Η «κουλτούρα του επείγοντος» αναφέρεται σε μια κοινωνική τάση όπου υπάρχει η αίσθηση ότι όλα τα ζητήματα και οι δραστηριότητες πρέπει να αντιμετωπίζονται άμεσα, ανεξάρτητα από το πόσο σημαντικά είναι. Αυτή η κουλτούρα επιβάλλει την ιδέα ότι πρέπει να είμαστε συνεχώς διαθέσιμοι και να ανταποκρινόμαστε γρήγορα στις απαιτήσεις της εργασίας ή της προσωπικής ζωής.
Προσωπικά, ήρθα σε επαφή με τον όρο «κουλτούρα του επείγοντος», από ένα άρθρο του National Geographic. Το εντυπωσιακό δεν ήταν ότι δεν ήξερα τον όρο, αλλά το γεγονός ότι μόλις το διάβασα, κατάλαβα αμέσως σε τι αναφερόταν. Μάλλον, η κουλτούρα του επείγοντος, το να είσαι πάντα alert, πάντα διαθέσιμος, ήταν στη ζωή μου… από πάντα.
Εμείς οι γύρω στα 35 πάνω κάτω, μεγαλώσαμε με την ταχύτητα που μας έμαθε το MSN, το facebook, τα κινητά touch και οι ειδοποιήσεις ότι το μήνυμά μας «παραδόθηκε» (το ότι «διαβάστηκε» είναι σχετικά νέα μόδα). Αυτές οι παλιές διηγήσεις όπου οι άνθρωποι έδιναν ραντεβού την προηγούμενη μέρα μέσω σταθερού και δεν ήξεραν αν ο άλλος άνθρωπος θα εμφανιστεί ή όχι, φάνταζαν ως θρίλερ στον εγκέφαλό μου. Δεν θα μπω καν στη διαδικασία να σχολιάσω την αλληλογραφία, τα φαξ και άλλες αναχρονιστικές συνήθειες που καμία σχέση δεν έχουν με το μικρό οθονάκι στην τσέπη μου.
Σιγά σιγά λοιπόν, η κουλτούρα του επείγοντος έγινε καθημερινότητα. Μην τυχόν και χάσεις μήνυμα, μην τυχόν και χάσεις κλήση, μην τυχόν και αργήσεις να απαντήσεις, μην τυχόν και χάσεις το post που έκανε κάποιος και μάθεις τα νέα τελευταίος.
Εργασία και κατεπείγον
Όλα τα παραπάνω στην αρχή έμοιαζαν μετεφηβικές εξάρσεις και εμμονές «της εποχής» των social media που μόλις ξημέρωνε. Όταν όμως η ενήλικη ζωή εγκαταστάθηκε και η εργασία άρχισε να αποτελεί ανάγκη και καθημερινότητα, η κουλτούρα του επείγοντος ήρθε και έγινε σαν μια παχιά στρώση λίπους πάνω σε ταψί που δεν καθαρίζει ούτε με fairy.
Παράλληλα, οι millenials, εκτός από τη συγκεκριμένη κουλτούρα, εμποτίστηκαν και με το σύνδρομο του «καλού παιδιού» (χωρίς ποτέ κανείς να ορίσει τι σημαίνει «καλό παιδί», παρά μόνον οι ίδιοι). Έτσι, τα «καλά παιδιά» έπρεπε να είναι πάντα υπόδειγμα, να κάνουν ό,τι τους ζητείται εντός προθεσμίας, να είναι τέλειοι. Επομένως, σε ένα διεστραμμένο blend με την κουλτούρα του επείγοντος, άρχισε και η διαθεσιμότητα εκτός ωραρίου. Αποτέλεσμα ήταν και είναι, οι εργοδότες να κάνουν πάρτι πάνω σε αυτή την περίεργη μίξη των εργαζομένων, που απλά έτυχε να εξελιχθούν ως γνήσιοι απόγονοι της εποχής τους.
