Η κοινωνία έχει τα αγκάθια της. Άλλα μικρά, άλλα μεγάλα. Χαράζουν σώματα και ψυχές. Άλλα, τεράστια και αιχμηρά, μπορούν να σε σκοτώσουν μεμιάς, άλλα, μικρά και ανεπαίσθητα, γίνονται ένα μαζί σου και σε πληγώνουν καθημερινά.
Μαθαίνεις να “κουτσαίνεις” για να μην πονάς, συνηθίζεις τον πόνο γιατί “έτσι έτυχε”. Μία κοινωνία πάντα (θα) έχει τις πληγές της. Το θέμα είναι τι κάνει, πώς προοδεύει και πώς ξεπερνά… Και πάντα υπάρχει περίπτωση να είσαι “αγκάθι” για κάποιους και να μην το συνειδητοποιείς…
Τα βιολογικά και τα κοινωνικά φύλα
της Γιάννας Γιαννουλοπούλου
Μεγάλο μέρος της δημόσιας συζήτησης –αλλά και των ιδιωτικών συζητήσεων– που διεξάγεται όταν προκύπτουν ευρέως γνωστά γεγονότα βιασμών (π.χ. η δίκη για την υπόθεση Τοπαλούδη τον Ιούνιο του 2020) ή πολλαπλές καταγγελίες σεξουαλικών εγκλημάτων, όπως πρόσφατα στον χώρο της ιστιοπλοΐας και του θεάτρου, αφορά το αν οι γυναίκες και οι άνδρες είναι ενιαίες κατηγορίες, από τις οποίες στην πρώτη ανήκουν τα θύματα και στη δεύτερη οι θύτες.
Με πιο κωδικοποιημένο τρόπο, η συζήτηση αφορά το «αν όλοι οι άνδρες είναι δυνάμει βιαστές» ή όπως έλεγε ένα παλιό φεμινιστικό σύνθημα «κάθε γυναίκα μπορεί να βιαστεί, όλες μαζί να σπάσει η σιωπή». Παρόλο που η συζήτηση αυτή δεν διεξάγεται πάντοτε με ήρεμο τρόπο –πράγμα πολύ αναμενόμενο, όταν αυτή αφορά και το πρόσωπο του καθενός και της καθεμιάς– αποτελεί τον πυρήνα της γυναικείας καταπίεσης και ιδιαίτερα της βίας εναντίον των γυναικών.
Αποτελεί τον πυρήνα, διότι αφορά το αν τελικά οι ταυτότητες των φύλων είναι εγγενείς ή κατασκευασμένες και έτσι συνδέεται με την γενικότερη φιλολογία περί κατασκευής των ταυτοτήτων (και όχι μόνο του φύλου, αλλά και του έθνους, της κοινωνικής τάξης ή της φυλής). Μολονότι θα θέλαμε για λόγους ευκολίας η απάντηση να είναι απλή του τύπου «ναι ή όχι», τα πράγματα είναι πολύ πιο περίπλοκα, αλληλεξαρτώμενα και ίσως πιο ενδιαφέροντα.
Οι ταυτότητες του φύλου, λοιπόν, δεν είναι μια κατασκευή της πατριαρχίας, την οποία πρέπει να πολεμήσουμε και να διεκδικήσουμε στη θέση της το δικαίωμα επιλογής φύλου. Αυτό θα μας έστελνε μαζικά στην πελατεία των φαρμακευτικών εταιρειών για τα κατάλληλα σκευάσματα, τα οποία είναι πλέον στη διάθεσή μας. Τα βιολογικά φύλα είναι υπαρκτά, αφορούν όλα τα ανώτερα θηλαστικά (επομένως και τον άνθρωπο), και μας τυχαίνουν τη στιγμή της γέννησής μας.
