Ναι. Αυτή είναι η αρµοστή ατάκα απέναντι στην ανάληψη του θρόνου του Ζορµπά από το Airbnb.
Μες στο ιδιότυπο βασίλειο του ελληνικού τουρισµού, κυβερνούν πάντα όλοι εκείνοι οι τρόποι που κάνουν τους τουρίστες να έρχονται κατά στίφη, ν’ αφήνουν τα λεφτά τους, να νιώθουν αρχηγοί σε µια χώρα εργαζοµένων και ανθρώπων έτοιµων µονίµως να τους εξυπηρετήσουν. Τίποτα, όµως, που συµβαίνει µε αυτούς τους όρους δεν µπορεί να διαρκέσει για πάντα κι αυτό το έχει αποδείξει η ιστορία και η πραγµατικότητα.
Ο δήµος Βαρκελώνης ήταν ο πρώτος, παγκοσµίως, που επέβαλε πρόστιµο-µαµούθ €600.000 στην Airbnb, για διαφήµιση καταλυµάτων που δε διαθέτουν σχετική άδεια.
Με slogan το «ζήστε εκεί», η εταιρεία Airbnb (που θα πει air, bed and breakfast, δηλαδή αέρας, κρεβάτι και πρωινό) ιδρύθηκε το 2008 από τρεις έξυπνους Αµερικανούς που, έκτοτε, έχουν κερδίσει εκατοµµύρια.
Αρκετά χρήµατα –αν και όχι εκατοµµύρια– κερδίζουν οι ιδιώτες σε πάνω από 200 χώρες αυτή τη στιγµή, οι οποίοι διαθέτουν το σπίτι τους στην πλατφόρµα κι η πλατφόρµα σε πρόθυµους house travelers και κάθε λογής επισκέπτες και τουρίστες.
Η Ελλάδα µπήκε για τα καλά στο χορό του νέου αυτού κύµατος τουρισµού πριν από πέντε περίπου χρόνια. Σιγά σιγά, άνθρωποι µε δικά τους σπίτια, ακόµα και ενοικιαστές σπιτιών, ξεκίνησαν να τα οµορφαίνουν, να τα ανακαινίζουν, να τα φωτογραφίζουν και, τελικά, να κερδίζουν χρήµατα από αυτά.
Μια Ελλάδα 7.000.000 Ελλήνων πλέον, λόγω µετανάστευσης. Μια Ελλάδα 1.000.000 «ξενοδόχων» – ίσως και περισσότερων. Μέσα σε αυτούς, υπάρχουν και οι πραγµατικοί ξενοδόχοι, αυτοί που φορολογούνται κανονικά και αυτοί που, φυσικά, παραπονούνται για την άνθιση του Airbnb στη χώρα. Βέβαια, η φορολογία ξεκινά επισήµως από φέτος και τους διαθέτοντες στη δηµοφιλή πλατφόρµα.
Η χώρα µας ανέκαθεν βασιζόταν στους ξένους και στις δυνάµεις τους: σαν µια όµορφη νεαρή γυναίκα που δεν αναλαµβάνει ευθύνες και προσδοκά από τους άντρες που τη θέλουν να τη φροντίζουν και να τη βοηθούν. Μια ανεστραµµένη έλλειψη αυτοπεποίθησης, µια κατάσταση που ποτέ δεν έπαψε να διαιωνίζεται σε πολιτικό, οικονοµικό αλλά και αισθητικό επίπεδο.
Ο τουρισμός ήταν, είναι και θα είναι(;) η κεντρική αρτηρία όλου αυτού.
Κάποτε, οι άνθρωποι στα χωριά και τα νησιά µετέτρεπαν τα σπίτια τους σε µαγαζιά, συσσωρεύονταν στις πόλεις κι άφηναν τις περιουσίες τους στη διάθεση των τουριστών: έβγαζαν µεροκάµατο. Γερό µεροκάµατο. Ήταν η περίοδος του µουσακά-µουζάκα, του Ζορµπά-Ζόρµπα, των ψηλόλιγνων Σουηδέζων στις πλαζ χωρίς το πάνω µέρος του µπικίνι ως ατραξιόν, τα κονδύλια της ΕΟΚ για εκδηλώσεις–φαντάσµατα σε δήµους και ξαφνικά ο δήµαρχος µε µερσεντές στην πλατεία να κερνάει τσίπουρα και άλλα τέτοια…
Το σήµερα έχει παραδώσει τα ηνία σε ένα τοπίο ποιοτικότερο, τουλάχιστον εικαστικά. Ο ανταγωνισµός είναι µεγαλύτερος, ο τουρισµός έχει επιστηµονικοποιηθεί και έχει αντιµετωπιστεί πιο σοβαρά από το κράτος, το χρήµα έρχεται µε περισσότερη ρέγουλα, τα social media κλείνουν κι ανοίγουν σπίτια, κυριολεκτικά και µεταφορικά. Και φυσικά, µες στο παιχνίδι παίζει σε δυνατή θέση το Airbnb.
