρόσφατα να δω στο ντουλάπι κάποιου σπιτιού και λίγωσαν τα μέσα μου. Οι γιαγιάδες ήξεραν πως παρακολουθώ κι εγώ. Σχήματα καφέ και μαύρα, κηλίδες, στάμπες και λοιπά μέσα σε ένα φλιντζάνι αποκάλυπταν τόσα πολλά. Μια μέρα, κάθισα πλάι στην προγιαγιά και της ζήτησα να μου δείξει. Η προγιαγιά μου γεννήθηκε τα πρώτα χρόνια του 20ου αιώνα και ήρθε στο Μοσχάτο μετά το 1922. Μιλούσε τούρκικα, αλλά ποτέ φανερά μας, ντυνόταν κοκέτικα και ήξερε μυστικά και θαύματα γύρω από την τέχνη της πρόβλεψης του μέλλοντος. Έριχνε και πασιέντζες και πρέπει να έλεγε τα χαρτιά. Την έχασα στα 11 μου χρόνια-λίγο ακόμα να μεγάλωνα πλάι της και σίγουρα θα μου είχε δείξει.
Τα χρόνια πέρασαν. Κι έχω να θυμάμαι ένα βράδυ στη Βουδαπέστη, φιλοξενούμενη σε σπίτι κολλητής που έκανε εκεί πέρα το εράσμους της, να λέω σε αυτήν και σε δύο φίλες της το φλιντζάνι. Λίγο από το κεφάλι μου, λίγο από τις μνήμες της διδασκαλίας της προγιαγιάς, λίγο από τη διαίσθηση που προκύπτει σχεδόν μαγικά όταν συγκεντρώνεσαι για λίγο στο πρόσωπο του ανθρώπου που περιμένει να ακούσει από σένα κάτι καλό, κάτι που θα τον αφήσει με χαμόγελο και ίσως με έκπληξη. Φοιτήτριες, όλες μας.
Κι άλλες φορές έχω πει φλιντζάνι. Χαρτιά βαριόμουν. Μια φορά μου είπε το δικό μου η μαμά του φίλου μου. Άλλες γνώσεις είχε εκείνη. Ίσως στην Αλβανία, από όπου κατάγεται, τα ξέρουν αλλιώς. Αποφάσισα, κάποια στιγμή, μετά από κουβέντα που είχα με συγκεκριμένο άνθρωπο ότι θα είχε πλάκα να βρω ένα μέρος ή έναν άνθρωπο που το κάνει… επαγγελματικά αυτό. Ήλπιζα κιόλας ότι θα βρω και κάτι που δεν είναι υπέρμετρα ακριβό.
Και το βρήκα.
Η κυρία Ράνια μου τα βρίσκει όλα
Μια Κυριακή απόγευμα, λοιπόν, αφού κατέβηκα στο μετρό Δουκίσσης Πλακεντίας, περπάτησα λίγο και βρέθηκα στην είσοδο ενός καφέ που λέει καφέδες, χαρτιά, ταρώ, παλάμες και δεν ξέρω κι εγώ τι άλλο, στο Χαλάνδρι. «Μνήμες της Πόλης». Στο κατάστημα επικρατεί μια ηρεμία-δεν έχει πολύ κόσμο και είναι ελαφρώς αυστηρή η όλη φάση. Με υποδέχεται μια γλυκύτατη εργαζόμενη και με οδηγεί απευθείας στο καμαράκι, δεξιά της εισόδου, στην κυρία Ράνια.
Το καμαράκι κλείνει, μόνο αφού παραγγείλω τον καφέ μου: σκέτο. Η κυρία Ράνια μου ρίχνει μια δυο εξεταστικές ματιές, έχει μια βιάση, αλλά όχι προχειρότητα, αισθάνομαι ότι επιχειρεί να οσμιστεί την ενέργειά μου. Μου γίνεται εύκολα συμπαθής. Ανακατεύω την τράπουλα και κόβω. Μου την απλώνει. Και αρχίζει να μιλά, ενώ, όπου κρίνω, προσέχοντας μην πιαστώ κορόιδο, αυγατίζω τις πληροφορίες της για μένα. Βρίσκει έναν πρόσφατο χωρισμό, βρίσκει την αυστηρή μου ανατροφή, βρίσκει το γεγονός ότι δε γράφω μόνο άρθρα, αλλά και στίχους και πεζά…
Σημειωτέον, δεν είχα δώσει το ονοματεπώνυμό μου στην κυρία Ελένη, όταν κλείσαμε το ραντεβού, άρα απέκλεισα το ενδεχόμενο να με έχουν… «ψάξει». Στη συνέχεια, πάλι μέσω της τράπουλας, αρχίζουν οι προβλέψεις. Ότι αν παντρευτώ σύντομα, θα χωρίσω και θα κάνω δεύτερο γάμο. Αν παντρευτώ μετά τα 30, θα στεριώσω. Δύο παιδιά, λέει, θα κάνω, ένα αγόρι κι ένα κορίτσι. Θα έχω όμορφη ζωή. Θα διακριθώ στον τομέα μου. Θα κάνω, σύντομα, μια μεγάλη επιτυχία. «Να τα θυμάσαι αυτά που σου λέει η Ράνια».