Εκείνο που διαμορφώνεται (και αυτό είναι ορθότερη περιγραφή από το τεχνικό ρήμα ‘κατασκευάζεται’) είναι οι κοινωνικές ταυτότητες που αφορούν τα κοινωνικά φύλα. Δηλαδή, εάν άνδρας σημαίνει “ηγέτης, σταθερός, αποφασιστικός, σεξουαλικός κυνηγός” κ.λπ., ενώ γυναίκα σημαίνει “παθητική, γλυκιά, υπερ-ευαίσθητη, σεξουαλικά προκλητική του κυνηγού” κ.λπ.
Αυτές οι κοινωνικές συνδηλώσεις του ‘άνδρας’ και ‘γυναίκα’ σαφώς διαμορφώνονται από την κοινωνία και τις άνισες σχέσεις μεταξύ των φύλων. Και γι’ αυτό -ευτυχώς– αλλάζουν. Ήδη, κάποια από τα επίθετα που ανέφερα παραπάνω ίσως να μην περιγράφουν πολύ ικανοποιητικά τον σύγχρονο νέο και τη σύγχρονη νέα.
Επομένως, προφανώς δεν είναι όλοι οι άνδρες βιαστές, αλλά η συντριπτική πλειοψηφία των βιαστών είναι άνδρες, όχι για λόγους βιολογικού φύλου, αλλά για λόγους ακραίας έκφρασης του χαρακτηριστικού του κοινωνικού φύλου που θέλει τους άνδρες να διεκδικούν την σεξουαλική ικανοποίηση ως λάφυρο, ακόμη και ενάντια στη θέληση του αντικειμένου του πόθου.
Σε αυτήν την πορεία θα ακολουθήσουν εκείνοι οι άνδρες που αρνούνται να ζήσουν με τον ρόλο που τους επιβλήθηκε. Και αυτό δεν μπορεί να είναι παρά μια πορεία συνολικής απελευθέρωσης!
Αυτός ο προβληματισμός μας οδηγεί και σε ένα ακόμη συμπέρασμα: τα υποκείμενα που θα αγωνιστούν κοινωνικά ή κινηματικά για να πάψουν τα φαινόμενα της βίας εναντίον των γυναικών, αυτά τα φαινόμενα «της προϊστορίας του ανθρώπινου είδους», είναι κατ’ αρχήν και κατ’ αρχάς οι γυναίκες. Δεν είναι μόνο θέμα ατόμων, ούτε μόνο θέμα οικογένειας.
Ούτε οι γυναίκες είναι ουσιοκρατικά καλύτεροι άνθρωποι. Τίποτα από όλα αυτά. Είναι απλώς (και περίπλοκα) εκείνες που μπορούν και θέλουν να αλλάξουν την καταπιεστική πατριαρχική δομή για να ζήσουν οι ανθρώπινες κοινότητες, όπως αντιστοιχεί σε έλλογα κοινωνικά όντα.
Ορισμένες σκέψεις για συζήτηση
του Χρύσανθου Ξάνθη
Βρισκόμαστε ως κοινωνία μπροστά σε μία έκρηξη αποκαλύψεων και καταγγελιών για κακοποιήσεις, βιασμούς, παρενοχλήσεις, αλλά και βίαιων συμπεριφορών. Ορισμένες σκέψεις προς συζήτηση:
1. Οι εκρήξεις συνήθως δεν λύνουν ένα πρόβλημα. Δουλειά τους είναι να το αναδείξουν. Από ό,τι φαίνεται, υπάρχει τεράστιο φορτίο, καταχωνιασμένο, συμπιεσμένο, που τώρα βγαίνει στην επιφάνεια.
2. Το 99% των καταγγελιών αφορούν θύτεςάνδρες που παραβίασαν όρια σε θύματα-γυναίκες, αλλά και άνδρες, χρησιμοποιώντας τη σωματική δύναμη, αλλά κυρίως την κοινωνική τους θέση για να επιβληθούν στον (όποιο) συνάνθρωπό τους, συνεργάτη ή και υφιστάμενό τους.