Όλο αυτό φυσικά ουδεμία σχέση έχει με την αποδοτικότητα στην εργασία. Αντίθετα, όπως επισημαίνει το National Geographic, ο ανθρώπινος εγκέφαλος δεν έχει τη νευρογνωστική ικανότητα να εκτελεί πολλαπλές εργασίες ταυτόχρονα. Κάθε φορά που επιχειρούμε multitasking, στην ουσία επιβραδύνουμε τη λειτουργία του εγκεφάλου, με πιθανή μείωση της παραγωγικότητας έως και 40%. Παράλληλα, η συνεχής υπερδιέγερση που προκαλείται, απευαισθητοποιεί το σύστημα ντοπαμίνης, μειώνοντας την ικανότητα να νιώθουμε ευχαρίστηση.
Η κατάσταση αυτή εμποδίζει και τη βαθιά σκέψη, καθώς ο εγκέφαλος, υποχρεωμένος να λαμβάνει γρήγορες αποφάσεις, καταφεύγει σε επιφανειακές διεργασίες. Η έλλειψη συγκέντρωσης περιορίζει την ικανότητα ολοκλήρωσης απαιτητικής εργασίας που χρειάζεται αδιάλειπτη προσοχή. Με την πάροδο του χρόνου, η ψευδαίσθηση του επείγοντος επηρεάζει αρνητικά τη σωματική υγεία, καθώς προκαλεί αντίδραση «μάχης ή φυγής», η οποία οδηγεί σε προβλήματα όπως υπέρταση, έλλειψη ύπνου, υψηλή χοληστερόλη και φλεγμονές.
Προσωπική ζωή
Ο τρόπος αυτός του «ζειν» γίνεται έξη. Οπότε και η προσωπική ζωή επηρεάζεται πολύ εύκολα. Η κουλτούρα της επείγουσας ανάγκης μπορεί να επηρεάσει την προσωπική ζωή, καθώς πολλοί αισθάνονται υποχρεωμένοι να ανταποκρίνονται άμεσα σε μηνύματα και ειδοποιήσεις, για να παραμείνουν συνδεδεμένοι με φίλους και οικογένεια. Αυτό μπορεί να οδηγήσει σε θυσία χρόνου για ξεκούραση και χαλάρωση, ενώ δημιουργεί την αίσθηση ότι πρέπει κανείς να ανταποκρίνεται άμεσα σε ανάγκες άλλων ή να μην μπορεί να αρνηθεί προσκλήσεις. Αυτή η τάση μπορεί να μειώσει τον ποιοτικό χρόνο και τις ουσιαστικές σχέσεις, και επηρεάζει σχεδόν όλους σε κάποια φάση της ζωής τους. Πολλές φορές, το άλλο άτομο μεταφράζει την ανάγκη για αποσύνδεση από τον κόσμο ως ότι «δεν νοιάζεσαι», γινόμενος και αυτός με τη σειρά του θύμα της κουλτούρας του επείγοντος, δημιουργώντας έτσι έναν φαύλο κύκλο.
Η ψευδαίσθηση
Το «επείγον» όταν μιλάμε για οποιαδήποτε δουλειά που δεν σχετίζεται με τη ζωή του ανθρώπου, είναι ψευδαίσθηση. Συχνά λέω στον εαυτό μου ότι «δεν χειρουργώ ασθενή», περισσότερο για να κατευνάσω το άγχος, παρά γιατί το πιστεύω. Ακόμη συχνότερα, το λέω και στους άλλους. Όμως, δρούσα σε μια καθημερινότητα που γύρω μου όλο και περισσότεροι μοιάζουν να έχουν τα συμπτώματα, δεν γίνεται παρά να με πιάσει απελπισία. Και ο φαύλος κύκλος συνεχίζεται.
Δεν είναι τυχαίο ότι σε μια πολύ ενδιαφέρουσα έρευνα της Deloitte για τη Γενιά Z και τους Millennials που συνέδεσε 14.483 άτομα της Γενιάς Z και 8.373 Millennials από 44 χώρες (οι απαντήσεις τους αποκαλύπτουν πώς τα ανατρεπτικά γεγονότα των τελευταίων ετών έχουν διαμορφώσει τη ζωή και τις απόψεις τους, ενώ υπογραμμίζουν ότι, παρόλο που αναγνωρίζουν ορισμένες θετικές αλλαγές, παραμένουν βαθιά ανήσυχοι για το μέλλον τους), φαίνεται ότι η εργασία καθορίζει σε μεγάλο βαθμό τόσο την καθημερινότητα, όσο και την ίδια την ταυτότητα των ατόμων.
