Αν επρόκειτο να απονεμηθεί ο τίτλος της «σχολειούπολης» σε κάποια γειτονιά της Αθήνας, τότε, για την τελευταία προπολεμική δεκαετία και (πολύ περισσότερο) για τις δύο πρώτες μεταπολεμικές, θα μπορούσε να τον διεκδικήσει με πάρα πολλές αξιώσεις η Κυψέλη. Όπως και τον τίτλο της πιο ιστορικής intra muros σχολειούπολης της πρωτεύουσας.
Όχι, βέβαια, για τα δημόσια σχολεία της που ήταν ελάχιστα εκείνες τις εποχές. Τις δεκαετίες του ′50 και του ′60, στην Κυψέλη δεν υπήρχαν παρά τρία Δημοτικά Σχολεία, τα 26ο, 27ο και 30ο και ένα Γυμνάσιο Θηλέων, το 6ο. Τα αγόρια έτρεχαν στο 2ο και στο 8ο, άντε και στο 5ο. Έκτοτε, όμως, πολλά άλλαξαν τόσο εξαιτίας της αύξησης του πληθυσμού της περιοχής, όσο και της μείωσης του αριθμού των παιδιών σε κάθε τάξη (από 60 μέχρι και 80 τότε σε μετά βίας 20 με 25 πλέον). Σήμερα, λειτουργούν τα 26ο, 27ο, 29ο, 30ο, 33ο, 38ο, 45ο, 86ο, 133ο, 134ο και 172ο Δημοτικά και τα 15ο, 19o, 30ο, 39ο, 41o και 60ο Γυμνάσια/Λύκεια.
Η Κυψέλη ήταν «σχολειούπολη» χάρις στα ιδιωτικά σχολεία της ευρύτερης περιοχής της. Η άνθηση ευνοήθηκε αρχικά από δύο διαχρονικούς παράγοντες: το τότε εξοχικό και αραιοκατοικημένο περιβάλλον της και το ότι η γη δεν ήταν ακριβή. Επιπρόσθετα, συνέβαλαν η μικρή απόσταση από τις πιο πυκνοκατοικημένες αστικές συνοικίες της πρωτεύουσας και η μεταπολεμική κατοίκηση της γειτονιάς από πολλά από τα τότε ανερχόμενα και δυναμικά αστικά στρώματα της πόλης.
Η εγκατάσταση, με βάση τα διαθέσιμα στοιχεία, άρχισε το 1910 με το Πρότυπον Εκπαιδευτήριον Αθηνών του Η. Κωνσταντινίδη, μετέπειτα Εκπαιδευτήρια Μίνας Αηδονοπούλου και τα σημερινά Εκπαιδευτήρια Δούκα (που εγκατέλειψαν την περιοχή αρχές της δεκαετίας του ′70) ως Σχολή Πρακτικών Σπουδών, μετέπειτα διαδοχικά Σχολή Μεγαρέως «Ο Προμηθεύς» και Παλλάδιο Λύκειο – Φίλιππου Δούκα. Μέχρι και το Αμερικανικό Κολλέγιο Αθηνών βρέθηκε εκεί για μία τριετία (1925-28), αλλά και η Ιόνιος Σχολή από το 1926 ως και τις αρχές της δεκαετίας του ′60 και, προπολεμικά μόνον, μία Ιταλική Σχολή Καλογραιών.
Από το 1935 ως το 1952 είχε έδρα στην ευρύτερη περιοχή η σημερινή Σχολή Μωραΐτη ως Πρότυπον Λύκειον Αθηνών ή Σχολή Μπερζάν και για μια εικοσαετία από το 1941 το Λύκειο «Η Αθηνά» του Γ. Ζηρίδη. Από, δε, το 1934 ως το 1982 περιφερόταν στη γειτονιά το Αθηναϊκό Λύκειο του Α. Τυχόπουλου. Άλλα ιδιωτικά σχολεία της Κυψέλης ήταν η Σχολή Αθηνών του Α. Κατσάνη, ο Ελικών, η Σχολή Βρατσάνου-Βέρβη, το Λύκειο Αυτιά-Παπαϊωάννου και στη συνέχεια Αττικόν Λύκειον, το Λύκειο Φωτοπούλου, η Σχολή Κατσαΐτη, το Λύκειο Νούσια, η Σχολή Κοραή και η Ελληνική Παιδεία, της εγκαταστάσεις της οποίας χρησιμοποιεί σήμερα η Χριστιανική Αγωγή. Κάπως πιο μακριά, τη θέση της παλιάς Σχολής Μπάξερ είχε πάρει η Σχολή Γουναράκη. Ίσως, βέβαια, να υπήρχαν και άλλα, για τα οποία δεν βρέθηκαν στοιχεία, όπως ένα Λύκειο Σολωμός και το ιδιωτικό σχολείο της κυρίας Θεοδωρίδου, στα οποία πήγαιναν, όπως αναφέρουν, συγγραφείς, ενώ διέμεναν στη γειτονιά.