3. Στην μεγάλη πλειοψηφία των υποθέσεων, αναδεικνύεται ο τρόπος με τον οποίο αυτές οι συμπεριφορές και γεγονότα ήταν γνωστά στα περιβάλλοντα, ακόμα και σε οικείους των θυμάτων. Όμως επικρατούσε μία “ήσυχία” που δεν την επέβαλαν τόσο οι θύτες, αλλά η αντίληψη “κοιτώ τη δουλειά μου”. Αλήθεια τι έκανε η προηγούμενη διοίκηση του Σωματείου Ηθοποιών; Το “έπεσα από τα σύννεφα” είναι υποκριτικό.
4. Το “γιατί τώρα” είναι καλό όταν λέγεται, να αναδεικνύει τις δυσκολίες που έχει να αντιμετωπίσει ένα θύμα. Το ότι κάποιοι-ες έτρεξαν να επωφεληθούν την δημοσιότητα είναι βέβαιο, αλλά δεν είναι το κύριο. Δεν εφευρέθηκε ένα πρόβλημα. Υπάρχει και μία διάσταση που είναι ο φόβος του θύματος να μιλήσει. Αλλά για αυτό ευθύνεται και το περιβάλλον που σιωπά.
5. Κάθε άνθρωπος, χώρος και τελικά, η κοινωνία αντιμετωπίζει μία κρίση, μπαίνει σε μια κρίση με βάση την ωριμότητά της, τη συγκρότηση της και τελικά, τον πολιτισμό της. Τα social media, τα sites έτσι και αλλιώς στιγματίζουν την καθημερινότητά μας. Οπότε τίποτα το περίεργο στην υπέρμετρη χρήση και στο ξεχείλωμα που συμβαίνει.
6. Αναδείχθηκε και ένα πρόβλημα δημοκρατίας και δικαιώματος στη διαφορετική άποψη. Κατακρεουργήθηκαν – κανιβαλλίστηκαν απόψεις που επιχείρησαν να θέσουν ζητήματα, να βάλουν ερωτήσεις. Και αυτό δείγμα πολιτισμού είναι. Προς τιμήν τους διάφοροι ηθοποιοί ανέλαβαν μέρος της ευθύνης αφού ήξεραν και δεν μιλούσαν. Τώρα αρχίζει η συζήτηση για το “τι στάση κρατάει το θύμα”, τα όρια της αξιοπρέπειας κλπ.
7. Υπάρχει ένα κρίσιμο ζήτημα. Κάθε χρόνο καταγγέλλονται 150-200 βιασμοί όταν οι εκτιμήσεις μιλούν για 4.000. Το να μειωθεί το δεύτερο νούμερο είναι σοβαρό. Με βάση τα στοιχεία, το 80% των θυτών γνωρίζουν το θύμα. Είναι εξωφρενικό. Αλλά εγκληματικό είναι και το ότι μόλις το 5% φτάνει στα δικαστήρια. Η οικογένεια, ο περίγυρος, το περιβάλλον πρέπει να στηρίξει το θύμα με πολλούς τρόπους για να μειωθεί αυτή η χαώδης απόσταση.
