Όταν μιλάμε για την μπλουζ σκηνή όχι μόνο της Ελλάδας, αλλά και όλης της Ευρώπης, το πρώτο όνομα που μας έρχεται αυθόρμητα στο μυαλό, είναι αυτό των Blues Wire.
Για περισσότερα από τριάντα χρόνια το, κορυφαίο στο είδος του, συγκρότημα των Ηλία Ζάικου και Σωτήρη Ζήση, έχει στο ενεργητικό περισσότερα από 10 άλμπουμ, αμέτρητες ζωντανές εμφανίσεις και συνεργασίες με μεγάλα ονόματα του εξωτερικού.
Μιλήσαμε με τον Ηλία Ζάικο, κιθαρίστα και τραγουδιστή του γκρουπ, λίγες μέρες πριν εμφανιστούν στο θρυλικό Κύτταρο, που ανοίγει για πρώτη φορά τις πόρτες του έπειτα από 18 μήνες, για να γιορτάσει με τους καλύτερους οικοδεσπότες!
Μετράτε αισίως περισσότερα από 30 χρόνια στη μουσική, αλλά υπάρχει νέος κόσμος που ίσως να μην γνωρίζει τους Blues Wire. Θέλεις να μας πεις λίγα λόγια για την ιστορία της μπάντας;
Συνοπτικά, ξεκινήσαμε ως Blues Gang αρχές δεκαετίας ’80, γύρω στο 1986 μετονομαστήκαμε σε Blues Wire 031, λίγα χρόνια αργότερα το 031 δεν είχε λόγο ύπαρξης (ειδικά στο εξωτερικό), απαλείφθηκε και έκτοτε πορευόμαστε με το όνομα που κρατάει μέχρι σήμερα.
Ποια ήταν τα πρώτα σου ακούσματα και πως ήρθες σε επαφή με το μπλουζ;
Μέχρι τα 16-17 μου δεν άκουγα ξένη μουσική, μόνο ρεμπέτικα, λαϊκά, και λίγα δημοτικά. Κατόπιν, με ένα θεαματικό άλμα, από τα γλυκανάλατα ντίσκο-ποπ τραγούδια της εποχής, βυθίστηκα στον κόσμο του προοδευτικού ροκ. Η αγάπη μου γι’ αυτό ήταν αληθινή ανάγκη, με συνάρπαζε η αέναη αναζήτηση ήχων και με γοήτευαν τα φιλόδοξα πρότζεκτ με τα μακρόσυρτα κομμάτια και τις δαιδαλώδεις αρμονικές αλλαγές, κάτι που αρκετοί χαρακτηρίζουν ματαιόδοξο και εντέχνως κουλτουριάρικο. Υπάρχουν και τέτοια δείγματα φυσικά, προσπαθούσα όμως κατά κανόνα να βλέπω την θετική πλευρά αυτών των προσπαθειών.
Στα μπλουζ θα έλεγα πως οδηγήθηκα από την έμφυτη περιέργεια μου, πάντα διάβαζα μανιωδώς τα στοιχεία στα εξώφυλλα των δίσκων, λεπτομέρειες, ονόματα, πληροφορίες, ό,τι υπήρχε σε τυπωμένες λέξεις. Έτσι έφτασα να βλέπω κάτω από τα τραγούδια διαφόρων γκρουπ ονόματα συνθετών όπως Elmore James, Muddy Waters, Willie Dixon και ν’ αναρωτιέμαι ποιοι είναι αυτοί, στη συνέχεια τους έψαξα και βυθίστηκα στα μπλουζ. Τα πρώτα μου αυθεντικά ακούσματα, αφού είχα ήδη γνωρίσει πολλές επανεκτελέσεις κλασσικών κομματιών, ήταν κυρίως από ακουστικούς μπλουζμεν, Skip James, Robert Johnson, Son House, John Hammond, Blind Lemon Jefferson και τα περισσότερα απο τα ονόματα που σήμερα είναι μυθικά. Αργότερα, λάτρεψα τους ηλεκτρικούς κιθαρίστες, πρώτα τους μαύρους, T-Bone Walker, BB King, Buddy Guy, κατόπιν επιφανείς λευκούς εκπροσώπους σαν τους Mike Bloomfield, Peter Green…
Εκτός από τους Blues Wire, έχεις δισκογραφήσει και ως σόλο καλλιτέχνης. Πόσο διαφοροποιούνται οι προσωπικές σου δουλειές ως προς τον ήχο αλλά και την δημιουργική διαδικασία;
Είμαι μουσικός που δεν έχω ησυχία, πάντα ψάχνω και με ενδιαφέρει να εμπλουτίζω διαρκώς το παίξιμο μου, να εξερευνώ ηχητικούς τόπους που μου είναι εν πολλοίς άγνωστοι. Πιστεύω πως υπάρχουν διαφοροποιήσεις, και στο υλικό αλλά και στο πλησίασμα του με την χρήση διαφορετικών οργάνων και φυσικά εκτελεστών. Τα βήματα μου ίσως μοιάζουν κάπως ανασφαλή, όμως ποτέ δεν είχα την οικονομική άνεση και τις κατάλληλες διασυνδέσεις προκειμένου να φτιάξω πράγματα που έχω στο μυαλό μου. Πολύ θα το ήθελα, μέχρι σήμερα πάντως είναι ένας δρόμος με πολλά και συχνά ανυπέρβλητα εμπόδια.