Μέσα σε λίγα χρόνια, το σκηνικό των ελληνικών γειτονιών, µε το κακό να παραγίνεται σε Αθήνα και νησιά, έχει αλλάξει άρδην. Η προσφορά των σπιτιών για αστική µίσθωση έχει µειωθεί δραµατικά, τουτέστιν θέλεις να νοικιάσεις ένα διαµέρισµα εσύ, αγαπητέ φοιτητή από την επαρχία για τις εν Αθήναις σπουδές σου και είτε δε βρίσκεις, είτε σου ζητούν παράλογα ποσά. Ένα σπίτι, βλέπεις, που «κανονικά» το µήνα θα κόστιζε σε νοίκι περίπου 300 ευρώ, µπορεί µέσω airbnb, και ιδίως τους µήνες από Απρίλιο έως Οκτώβριο να δώσει έως και 1500 ευρώ!
Άνθρωποι που πηγαίνουν για εργασία σε νησιά το καυτό τρίµηνο του καλοκαιριού αντιµετωπίζουν, χρόνο το χρόνο, όλο και µεγαλύτερο πρόβληµα: σπίτια µηδέν! Οι εργοδότες τους µε νύχια και µε δόντια τούς εξασφαλίζουν µικρούς χώρους για να µείνουν µέσα δύο και τρία άτοµα.
Όσο περισσότεροι βάζουν το σπίτι τους στο Airbnb, τόσο λιγότερα κερδίζει καθένας.
Γιατί σε µια γειτονιά όπως τα Εξάρχεια ας πούµε, που είναι κυριολεκτικά γεµάτη από διαµερίσµατα και κάθε λογής χώρους προς διάθεση, δεν µπορείς να βάλεις το φοιτητικό σου σπίτι πολύ πάνω από 30 ευρώ τη βραδιά. Η ίδια η πλατφόρµα διακριτικά σε εξαναγκάζει να χαµηλώσεις την τιµή, όταν παρόµοια µε το δικό σου σπίτι διατίθενται 25 και 28 ευρώ τη βραδιά.
Όµως αυτό δεν είναι το βασικό πρόβληµα. Ο προβληµατισµός των πολέµιων του Airbnb σχετίζεται µε την υπέρµετρη τουριστικοποίηση κάποιων ιστορικών σηµείων της πόλης και της χώρας, την εκµετάλλευση των τουριστών (βλ. µια τρύπα που βλέπει ένα χιλιοστό Ακρόπολης να νοικιάζεται 100 και 150 ευρώ τη βραδιά), αλλά και την αλλαγή στα τοπία των γειτονιών. ∆ύο παππούδες, µια µητέρα, ένας φοιτητής και δεκαοχτώ Ιάπωνες µε κάµερες, τρεις Ιρλανδοί και µια Γαλλίδα. Παράξενα µωσαϊκά που τα ‘φερε ο χρόνος, οι συνθήκες ή τα βιαστικά µυαλά µας στον βωµό κάποιου πρόσκαιρου κέρδους. Τώρα, το συνοικιακό καφέ σερβίρει brunch κι έχει τον κατάλογό του σε τρεις ξένες γλώσσες!
Τι τουρίστες θέλουμε; Τι τουρισμό; Τι γειτονιές;
Ως πότε θα εξαντλούµε στη «βαριά µας βιοµηχανία» τις ιδέες µας για επιχειρηµατικότητα και την… έµφυτη, ως Ελλήνων, φιλοξενία µας; Πόσα brands σε βαζάκια µε έξτρα παρθένο ελαιόλαδο και γλυκό νεράντζι της γιαγιάς Σοφίας µπορούν να είναι αρκετά για να έχουµε όλοι δουλειά, αλλά όταν πεινάµε να τρώµε burgers και να µένουµε στο σπίτι του κολλητού επειδή το δικό µας έχει πάλι κόσµο; Σήµερα το νοικιάζουµε. Αύριο το νοικιάζουµε στη µισή τιµή. Του χρόνου ίσως και να το πουλήσουµε.
Και ποιος ξέρει; Ίσως µια µέρα γίνουµε κι εµείς στη χώρα µας τουρίστες. Ήδη, σε µέρη όπως η Μεσσηνία ή η Μύκονος, όπου δεις Έλληνα, ξέρεις ότι εργάζεται εκεί, παίρνει πολύ καλά τιπς κι ας κοιµάται σε άβολο ντιβάνι λίγες ώρες κάθε βράδυ.
Αυτό που ορισμένοι μπορεί να θεωρούν «ευκαιρία», κάποτε μπορεί και να θεωρηθεί ακόμα μια φάκα, ακόμα ένα πουκάμισο αδειανό.
Discussion about this post