8. Ζούμε στην εποχή του ατόμου. Εάν δεν μπει ξανά δραστικά το ζήτημα της κοινότητας, της συλλογικότητας που παρεμβαίνει, οριοθετεί, αποτρέπει και οικοδομεί, ριζικές αλλαγές δεν πρόκειται να υπάρξουν. Το “θύμα” ως άτομο είναι καταδικασμένο να σιωπά, να υπομένει και τελικά να “συμβιβάζεται”…
9. Πολλά προϋπήρχαν των καταγγελιών. Μερικοί υποστηρίζουν πως θα χαθεί το φλερτ. Τώρα θα χαθεί; Μήπως αυτό που προϋπήρχε ήταν είτε ο “απομονωμένος και φοβικός” είτε ο “σεξουαλικά υπερδραστήριος” άνθρωπος; Μήπως από την δεκαετία του ‘90 και μετά έχουμε μπει σε μία άνευ προηγουμένου (ποιοτικά και ποσοτικά) εμπορευματοποίηση του σεξ, του σώματος και μάλιστα με πρόσχημα πολλές φορές τη “σεξουαλική” απελευθέρωση;
10. Το να απαντήσουμε με σχήματα του ‘80 δεν βοηθά. Κάντε μία “βόλτα” σε διάφορες εφαρμογές (Tik Tok πχ.). Δείτε την πρακτική των selfies. Ακούστε τους στίχους τραγουδιών. Τα πρότυπα που δημιουργούνται για γυναίκες και άνδρες. Αυτός ο εκμαυλισμός αφορά και τα δύο φύλα. Ο τρόπος που ο κάθε άνθρωπος εκδηλώνει τον ερωτισμό του, τη σεξουαλικότητα του, την επιλογή και τη διάθεσή του, είναι και αυτό θέμα πολιτισμού.
Τελειώνω με το αυτονόητο. Καμία ανοχή. Και είναι σίγουρο πως πολλοί θα μαζευτούν μετά από όλα αυτά. Απλά τα πράγματα δεν πάνε καλά…
Στοιχειώδης αυτοέλεγχος
της Έφης Λάνταβου
Θυμάμαι καλά τη στιγμή που η μητέρα μου με «δίδασκε» να προσέχω τι φοράω όταν κυκλοφορώ έξω απ’ το σπίτι, γιατί αν τύχαινε και με βίαζαν, ο δικαστής αργότερα θα με ρωτούσε – εύλογα – τί φορούσα όταν «συνέβη». Στην περίπτωση που ήμουν «προκλητικά» ντυμένη αυτός – πάλι εύλογα – θα δικαίωνε το βιαστή. Ήμουν 10 ετών.
Λίγο αργότερα δέχτηκα επίθεση από επιδειξία μέρα μεσημέρι, σε «ασφαλές» βόρειο προάστιο. Έτρεξα μια διαδρομή λίγων λεπτών έως το σπίτι – μου φάνηκε κυλιόμενος διάδρομος – και μεταξύ άλλων, η μητέρα μου υπενθύμισε: «σου έχω πει, μη φοράς κολάν με κοντά μπλουζάκια». Ήμουν 11 ετών.
Ξέχασα να πω ότι είχα συμμαθητή που μου έβαζε χέρι σταθερά κατά τη διάρκεια του σχολικού μαθήματος και δεν τολμούσα να το πω σε κανέναν, ενώ ήθελα κάθε φορά να ανοίξει η γη να με καταπιεί. Από τα 6 μου αυτό έως τα 11. Γύρω εκεί, υπήρχε κι ένας πρώτος ξάδερφος, που κάθε φορά που κοιμόμουν στο σπίτι του, στο ίδιο κρεβάτι με την ξαδέρφη μου (την αδερφή του), τσέκαρε πρώτα να δει, εάν μας είχε πάρει ο ύπνος και ύστερα μας κατέβαζε τις πιτζάμες και μας ψαχούλευε μέσα από τα εσώρουχα. Και τις 2.
Γύρω στα 15 με 16, ξεκίνησε η ασύλληπτη εμπειρία (για εμένα και για πολλές άλλες συμμαθήτριες) του να περπατάω προς το σχολείο με την τσίμπλα στο μάτι στις 8:00 το πρωί και στο δρόμο να με ρωτάνε περαστικοί και οδηγοί αυτοκινήτων (30ρηδες, 40άρηδες και βάλε): «τί τους κάνω πρωί-πρωί», «πώς τους κ@λώνω έτσι τώρα» και «τι σκληρή που είμαι, γιατί δεν γυρίζω ούτε να τους κοιτάξω».