Με τον Σωτήρη Ζήση συμπορεύεστε από το ξεκίνημα του γκρουπ. Πως είναι να συνεργάζεσαι τόσα χρόνια με έναν άνθρωπο; Η αγάπη για την τέχνη και την δημιουργία μπορεί να λειάνει τις όποιες προσωπικές διαφωνίες μπορούν να προκύψουν;
Ναι, όπως το λέτε είναι. Ως άνθρωποι είμαστε ατελή όντα, με αδυναμίες και ελλείψεις, η κατακλυσμιαία επιρροή της τέχνης όμως πραγματικά μπορεί να λύσει Γόρδιους δεσμούς, με δυο προϋποθέσεις. Να υπάρχουν κοινές αξίες και μια μίνιμουμ ταυτόσημη αισθητική προσέγγιση της τέχνης. Ο Σωτήρης έχει πει κάτι που θεωρώ ιδιαίτερα σημαντικό και το κουβαλάω μέσα μου σαν ευαγγέλιο: “ξεκινήσαμε να παίζουμε μουσική και όχι μουσικά όργανα”. Χωρίς την παρουσία του, οι Blues Wire δεν θα υπήρχαν σήμερα.
Ποια στιγμή θεωρείς ως την πιο σημαντική στην μέχρι τώρα πορεία σας; Νιώθεις γεμάτος από τα πράγματα που έχετε κάνει ή θεωρείς ότι σε μια μεγαλύτερη, για παράδειγμα, χώρα θα είχατε καταφέρει ακόμα περισσότερα πράγματα;
Η συνεργασία μας με αυθεντικούς εκπροσώπους του μπλουζ είναι θαρρώ εκείνο που μας τιμά και μας κάνει περήφανους πάνω και πέρα από τα υπόλοιπα. Θα αναφέρω και τον δίσκο Fence γιατί νομίζω ήταν η μοναδική φορά που μας δόθηκε χρόνος και άνεση να καταγράψουμε πολλά δικά μας κομμάτια που ξεφεύγουν από την πεπατημένη του 12μετρου και τα στεγανά του ιδιώματος. Και αύριο να τελειώσει η ζωή μου, θα αναχωρήσω ευτυχής. Καβάλησα το σύννεφο και έκανα ταξίδια μαγικά, ποτέ δεν φανταζόμουν πως θα ήμουν στη γης μέχρι σήμερα και ποτέ δεν πίστευα πως θα πατήσω όπου στάθηκα.
Σε μιαν άλλη χώρα, ίσως καλύτερα, μπορεί και χειρότερα, δεν γνωρίζω και μου προκαλεί εκνευρισμό να πιθανολογώ για τέτοια θέματα. Είναι διαφορετικό να αξιολογείς τις συνθήκες που επικρατούν σε άλλα κράτη από το να έχεις βαρύνουσα άποψη για τη θέση σου εκεί. Όνειρα ναι, ψευδαισθήσεις όχι.