Ενδεικτικό της δυναμικής της πρώτης μεταπολεμικής περιόδου της περιοχής που προσείλκυε τα ιδιωτικά σχολεία είναι και η εγκατάσταση στην περιοχή ορισμένων εμβληματικών φροντιστηρίων ξένων γλωσσών, ινστιτούτα τα έλεγαν τότε, με πρώτο και καλύτερο το Παράρτημα Πατησιών (Annexe de Patissia), ένα από τα ελάχιστα πέρα από το κεντρικό, του Γαλλικού Ινστιτούτου Αθηνών (Institut Français d’Athènes), που διατηρήθηκε ως τη δεκαετία του ′90, του Ελληνοαμερικανικού Ινστιτούτου (μετέπειτα «Όμηρος») το 1962, αλλά και του πρώτου μάλλον παραρτήματος του Βρετανικού Ινστιτούτου (μετέπειτα Φροντιστηρίου Χαμπάκη).
Ένα άλλο ενδεικτικό στοιχείο της δυναμικής της περιοχής ήταν και οι επιτυχίες των μαθητών της περιοχής στις εισαγωγικές εξετάσεις τόσο των πανεπιστημιακών σχολών όσο και των προτύπων σχολείων της πρωτεύουσας. Για παράδειγμα, το 1961 είχαν περάσει τις άκρως απαιτητικές εξετάσεις για το Βαρβάκειο 26 τουλάχιστον κυψελιώτες επί 160 επιτυχόντων. Ποσοστό 16,25%!
Ήρθε, ωστόσο, το πλήρωμα του χρόνου και τα ιδιωτικά σχολεία της Κυψέλης ουσιαστικά εξαφανίστηκαν για τον ίδιο λόγο που είχαν έρθει στην περιοχή. Η κατακόρυφη αύξηση του πληθυσμού της Κυψέλης, οι στεγαστικές ανάγκες των οποίων ανέβασαν κατακόρυφα το κόστος της γης, η ανάγκη των σχολείων να παρέχουν όλο και περισσότερες υπηρεσίες στα παιδιά που κατέφευγαν σε αυτά και, ως εκ τούτου, μεγαλύτερων οικοπέδων, η διαρροή μεγάλου μέρους της μεσοαστικής τάξης της Κυψέλης προς τα αθηναϊκά προάστεια, τα έσπρωξαν αρχικά προς τα βορειοανατολικά προάστεια των Αθηνών και αργότερα, για ανάλογους λόγους, ακόμα μακρύτερα με αποτέλεσμα να παρατηρείται σήμερα το φαινόμενο τα παιδιά να σπαταλάνε, τελείως αντιπαιδαγωγικά, ατέλειωτες ώρες, κουτουλώντας τα μικρότερα, μέσα σε σχολικά λεωφορεία!.
Λίγο αργότερα, από τις οικογένειες που έμεναν στην Κυψέλη (όπως και σε άλλες συνοικίες που είχαν αρχίσει να παρακμάζουν) μαθητές έφυγαν από τα δημόσια σχολεία της γειτονιάς τους προς ιδιωτικά άλλων περιοχών, υπό τον φόβο των γονέων πως ο μεγάλος αριθμός παιδιών μεταναστών στα πρώτα θα επηρέαζε αρνητικά τον ρυθμό προόδου των τέκνων τους σε αυτά, με αποτέλεσμα σε πολλά ιδιωτικά σχολεία προνομιούχων περιοχών να πλειοψηφούν οι μαθητές και οι μαθήτριες από περιοχές όπως η Κυψέλη, το Πολύγωνο, η Αττική κ.λπ.