Την ίδια εποχή υπήρχε θείος που με κοιτούσε στο στήθος επίμονα επιχειρώντας να με αγκαλιάσει κάθε δύο λεπτά, ενώ καθημερινά η συντριπτική πλειοψηφία των συμμαθητών έκανε στη συντριπτική πλειοψηφία των συμμαθητριών μου (και σε εμένα) δεκάδες ερωτήσεις του τύπου: «κάθε πότε βάζετε στον εαυτό σας δάχτυλο;», «θα βάζατε η μια στην άλλη;», «να ‘ρθούμε σπίτι σας να δούμε τσόντα όλοι μαζί;», «τι χρώμα στριγκάκι φοράς; σου μπαίνει πολύ βαθιά;». Και θα βάλω εδώ μια τελεία.
Τι έχει συμβεί στον κόσμο και κανείς δεν μιλάει για όλα αυτά; Για τα κοινά γυναικεία βιώματα, σε χώρες δημοκρατικές της Δύσης, όπου ωθείσαι με τη βία να το παίξεις «γυναίκα» που ικανοποιεί σε στάση στωικότητας, δεκτικότητας και αποδοχής τα δήθεν «επείγοντα», ανδρικά σεξουαλικά αιτήματα, ώστε να συμβάλλεις στο νιώσει ο άντρας «άντρας»;
Οι μόνοι που γουστάρουν τόσο πολύ και τόσο τυφλά, την αχαλίνωτη, ξέφρενη ανδρική τεστοστερόνη είναι οι ίδιοι εκείνοι που της επιτρέπουν την έλλειψη στοιχειώδους καθημερινού αυτοελέγχου, την αήθεια, την παραβίαση, την κακοποίηση και το έγκλημα.
Οπού οφείλεις να επιτρέπεις, ή έστω να προσπερνάς, την καθημερινή λεκτική παραβίαση, τη συναισθηματική πίεση, την προσβολή προσωπικότητας και αξιοπρέπειας, τα υποτιμητικά σχόλια, τις απειλές, την επίδειξη δύναμης και τα ειρωνικά γελάκια για χάρη του καθενός αρσενικού που νιώθει ειδικά αυτό, «μοναδικό στον κόσμο».
Τι έχει συμβεί στον κόσμο και ο κόσμος (δηλαδή οι άντρες) θεωρεί ότι «αυτή είναι η ζωή»; Τι έχει συμβεί στον κόσμο και όταν οι γυναίκες μιλούν, οι άντρες σπεύδουν να τις «συνετίσουν», να τις «διορθώσουν», να τις λογοκρίνουν; Οι ίδιοι άντρες που αρνούνται να ασκήσουν στους εαυτούς τους τον στοιχειώδη, καθημερινό, ανθρώπινο αυτοέλεγχο;
Ας γίνει όμως πλέον σαφές με κάθε τρόπο και σε κάθε τόνο ότι οι μόνοι που γουστάρουν τόσο πολύ και τόσο τυφλά, την αχαλίνωτη, ξέφρενη ανδρική τεστοστερόνη είναι οι ίδιοι εκείνοι που της επιτρέπουν την έλλειψη στοιχειώδους καθημερινού αυτοελέγχου, την αήθεια, την παραβίαση, την κακοποίηση και το έγκλημα.
Εμείς, οι υπόλοιπες, τα υπόλοιπ@ και ορισμένοι (λίγοι, αλλά καλοί) υπόλοιποι, ούτε την ποθήσαμε ποτέ, ούτε και θα της επιτρέπουμε πλέον να καταστρέφει. Κι αυτό είναι ένα ξεκάθαρο, απαραβίαστο, αμετάκλητο και αναπόφευκτο ΟΧΙ.