Κυνηγήσατε ποτέ αυτό που λέμε “διεθνή καριέρα”; Θεωρείς πως το μπλουζ έχει, στη χώρα μας, γνωρίσει την αποδοχή που του αξίζει;
Κάποιες φορές το σκεφτήκαμε κάπως σοβαρά να “την ψάξουμε” στο εξωτερικό, σε πολύ αδρές γραμμές όμως και δίχως την απαιτούμενη συγκέντρωση και στόχευση. Ίσως μας βόλεψε και λίγο το “βασιλιάς στο χωριό”, δεν είμαι σίγουρος. Για κείνο που είμαι σίγουρος είναι πως για κάτι τέτοιο χρειάζεται συνδυασμένες ενέργειες πολλών ανθρώπων διαφορετικών ειδικοτήτων και αντικειμένου, αυτούς δεν τους βρήκαμε ποτέ στα μέρη μας, τουλάχιστον όχι ταυτόχρονα για ν’ ανάψει μια αρχική φλόγα.
Το μπλουζ είναι αιώνιο, διαρκές, ήρθε για να μείνει δίπλα στον άνθρωπο. Βαδίζει με κυματισμούς, πάνω, κάτω, στροβιλίζεται και ηρεμεί. Έχει τη θέση που του δίνουν όσοι το αγαπούν και το νοιάζονται, είναι κατά βάση μια λαϊκή μουσική, σαν ένα φθαρμένο αγαπημένο ρούχο, σαν την πιο ζεστή αγκαλιά της πλάσης. Σε έναν κόσμο που θεοποιεί όσα λάμπουν ετεροφωτισμένα και ψεύτικα, αποτελεί ένα καταφύγιο, μια καλύβα, το σύστημα δεν έχει χώρο για τέτοιες επιλογές, πέρα ίσως από ολιγόλεπτα συγκαταβατικά αφιερώματα τουριστικού κυρίως ενδιαφέροντος.
Έχετε συμπράξει και με θρύλους της παγκόσμιας σκηνής. Ποιες συνεργασίες θυμάστε πιο έντονα; Μοιραστείτε μαζί μας μια ωραία ιστορία.
Όλες έχουν την αξία και την μοναδικότητα τους, και δεν υπεκφεύγω. Θα αναφέρω κατ’ εξαίρεση μόνο το όνομα του Louisiana Red που τον αγαπήσαμε βαθιά και ειλικρινά σαν δικό μας άνθρωπο, είχαμε πολύχρονη σχέση και συνεργασία. Ορίστε ένα πικάντικο στιγμιότυπο αφού το ζητάτε:
Παίζουμε σε φεστιβάλ του εξωτερικού συνοδεύοντας τον Τεξανό U.P. Wilson. Έπινε πολύ του λόγου του, και ποτά και τσιγάρα, τις περισσότερες ώρες της ημέρας ήταν σχεδόν μεθυσμένος. Καθόμαστε περιμένοντας στα καμαρίνια πίσω απο τη σκηνή, όπου βρίσκονται οι Dr Feelgood για το σετ τους. Ο Wilson έχει χυθεί σε μια πολυθρόνα και τον έχει πάρει ο ύπνος. Οι Βρετανοί ξεκινάνε το γνωστό τους κομμάτι Milk and Alcohol, κουπλέ, κιθαριστικά ριφς και έρχεται η στιγμή του ρεφραίν που διατυμπανίζει: “They got him on milk and alcohol”. Με το που ακούγεται η επίμαχη λέξη, ο Τεξανός πετάγεται σαν σούστα με ορθανοιχτα μάτια και αναφωνεί: “Alcohol!!” Μια μόνο φορά και ξαναχύνεται στην πολυθρόνα συνεχίζοντας τον ύπνο του.
Θεωρείς πως υπάρχουν αξιόλογοι εκπρόσωποι του δικού σας ήχου σήμερα στην Ελλάδα; Ποιους άλλους καλλιτέχνες, ανεξαρτήτου μουσικού στυλ, θαυμάζετε από την νεότερη σκηνή;
Μα φυσικά, και μάλιστα πολλοί, οι νεότεροι εξ αυτών έχουν την ατυχία να ζουν σε καιρούς που η ενασχόληση με μια μουσική σαν το μπλουζ βρίσκεται στα όρια του ανεκδότου δεδομένης της κατάστασης στη χώρα μας. Επιτρέψτε μου να μην αναφέρω ονόματα, δεν θέλω να αδικήσω κανέναν.
