Κάτω από την πόλη, υπάρχει μια άλλη πόλη. κομμάτι της καθημερινότητας των ανθρώπων. Οι μπλε, κόκκινες και πράσινες γραμμές της ΣΤΑΣΥ φτιάχνουν έναν πολύχρωμο χάρτη στην υπόγεια πόλη, που φέρνει στην επιφάνεια μυστικά από το πλούσιο αθηναϊκό παρελθόν και γίνεται το πιο ζωντανό σκηνικό για να ξεδιπλωθούν ιστορίες, μικρές και μεγαλύτερες, που όλες βάζουν το λιθαράκι τους για να δημιουργηθεί μια ιδιαίτερη συνθήκη που μοιάζει με ταινία σε fast forward και έχει ως φόντο σταθερές τροχιές, ήχους σήραγγας, σίδερου και φρένου, κλειστά και ανοιχτά παράθυρα με εικόνες σκοτεινές και φωτεινές που τρέχουν με ιλιγγιώδη ταχύτητα.
ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΕΣ
Η στάση «Κεραμεικός» ανήκει στην μπλε γραμμή ή αλλιώς γραμμή 3 του Μετρό. Το όνομά της φυσικά οφείλεται στην περιοχή, που έχει μάλιστα και πλούσια ιστορία. Ο σταθμός εγκαινιάστηκε τον Μάιο του 2007, τότε που το Γκάζι ήταν μια κλασική γειτονιά της Αθήνας που δεν επισκέπτονταν πολλοί. Όμως, άρχισε να αποκτά τη δική της ζωή, αφού η πρόσβαση έγινε πολύ ευκολότερη. Μαγαζιά για φαγητό ή ποτό, μουσικές σκηνές, θέατρα, η Τεχνόπολη, βρήκαν τη θέση τους στην πόλη, δημιουργώντας έναν νέο πολιτιστικό και καλλιτεχνικό πυρήνα.
- Στα αρχικά σχέδια κατασκευής της γραμμής 3 του μετρό, ο σταθμός Κεραμεικού είχε χωροθετηθεί στη συμβολή της Ιεράς Οδού με την οδό Πειραιώς. Οι αρχαιολογικές ανασκαφές που προηγήθηκαν των έργων, ανέδειξαν στο συγκεκριμένο σημείο το δυτικό άκρο του νεκροταφείου του Κεραμεικού. Το Κεντρικό Αρχαιολογικό Συμβούλιο αποφάσισε το 1997 να απαγορεύσει τη διέλευση της σήραγγας κάτω από το αρχαίο νεκροταφείο, για λόγους προστασίας του αρχαιολογικού χώρου.
- Ο σταθμός, λοιπόν, μεταφέρθηκε στο σημείο που τον βρίσκουμε σήμερα, ανάμεσα από το παλαιό εργοστάσιο φωταερίου και τη σιδηροδρομική γραμμή Πειραιά-Πλατέος. Τότε αποφασίστηκε η μετονομασία του σταθμού σε «Βοτανικός», η οποία οφειλόταν στον παρακείμενο Βοτανικό Κήπο. Κατά τη διαδικασία κατασκευής της γραμμής όμως αποφασίστηκε να διατηρηθεί το αρχικό όνομα.
- Υπόγειος σταθμός, που δεν αλλοιώνει το τοπικό χρώμα, έχει κοσμηθεί στο επίπεδο έκδοσης εισιτηρίων με το έργο «Διαστρωματώσεις-Ενεργειακές Εικόνες-XVI» του καλλιτέχνη Γιάννη Μπουτέα.
*Πηγή: Wikipedia.gr
Η πρώτη φορά που βρέθηκε στο σταθμό ήταν το 2007 και θυμάται την εντύπωση που της έκανε αυτό το υπόγειο θηρίο, με τις πολυάριθμες κυλιόμενες σκάλες που σε έβγαζαν στην επιφάνεια, 3 λεπτά αφού είχε σταματήσει το βαγόνι στην γκριζοκόκκινη αποβάθρα. Κάποτε ήταν πιο απλό και πιο δύσκολο να μετακινηθείς συνάμα. Είχες μόνο την πράσινη γραμμή που ένωνε τη μία άκρη της πόλης με την άλλη. Όμως η πόλη έπρεπε να αλλάξει και να δημιουργήσει χιαστί πολυχρωμίες.
