Όταν η βαλίτσα με το όνομα «Καισαριανή» ανοίξει, από μέσα της θα ξεχυθούν τα δάκρυα των προσφύγων, τα κουτούκια,
η σκόνη των αλλοτινών χωματόδρομων, ο ήχος του μπουζουκιού, η μυρωδιά του βασιλικού, οι ηλικιωμένοι που αναπολώντας συνεχίζουν και οι νέοι που ζούνε την Καισαριανή των πολυκατοικιών και των διαμερισμάτων, κάποιες κόκκινες κηλίδες που ξεκινάνε από τον τοίχο του Σκοπευτηρίου, η αίσθηση ενός συνοικισμού που μεγάλωσε απότομα αλλά δεν έχασε τη ζεστασιά και τη φιλοξενία του. Τη βαλίτσα αυτή κρατάει ακόμη στα χέρια της μία ηλικιωμένη ασπρομαλλούσα κυρία που επιμένει να αφηγείται την ιστορία της Ελλάδας.
Η εγκατάσταση προσφύγων στην Καισαριανή
Γράφει ο Νίκος Α. Σάμιος
Ο τόπος γέμισε τσαντίρια, ξύλινες παράγκες με στέγη από λαμαρίνα και πισσόχαρτο. Πολλές γυναίκες ήταν μαυροφορεμένες, με ορφανά παιδιά, με γέροντες ανήμπορους. Στο μέρος της σημερινής πλατείας της Καισαριανής, στήθηκε ένα εργοτάξιο κατασκευής πλίνθων. Την πλατεία αυτή την ονόμασαν πλατεία Αναγεννήσεως.
Άρχισαν να κατασκευάζονται περίπου 1.000 πλίθινα σπιτάκια από χώμα και άχυρο. Οι χώροι διαβίωσης ήταν στενοί, πολλά τα άτομα σε μικρούς χώρους, αλλά οι πρόσφυγες είχαν κυρίως πείσμα για τη ζωή και εργατικότητα για τη δημιουργία. Ήλπιζαν ότι αύριο θα ήταν μια άλλη καλύτερη μέρα. Αισιοδοξούσαν, αλλά είχαν τον καημό και τη νοσταλγία των πατρίδων τους, τη Γη της Μικρασίας.
Αργότερα, άρχιζαν να κατασκευάζονται προσφυγικές πολυκατοικίες. Οι δρόμοι ήταν χωμάτινοι, αλλά η άγονη αυτή γη, η πετρώδης, στολίστηκε με λουλούδια με γλάστρες βασιλικού, γιασεμιού, με πρασινάδα, με δέντρα ακακίας και μουριάς.
Ο ασβέστης ήταν εμφανής μέσα στα σπιτάκια και έξω από αυτά, στις αυλές, τους δρόμους. Η σκόνη από τους χωμάτινους δρόμους το καλοκαίρι, η λάσπη τον χειμώνα τους απασχολούσε έντονα. Υπήρχαν κοινόχρηστα αποχωρητήρια χωρίς επάρκεια. Νερό έπαιρναν με ντενεκέδες και κουβάδες από το βρυσάκι – υπάρχει σήμερα στάση λεωφορείων «Βρυσάκι» στην αρχή της οδού Φορμίωνος.
Μετά τοποθέτησαν μερικές κοινόχρηστες βρύσες στις γωνιές των δρόμων, με περιορισμένο χρόνο λειτουργίας, με ουρές γυναικών και παιδιών με άδειους τενεκέδες να περιμένουν την ουρά, με τον νερουλά να εισπράττει μια δεκάρα τον τενεκέ και με τη μεταφορά του στα σπιτάκια να απαιτεί μεγάλη προσπάθεια εκ μέρους των γυναικών και των παιδιών.
Τα βράδια φωτίζονταν οι κάτοικοι με λυχναράκια και λάμπες πετρελαίου. Τα καλοκαιρινά απογεύματα, αφού οι νοικοκυρές κατάβρεχαν τα πεζοδρόμιά τους για να δροσίσει, κάθονταν στα σκαλοπάτια τους και στα σκαμνάκια τους και συζητούσαν τα καλά τους μα και τα άσχημά τους. Έπιναν το καφεδάκι τους, έτρωγαν το γλυκό του κουταλιού και δόξαζαν τον Θεό.
Τα παιδιά στους δρόμους έπαιζαν με ζωντάνια και φωνές. Οι εργαζόμενοι έρχονταν το απόγευμα από τη δουλειά κουρασμένοι. Είχαν και αυτοί την ανάγκη να πιούν λίγο κρασί στο ταβερνάκι, με λίγο τηγανιτό ψαράκι ή φασόλια με ρέγκα, λίγη ντομάτα χαρακωτή και έτσι ξεχνούσαν την κούρασή τους, πίνοντας και συζητώντας για το σήμερα και το παρελθόν.