Και άλλα μου λέει… Ευχάριστα τα περισσότερα. «Έχεις περάσει αρκετά στη ζωή σου. Δεν έχεις βασιστεί στις πλάτες και στη βοήθεια κανενός. Μόνη σου όλα.» Αυτό μου άρεσε. Και ήταν, πράγματι, αλήθεια.
Ο καφές μου έχει φτάσει, πίνω όσο πιο γρήγορα μπορώ κι ας καίγομαι λίγο. Το φλιντζάνι αναποδογυρίζει και περιμένουμε λίγο ακόμα. Ξαναρίχνουμε την τράπουλα. Βρίσκει τους γονείς μου, ένα καινούργιο πρόσωπο που μπήκε πρόσφατα στη ζωή μου, ανακαλύπτει τις κρίσεις πανικού (!) που πέρασα για ένα διάστημα, εντοπίζει ακόμα κι ένα καλοκαιρινό, επαγγελματικό μου σχέδιο άσχετο με τη δουλειά. «Είσαι καλός χαρακτήρας εσύ, αλλά ζόρικος». Χαμογελάμε.
Βουρ για κηρομαντεία #nextTime
Άντε, ώρα για τον καφέ. «Μαυρίλα, κορίτσι μου. Δεν είσαι χαρούμενη αυτόν τον καιρό. Μην ξαναδώ το φλιντζάνι σου έτσι, μια χαρά κοπέλα!» Δε λέω τίποτα-αφού, πάλι, έχει δίκιο. Στο φλιντζάνι δε βρίσκει πολλά περισσότερα από ό, τι στα χαρτιά. Αρχίζουμε να αναμασάμε λίγο και να εμπεδώνουμε τα όσα έχουμε πει μέχρι στιγμής, με τελικό συμπέρασμα ότι πρέπει να συνεχίσω να εργάζομαι σκληρά και «να χωθώ όπου με παίρνει».
Με κερνάει τσιγάρο και χαλαρώνουμε. Είναι η ευκαιρία μου να τη ρωτήσω μερικά πράγματα. «Μη μου ζητήσεις να σου πω ονόματα…», χαμογελά. «Πάντως, μια πολύ γνωστή, τηλεοπτική γυναίκα είχε έρθει πριν μερικούς μήνες εδώ, της είπα ορισμένα πράγματα για το κοντινό της μέλλον και τώρα, ενημερώνομαι πως είχα πέσει απολύτως μέσα». Η Ράνια γνωρίζει, πλέον, από αστρολογία, καφεμαντεία, τράπουλα, ταρώ και κηρομαντεία. «Την επόμενη φορά θα κάνουμε κηρομαντεία!», της λέω.
Βγαίνω από το καμαράκι ευχαριστημένη και με ανεβασμένη τη διάθεση, αν και ελαφρώς τρομοκρατημένη, καθώς…αποκαλύφθηκαν τα πάντα! Τόσο εύκολο είναι τελικά;
Αυτό το κείμενο δεν αποτελεί ένα εμπεριστατωμένο ρεπορτάζ περί χαρτομαντείας, καφεμαντείας και τα λοιπά. Τα ρεπορτάζ πρέπει να τα δουλεύουμε αμερόληπτα, όσο γίνεται. Με ίσες αποστάσεις από τα συν και τα πλην ενός συγκεκριμένου θέματος. Εγώ, δεν μπορώ εν προκειμένω. Γιατί, μέσα μου, κρυφά, τα πιστεύω όλα αυτά. Τα πιστεύω γιατί με διασκεδάζουν, όπως τα ζώδια.
Και με χαρά μοιράστηκα τις σκέψεις και τις εμπειρίες μου-πενιχρές-πάνω στο θέμα. Πάρτε κι ένα τραγούδι, τώρα, έτσι για το κεράσι στην τούρτα:
Discussion about this post