Η σχέση σας με τα social media και με την τεχνολογία γενικότερα ποια είναι; Η ψηφιακή εποχή έχει επηρεάσει τον τρόπο που κάνετε μουσική σήμερα;
Θα την χαρακτήριζα περιπαικτικά “δεινοσαυρική”. Είμαστε παλαιάς κοπής μουσικοί, εκεί που νοιώθουμε ζωντανοί είναι στα πάλκα, στις ζωντανές εμφανίσεις και όχι πίσω από ψηφιακές οθόνες. Προσωπικά είμαι αρκετά ενεργός σε πλατφόρμες κοινωνικής δικτύωσης (sic) αλλά περισσότερο σε ανθρώπινο επίπεδο και όχι στοχευμένης επαγγελματικής ενασχόλησης. Ειδικά τα χρόνια της πανδημίας περνώ αρκετές ώρες διαβάζοντας και χαζεύοντας στο διαδίκτυο.
Για κάποιον που θέλει να μυηθεί στον κόσμο της μπλουζ μουσικής, ποια 5 άλμπουμ θεωρείται ως τα πιο σημαντικά και αντιπροσωπευτικά, να προτείνετε;
Εντάξει, δεν μπορεί να είναι μόνον πέντε, ενδεικτικά ας αναφέρω όμως κάποια.
Blues at Newport Recorded live at the Newport Folk Festival 1959-1964,
Τhe Chess Box – Willie Dixon,
Live in Cook County Jail – BB King,
The Best of Peter Green’s Fleetwood Mac,
The Fillmore Concerts – The Allman Brothers Band…
Το μπλουζ σαν είδος θεωρείς πως έχει εξελιχθεί ικανοποιητικά μέσα στις δεκαετίες; Και ποιο θεωρείς ότι είναι το προσωπικό στίγμα που έχουν αφήσει οι Blues Wire στη σκηνή αυτή;
Το μπλουζ μπολιάζει και μπολιάζεται, ποτέ δεν έμεινε απαθές η αμέτοχο στις εξελίξεις της μουσικής στο πέρασμα του χρόνου. Τούτο είναι και μια βασική αρετή του πιστεύω, ένα χαρακτηριστικό που του επιτρέπει να παραμένει πάντα επίκαιρο και ακμαίο. Το αν και ποιο στίγμα αφήνουμε σαν γκρουπ, είμαι ο τελευταίος που μπορεί να το αξιολογήσει. Κείνο που μπορώ να καταθέσω, είναι πως υπήρξαμε αφοσιωμένοι και ειλικρινείς, ποτέ δεν ξεπουλήσαμε την τέχνη μας και δεν ξεπουληθήκαμε, χωρίς αστερίσκους και εξαιρέσεις. Είμαστε περήφανοι, αυτό είναι αρκετό.
Η ελληνική μουσική τι ρόλο έχει παίξει στην ζωή σου και πόσο έχει επηρεάσει τον δικό σου ήχο;
Σε ό,τι αφορά τις δικές μου συνθέσεις, ναι, σε κάποιο βαθμό. Σπάνια περνούν όμως αυτές οι πτυχές του παιξίματος μου στο υλικό του γκρουπ, με πιο χαρακτηριστική στιγμή το κομμάτι Breznitsa που συνέθεσα για το χωριό από το οποίο έλκω την καταγωγή μου και συνήθως παίζουμε στις συναυλίες μας.
Οι καραντίνες πως λειτούργησαν στο δημιουργικό σας κομμάτι; Και πως ήταν το συναίσθημα της επιστροφής στις ζωντανές εμφανίσεις;
Αμηχανία, αβεβαιότητα, σφίξιμο. Σε όλη μου τη ζωή σκαρώνω συνεχώς τραγούδια και μελωδίες, δεν σταμάτησα να το κάνω στις καραντίνες, όπως όμως έχω ήδη τονίσει, είμαστε μουσικοί της σκηνής, του λάιβ. Οι πρώτες φορές που παίξαμε μετά από μήνες, ήταν για μένα φορτωμένες με μεγάλες δόσεις stagefright, κάτι που με χαρακτηρίζει έτσι η αλλιώς, τώρα όμως γιγαντώθηκε. Είναι και η ηλικία και οι φυσικές αντοχές μας που επηρεάζονται επίσης, όλα αυτά όμως με τις πρώτες νότες στο πάλκο εξαφανίζονται. Μαγεία, ζωογόνος δύναμη και μια αίσθηση επιβεβαίωσης των επιλογών μας. Είναι ευτυχία η μουσική, μια συναυλία κρατάει λίγο αλλά τα παρεπόμενα της αρκούν να μας κρατήσουν μέχρι την επόμενη.