Οι μανάδες πολλές φορές γεννούσαν στα σπίτια με τη βοήθεια της μαμής. Τους αρραβώνες, γάμους, γεννήσεις, γιόρταζαν χαρούμενα με τα απαραίτητα φαγητά, με μουσικές και με πολλή αγάπη και αλληλεγγύη. Ιδρύθηκε το ΠΙΚΠΑ ιατρείο (οδός Σμύρνης), για την πρωτοβάθμια παιδική φροντίδα. Υπήρχαν και μερικοί γιατροί, (Ο Γκούμας, ο Σταθάκης, ο Μαϊνώφ, ο Τριανταφυλλίδης κ.α.).
Λειτούργησαν τα πρώτα Δημοτικά σχολεία. Στην αρχή τα παλιά σχολεία, έτσι τα έλεγαν, δίπλα στο ρέμα, στο τέρμα της οδού Νέας Εφέσου, ήταν από ξύλινους πήχης καλυμμένους με λάσπη. Μετά, το Δημοτικό σχολείο της Έλενας Βενιζέλου στη λεωφόρο. Απέναντι από αυτό το σχολείο χτίστηκε το γυμναστήριο ΝΗΑΡ ΗΣΤ, εύφορο φυτώριο του αθλητισμού.
Ιδρύθηκε η λαϊκή αγορά στη λεωφόρο Υμηττού, πίσω από τον Άι Νικόλα. Ήταν μια σειρά από μαγαζιά-παράγκες που εύρισκες τα προς το ζην. Υπήρχαν και τα μικρομάγαζα σε όλο τον οικοδομικό ιστό της πόλης.
Το χειμώνα, στο κρύο και τις βροχές, είχαν για θέρμανση το μαγκάλι με τα κάρβουνα ή τη γκαζιέρα πετρελαίου που σε αυτή μαγείρευαν το φαγητό τους. Τα χρόνια περνούν, ο συνοικισμός γύρω από το νοσοκομείου Συγγρού ονομάστηκε Καισαριανή και το 1934 έγινε Δήμος με συγκεκριμένους θεσμούς.
Στα α-γνωστα της Καισαριανής
Γράφει η Σοφία Τριανταφυλλοπούλου
01 | Όταν η Καισαριανή εντάχθηκε στο σχέδιο πόλης, τον Ιούλιο του 1923, κατείχε έκταση 231 στρεμμάτων. Σήμερα, η έκταση του Δήμου Καισαριανής είναι περίπου 8.500 στρέμματα από τα οποία τα 7.500 είναι ορεινή περιοχή και πράσινο και τα 1.000 κατοικημένοι και κοινόχρηστοι χώροι.
02 | Η μαρμάρινη αρχαϊκή Κεφαλή του Κριού που υπάρχει σήμερα στον περίβολο της Μονής Καισαριανής δεν είναι η πραγματική. Η αυθεντική απομακρύνθηκε από το σημείο τη δεκαετία του ‘70 για να προστατευθεί από τυχόν κλοπή ή βανδαλισμό. Η πρωτότυπη φυλάσσεται στο Αρχαιολογικό Μουσείο Αθηνών.
03 | Στις όχθες του ντερέ (ρέμα) της Καισαριανής έβοσκαν γουρουνάκια, κότες, κατσίκες και αγελάδες. Κι όπως λέει και το τραγούδι «με παρέσυρε το ρέμα», έτσι κι ο ντερές, όταν φούσκωνε από τα νερά της βροχής, παρέσερνε ό,τι έβρισκε στο πέρασμά του. Σήμερα, ο ντερές έχει μπαζωθεί. Σε κάποια σημεία του «βόσκουν» παρκαρισμένα αυτοκίνητα, ενώ άλλα έχουν μεταμορφωθεί σε χώρους περιπάτου.
04 | Στα κάγκελα του Δημοτικού Σχολείου Βενιζέλου υπάρχουν μέχρι και σήμερα τα ίχνη από τις σφαίρες της Κατοχής. Μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του ′50 στην πίσω πλευρά του σχολείου υπήρχε εγκαταλελειμμένο ένα άρμα μάχης.
05 | Η μεγάλη συστάδα από πανύψηλα κυπαρίσσια στο Σκοπευτήριο, φυτεύτηκε μετά την Κατοχή. Για κάθε δεκάδα εκτελεσμένων φυτεύθηκε και ένα κυπαρίσσι.
06 | Το 1928 γεννήθηκε στην Καισαριανή η Δόμνα Σαμίου. Με καταγωγή από το Μπαϊντίρι Μικράς Ασίας, μεγάλωσε στις παράγκες της Καισαριανής κι έγινε ξακουστή σε όλη την Ελλάδα, αφού συνέβαλε στη διάσωση και διάδοση της ελληνικής παραδοσιακής μουσικής.