Έτσι γεννήθηκε το μετρό για εκείνη, που πολύ άργησε να μπει στη ζωή της, γιατί με τίποτα δεν ήθελε να αλλάξει αυτή την πράσινη συνήθεια. Τρένο ήταν μόνο ένα. Ο ΗΣΑΠ. Όλα τα υπόλοιπα ήταν μια προσπάθεια εξευρωπαϊσμού μιας πόλης που ακόμη βγάζει στην επιφάνειά αρχαιότητες από πολύ πολύ μακρινές εποχές.
Έλα όμως που δεν είχε ακούσει καν το όνομα Κεραμεικός. Δεν ήξερε τη συνοικία, την ιστορία, τα χαμηλά σπίτια, τις ψηλές επιχειρήσεις, τη λεωφόρο Κωνσταντινουπόλεως, τη γραφική Ευμολπιδών, την πολυπολιτισμική Μεγάλου Αλεξάνδρου. Ερχόμενη από μία γεμάτη Κυψέλη και έπειτα από τα πολύ μακρινά Βόρεια Προάστια, η εικόνα της γειτονιάς χαράχτηκε ανεξίτηλα μέσα της και συχνά-πυκνά επέστρεφε εκεί — είτε από επιλογή είτε από τύχη.
Εκείνη την πρώτη μέρα του 2007, μία τσιγγάνα έξω από το μετρό προσπάθησε να της πει τη μοίρα της. Επειδή δεν ήξερε από αυτές τις γειτονιές, έμαθε τι της επιφυλάσσουν οι γραμμές του χεριού της και της κόστισε είκοσι ευρώ. Από τότε δεν της έχουν ξαναπεί τη μοίρα της. Ακολουθεί απλά τις πολύχρωμες γραμμές ή τις άλλες, τις ασφαλτοστρωμένες, κι όπου την βγάλει.
Η μοίρα, εξάλλου, είναι κάτι σχετικό. Αν έπαιρνε το πρώτο κι όχι το δεύτερο μετρό, μπορεί να άλλαζε η ζωή της. Αν έμπαινε στο πρώτο κι όχι στο τελευταίο βαγόνι, μπορεί να μην ξεχνούσε το δώρο της φίλης της κάτω από το κάθισμα. Κι αν η δυτική μεριά του αρχαίου νεκροταφείου του Κεραμεικού ήταν αλλού, αλλού θα ήταν και η στάση του μετρό.
Όλα αυτά σκεφτόταν, περιμένοντας να περάσει η ώρα με ένα καφέ στο χέρι, πάνω στο καλοδιατηρημένο γκαζόν έξω από τον σταθμό. Είχε ένα ραντεβού. Το πιο σημαντικό ίσως. Ίσως και το πιο ασήμαντο. Σε κανέναν δεν είπε τι ήταν το ραντεβού. Δεν είχε σημασία ούτως ή άλλως. Οι άνθρωποι που μπαινοβγαίνουν στους σταθμούς, κάνουν διαδρομές, περάσματα ή στάσεις. Κανείς δεν ξέρει την ιστορία κανενός. Ζωές διαμορφώνονται και κάπως αγγίζουν άλλες ζωές. Ή δεν τις αγγίζουν και ποτέ, απλά τις σκουντούν για να τις ενοχλήσουν ή να τις αφυπνίσουν. Όπως οι πολύχρωμες γραμμές του μετρό αλλού τέμνονται κι άλλου χωρίζουν, έτσι συμβαίνει και με τις ανθρώπινες ιστορίες.
Ο καθαριστής του σταθμού την είδε πολλές φορές να περνάει. Το ίδιο και ο υπάλληλος στα εκδοτήρια. Το ίδιο και ο φύλακας, το ίδιο και όσοι δούλευαν στα μαγαζιά γύρω γύρω. Καθόταν πάντα για δέκα λεπτά στο γκαζόν πριν πάει οπουδήποτε. Δεν έμαθαν ποτέ την ιστορία της, αλλά σιγά-σιγά έμαθαν να αγαπούν το γκαζόν και να σχηματίζουν με τα σώματά τους την εικόνα που έβλεπαν καθημερινά. Ακόμη και σε άλλα γκαζόν.