Αν ρωτάτε, υπάρχουν απαντήσεις
Συζήτηση με την Δανάη Λιοδάκη
Υπάρχει μία απόσταση ανάμεσα σε όσα δημοσιεύονται στα σόσιαλ και όσα συζητούν μερίδες της κοινωνίας. Πολλά ερωτήματα, αρκετές απόψεις και ορισμένοι προβληματισμοί (άλλα αφελή, άλλα καλοπροαίρετα και άλλα κακοπροαίρετα) γεννούν εκρηκτικές αντιπαραθέσεις. Θέτουμε διάφορες θέσεις και ερωτήματα στην Δανάη Λιοδάκη, και εκείνη δίνει την δική της απάντηση
Μήπως ανάμεσα στις αποκαλύψεις που γίνονται το τελευταίο διάστημα υπάρχουν αρκετές που ο σκοπός είναι να κερδίσουν δημοσιότητα οι καταγγέλλοντες και άρα εκμεταλλεύονται για ίδιον όφελος κάτι που είχε συμβεί πριν πολύ καιρό;
Η προσωπική μου εκτίμηση είναι ότι καμία γυναίκα δεν μπαίνει σε αυτήν την διαδικασία έκθεσης, έντασης και δημιουργίας εχθρών σε θέσεις εξουσίας, απλά για την δημοσιότητα ή για να ακολουθήσει μια μόδα.
Ωστόσο, όποιο και αν είναι το κίνητρο της κάθε καταγγέλλουσας ή του κάθε καταγγέλλοντος, το θέμα είναι να γίνονται αυτές οι αποκαλύψεις ώστε να αλλάζουν οι πρακτικές και οι σχέσεις ανάμεσα στους ανθρώπους, να αλλάζει το τι θεωρείται αποδεκτό ή ακόμα και διανοητό στις σχέσεις των δύο φύλων, στις εργασιακές σχέσεις και συνολικά στην κοινωνία.
Το προσωπικό κίνητρο μου είναι αδιάφορο μπροστά στην κοινωνική κίνηση που δημιουργούν οι αποκαλύψεις αυτές.
Υπάρχει μία υπερβολή στις καταγγελίες που μπορεί να αφορούν από έναν βιασμό έως και ένα σεξουαλικό υπονοούμενο; Μήπως έτσι δεν υπάρχει διάκριση ανάλογα την σοβαρότητα των ζητημάτων;
Νομίζω πως αυτό είναι ένας έντεχνα δημιουργημένος μύθος, καθώς δεν έχω ακούσει καμία δημόσια καταγγελία που να αφορά ένα αθώο υπονοούμενο. Πιστεύω ότι επίτηδες χτίζεται αυτή η αφήγηση της υπερβολής, ενώ αυτά τα περιστατικά είναι αν όχι ανύπαρκτα, ελάχιστα.
Παρόλα αυτά, δεν είναι δική μας δουλειά να κρίνουμε και να αξιολογήσουμε την σημασία αυτών των καταγγελιών και πόσο μπορεί να επηρέασαν την ζωή των καταγγελλουσών. Δεν είναι με κανέναν τρόπο αντιπαραθετικά με την καταγγελία άλλων «σοβαρότερων» περιστατικών έμφυλης βίας.
Ίσα ίσα, το να αποκαλύπτεται πως όλες σχεδόν οι γυναίκες έχουμε πέσει θύματα τέτοιων συμπεριφορών – σοβαρότερων ή ηπιότερων – που έχουν ως αίτιο καταπιεστικές πατριαρχικές συμπεριφορές, μόνο συμβάλει στην αναγνώριση της προβληματικής κατάστασης και έτσι και στην υπόθεση της γυναικείας χειραφέτησης.