07 | Η κεντρική λεωφόρος της Καισαριανής άλλαξε πολλές φορές ονομασία. Αρχικά ονομαζόταν λεωφόρος Καισαριανής, ύστερα Παναγή Τσαλδάρη, το 1936 Βενιζέλου, κατόπιν μετονομάστηκε σε Βασιλέως Κωνσταντίνου, έπειτα σε Δημοκρατίας και, τέλος, Εθνικής Αντιστάσεως.
08 | Το νερό της Καισαριανής ήταν ιαματικό αλλά και θαυματουργό, όπως αναφέρει και ο Παπαδιαμάντης στο διήγημά του Το θαύμα της Καισαριανής. Από τα αρχαία χρόνια μέχρι και τη δεκαετία του ′80 πολλοί Αθηναίοι ανηφόριζαν το βουνό και γέμιζαν τις στάμνες και τα μπιτόνια τους από το «…ιαματικόν και χωνευτικόν ύδωρ της Καισαριανής». Σήμερα, στο σημείο που αναβλύζει υπάρχει πινακίδα που γράφει πως δεν είναι πόσιμο.
09 | Την πρώτη φορά που έγινε λειτουργία στον Ι. Ν. Κοίμησης της Θεοτόκου (Παναγίτσα) ήταν η πρωτοχρονιά του 1929, σ’ έναν μικρό σανιδένιο ναό κατασκευασμένο με πολύ κόπο από τους μικρασιάτες πρόσφυγες. Ως κανονικό κτίριο θεμελιώθηκε το 1934.
10 | Μια μεγάλη στιγμή για την πόλη ήταν, όταν στις 11 Ιουλίου 1966 ο Μίκης Θεοδωράκης έδωσε συναυλία στο γήπεδο της ΝΗΑΡ ΗΣΤ. Ο κόσμος δεν χωρούσε στο κατάμεστο γήπεδο και εκατοντάδες είχαν ανέβει στα δέντρα και στις ταράτσες των γύρω σπιτιών για να παρακολουθήσουν τη συναυλία.
11 | Το 1ο Γυμνάσιο Καισαριανής και το Πυροφυλάκιο της Δασοπροστασίας του Δήμου Καισαριανής ονομάστηκαν «Δημήτρης Καραμολέγκος» προς τιμήν του εθελοντή δασοπυροσβέστη που σε ηλικία 20 ετών έχασε τη ζωή του στη μεγάλη φωτιά του Υμηττού στις 22 Ιουλίου 1998.
12 | Πολλές σκηνές της ταινίας Το κλωστοσκούφι (1959) έχουν γυριστεί στα προσφυγικά πέριξ της εκκλησίας του Αγίου Νικολάου της Καισαριανής. Στις παλιές πολυκατοικίες της οδού Βρυούλων έχουν επίσης γυριστεί σκηνές για την ταινία Ο άνθρωπος με το γαρύφαλλο και στο Σκοπευτήριο για την ταινία-αφιέρωμα στην ηρωίδα της Εθνικής Αντίστασης Ηρώ Κωνσταντοπούλου 17 σφαίρες για έναν Άγγελο. Τα προσφυγικά της Καισαριανής έχουν αποτυπωθεί και στη μικρή οθόνη στη σειρά Βαμμένα κόκκινα μαλλιά, αλλά και σε αρκετές σειρές της τηλεόρασης, αφού όπως είχε πει ένας σκηνοθέτης «η Καισαριανή είναι ένα τεράστιο σκηνικό εποχής».
13 | Τα τελευταία χρόνια, το πάρκο Σκοπευτηρίου έχει γεμίσει με αποικίες όμορφων και φωνακλάδων παπαγάλων. Κάποιοι μάλιστα έχουν εξοικειωθεί τόσο με τους ανθρώπους που κατεβαίνουν και παίρνουν την τροφή από τα χέρια τους. Μυστήριο παραμένει το πώς τα πουλιά αυτά από την Αφρική και τις μακρινές Ινδίες έφτασαν στην Ελλάδα.
14 | Στα πρώτα χρόνια λειτουργίας του, το «Χάραμα» λεγόταν «Ιωακείμ» και ήταν αναψυκτήριο, όπου πήγαιναν οικογένειες να πάρουν τον καθαρό αέρα τους και να ακούσουν μουσική από το γραμμόφωνο που διέθετε. «Χάραμα» ονομάστηκε πολύ αργότερα, το 1964, από το τραγούδι του Παπαϊωάννου «Πριν το Χάραμα».
15 | Οι οδοί Σολομωνίδου και Σεϊζάνη, έχουν τα ονόματα επιφανών δημοσιογράφων της Σμύρνης. Ο Σωκράτης Σολομωνίδης ήταν εκδότης της Σμυρναίικης εφημερίδας Αμάλθεια και ο Μιλτιάδης Σεϊζάνης
διευθυντής της εφημερίδας Ιωνία. Η ονομασία των οδών έγινε τη δεκαετία του ′30.