Πως αισθάνεσαι για το μέλλον της μουσικής αρχικά, αλλά και της γενικότερης κατάστασης στην ανθρωπότητα. Μπορούμε να είμαστε αισιόδοξοι με όλα αυτά που συμβαίνουν;
Για τη μουσική, ό,τι και να πω δεν θα προσθέσω κάτι αξιομνημόνευτο. Όσο γεννιούνται, ερωτεύονται και παλεύουν οι άνθρωποι, μέσα από θριάμβους και τραγωδίες, το κλάμα και το γέλιο πάντα θα γίνονται τραγούδια. Με αλλαγές, με δυσκολίες, με σκαμπανεβάσματα, παντοτινή συντροφιά μας. Για την ανθρωπότητα τι να σας πω δεν ξέρω. Αισιόδοξος πάντως δεν είμαι ιδιαίτερα, το καπιταλιστικό μένος και η ταξική ανισότητα του δυτικού κόσμου σε συνδυασμό με την ανέχεια και την υποβάθμιση του τρίτου κόσμου και παράλληλα ο βιασμός της φύσης, δεν αποτελούν ευοίωνα μηνύματα.
Αν και ζείτε μόνιμα στη Θεσσαλονίκη, έχετε πολλούς ακροατές στην Αθήνα, την οποία επισκέπτεστε και συχνά για συναυλίες. Τι σημαίνει για εσένα “Αθήνα”;
Στην αρχή μου ήταν αντιπαθής, με το πέρασμα των χρόνων γεύτηκα κάποιες από τις χάρες της και συνειδητοποίησα πως η ομορφιά κρύβεται στα πιο απίθανα μέρη, αρκεί να έχεις τύχη και διάθεση να την διακρίνεις ανάμεσα στη δυσωδία που τείνει να κάνει αισθητή την παρουσία της με έντονο και επιθετικό τρόπο. Μεγαλούπολη, ελαφρώς ξένη για μένα και τις συνήθειες μου, δεν μπορώ να διαχειριστώ εύκολα τα μεγέθη της, πόσο μάλλον τώρα που μεγάλωσα. Χρωστάω όμως μια κουβέντα ευγνωμοσύνης στους ανθρώπους της, έχουν δείξει τέτοια και τόση αγάπη στο γκρουπ που δεν βρίσκω λόγια να περιγράψω τα συναισθήματα μας.
Μίλησέ μου και για την επερχόμενη συναυλία σας στο Κύτταρο όπου είναι και η πρώτη που πραγματοποιείται σ’ αυτόν τον ιστορικό χώρο, μετά την πανδημία. Τι να περιμένουμε;
Για όλους μας θα είναι μια πρωτόγνωρη κατάσταση. Το Κύτταρο και οι άνθρωποι του μας τιμούν με το ενδιαφέρον και τη στήριξη τους πολλά χρόνια τώρα, υπάρχει μια αληθινά ζεστή και ειλικρινής σχέση μεταξύ μας, αυτό πιστεύω πως είναι και η πιο σταθερή και σίγουρη βάση να χτιστεί μια βραδιά -παρέα με τους εκλεκτούς προσκεκλημένους- που θα μπορέσει τελικά να θυμίσει τον οργασμό του χθες και να ξορκίσει τους δαίμονες του σήμερα.
Επόμενος δίσκος για τους Blues Wire υπάρχει στα σκαριά;
Κάτω από άλλες συνθήκες, θα μιλούσα για δίσκους. Προς το παρόν, κρατάω μικρό καλάθι και αναμένω να «ξεπατηθεί» το pause της ζωής μας.
Ευχαριστούμε πολύ! Ραντεβού λοιπόν στο Κύτταρο, στις 8 του Οκτώβρη!