Το να βομβαρδιστούν με καταγγελίες τα αστυνομικά τμήματα, οι δομές του κράτους, διάφορες ομάδες που ασχολούνται με όλα αυτά μήπως είναι πιο σωστό από την υπέρμετρη χρήση του σόσιαλ;
Νομίζω πως επίσης αυτές οι δύο πρακτικές δεν είναι αντιπαραθετικές. Το θεωρώ πολύ σημαντικό να γίνουν και καταγγελίες επίσημα και κάποιοι να οδηγηθούν στο δικαστήριο, ωστόσο δεν μπορούμε να πιέσουμε καμία και κανέναν να μπει σε μια δικαστική διαδικασία αν για οποιονδήποτε λόγο δεν είναι έτοιμη ή διαθέσιμη για κάτι τέτοιο.
Η χρήση των social ή ακόμα και άλλων πιο παραδοσιακών μέσων, όπως η τηλεόραση, αποσκοπεί περισσότερο στην ηθική και κοινωνική δικαίωση των θυμάτων και όχι στην απόδοση νομικής δικαιοσύνης. Πιστεύω πως εμείς ως κοινωνία μπορούμε να έχουμε άποψη και δράση απέναντι σε τέτοια φαινόμενα χωρίς απαραιτήτως να έχει αποφανθεί ένα δικαστήριο για αυτά.
Το να ασκείς κριτική σε ένα θύμα βιασμού πως δεν μίλησε για να εξαργυρώσει μία θέση είναι δικαίωμα ή κάτι τέτοιο είναι μία εκ του ασφαλούς τοποθέτηση;
Ασφαλώς και είναι μια εκ του ασφαλούς τοποθέτηση. Σίγουρα δεν συνυπολογίζει την κοινωνική πίεση που δέχεται ένα θύμα βιασμού και τις κοινωνικές συνθήκες που δεν του επιτρέπουν να το καταγγείλει. Δεν αναγνωρίζει ότι πολλές φορές οι ίδιες οι δομές που δέχονται τις καταγγελίες είναι πατριαρχικές και συχνά τα θύματα δεν βρίσκουν το δίκιο τους και αντίθετα αντιμετωπίζονται με απαξίωση.
Επίσης, δεν αναγνωρίζει ως προβληματική την συμπεριφορά του θύτη που δεν θα έπρεπε εξαρχής να ζητάει σεξουαλικά ανταλλάγματα προσφέροντας θέσεις ή επαγγελματική ανέλιξη. Όταν καταγγέλλεται ένα έγκλημα, το πρόβλημα είναι το έγκλημα και ο θύτης και μόνο αυτός. Το να κατηγορείται με οποιονδήποτε τρόπο ή για οποιονδήποτε λόγο το θύμα, είναι απαράδεκτο και επικίνδυνο.
Θεωρείτε ότι πλέον και οι άντρες είναι θύματα σεξουαλικών παρενοχλήσεων ή ψυχολογικής βίας;
Φυσικά και είναι. Η σεξουαλική παρενόχληση και η άσκηση ψυχολογικής βίας μπορούν να έχουν αποδέκτη οποιονδήποτε άνθρωπο βρίσκεται σε αδύναμη ή μειονεκτική θέση οποιαδήποτε στιγμή. Ωστόσο, είναι πολύ λιγότερο συχνό αυτό το φαινόμενο και αυτό νομίζω ότι έχει σημασία. Η σεξουαλική παρενόχληση εγγράφεται τις περισσότερες φορές στο πλαίσιο της έμφυλης βίας και έχει ως θύματα γυναίκες.
Ακόμα και τις φορές όμως που το θύμα δεν είναι γυναίκα, συνήθως ο θύτης είναι άντρας. Και αυτό είναι το πρόβλημα. Οι παραβιαστικές συμπεριφορές αυτής της φύσης έχουν ως αίτιο την πατριαρχία και την κουλτούρα που αυτή εμφυσά στα δύο φύλα και κυρίως στους άντρες. Το θέμα είναι το ξεπέρασμα αυτής της κουλτούρας συνολικά, ώστε να μην έχουμε θύματα σεξουαλικής παρενόχλησης και ψυχολογικής βίας από κανένα φύλο, ηλικία ή συνθήκη και αν προέρχονται.