Σε τι επίπεδα έχουμε φτάσει που αντί να καθορίζουν την ταυτότητά μας οι φίλοι και οι ωραίες στιγμές, μας καθορίζει η δουλειά; Όλα αυτό είναι σύμπτωμα του καπιταλισμού; Των κοινωνικών διεργασιών; Ή μήπως όλα αυτά έχουν δημιουργήσει τον νέο νευρωτικό άνθρωπο;
Διαχείριση | Πώς να αποφύγεις το burnout
Burnout ελληνιστί είναι η κατάσταση σωματικής, συναισθηματικής και ψυχικής εξάντλησης που προκαλείται από παρατεταμένο στρες ή υπερβολικές απαιτήσεις, συνήθως στον εργασιακό χώρο – όλα όμως μπορούν να συμβάλλουν στο burnout, ειδικά αν η προσωπική ζωή κρύβει εμπόδια και βουνά. Το burnout εκδηλώνεται σε όλους μας με διάφορα συμπτώματα, όπως σωματική και συναισθηματική εξάντληση, χαμηλή απόδοση στη δουλειά, κυνισμό ή αποξένωση, καθώς και ψυχικές επιπτώσεις όπως άγχος και κατάθλιψη. Επίσης, μπορεί να επηρεάσει τον ύπνο μας, να προκαλέσει πονοκεφάλους, προβλήματα στην πέψη και αλλαγές στην όρεξη ή το βάρος μας.
Για να διαχειριστούμε τις απαιτήσεις της κουλτούρας επείγοντος, είναι σημαντικό να δώσουμε προτεραιότητα στη σχέση μας με τον εαυτό μας. Μπορούμε να αφιερώσουμε χρόνο για καθημερινό ή εβδομαδιαίο αυτο-στοχασμό, ώστε να κατανοήσουμε τις συναισθηματικές, σωματικές και ψυχικές μας ανάγκες. Είναι απαραίτητο να επικοινωνούμε αυτές τις ανάγκες με την οικογένεια, τους φίλους και τους συναδέλφους μας, ενώ ταυτόχρονα να θέτουμε σαφή όρια στη διαθεσιμότητά μας. Ας δείχνουμε υπομονή τόσο με τον εαυτό μας όσο και με τους άλλους, επιτρέποντας χρόνο πριν ανταποκριθούμε στις απαιτήσεις.
Αυτά συνιστούν οι ψυχολόγοι και οι ψυχίατροι του εξωτερικού. Συζητώντας με μια φίλη που πρόσφατα άλλαξε δουλειά και χώρα, μου είπε ότι την πρώτη κιόλας εβδομάδα εργασίας της, ο συνάδελφος της είπε ούτε λίγο ούτε πολύ, να φεύγει στις 16.30 και όχι στις 17.00 που λέει το συμβόλαιό της για μην χαλάσει την «πιάτσα» ή μάλλον τον τρόπο με τον οποίο οι ίδιοι οι εργαζόμενοι είχαν διεκδικήσει το δικαίωμα σε μια πιο ανθρώπινη συνθήκη εργασίας. «Έχουμε σπίτι και οικογένειες, δεν χρειάζεται να είμαστε όλη μέρα εδώ», της υπογράμμισε. Εδώ να συμπληρώσω ότι η φίλη δουλεύει ούτως ή αλλως 1 φορά την εβδομάδα τηλε-εργασία.
Και κάπως έτσι, καταλήγουμε σε έναν άλλον, πιο θετικό φαύλο κύκλο: αν είμαστε όλοι μαζί, κάτι μπορεί και να αλλάξει. Αν δεν ζητάμε συνεχώς την εύνοια του άλλου για να καλύψουμε τις δικές μας ανασφάλειες, ίσως το «μαζί» να γίνει κουλτούρα και τρόπος ζωής.