Συχνά ο ανώνυμος περιπατητής (flâneur) του Άστεως, ξεφυλλίζοντας σοκάκια, ρούγες, μεϊντάνια και πλατώματα, βολτάροντας στις κιτρινισμένες σελίδες εφημερίδων άλλων καιρών, συναντά (αόρατα) τοπία τα οποία εδώ και πολλές δεκαετίες, απλά δεν υφίστανται στο φάσμα του αισθητού…
Άλλοτε οι επιδρομές αλλοφύλων, άλλοτε η αρχαιολογική σκαπάνη, κάποιες φορές η οικιστική ανάπτυξη, ο πολεοδομικός σχεδιασμός και το (προσδοκώμενο) «εργολαβικόν κέρδος» έχουν οδηγήσει στην κατεδάφιση ναών, μεγάρων, κρηνών, τοποσήμων γενικότερα που είχαν καταγράψει τη δικιά τους ιστορία στη «θεματική ενότητα» της Παλιάς Αθήνας. Σε αυτές τις περιπτώσεις καλούνται οι σύγχρονοι ταξιδευτάδες της Πόλης μας να αποσυνθέσουν το παρόν, ώστε να αναδομήσουν (με διαφορετικά υλικά) το παρελθόν.
Για να γίνει επιτυχώς αυτή η εσωτερική διαδικασία ανάπλασης χρησιμοποιούνται ως εργαλεία η δημιουργική αφαιρετική φαντασία, η γοργόφτερη νοσταλγία μαζί με γκραβούρες, (ρετρό) φωτογραφίες αρχείου, χάρτες και ενίοτε Κείμενα Νεοελληνικής Λογοτεχνίας όπως –δυστυχώς ΔΕΝ– τα διδαχθήκαμε στα μαγικά εκείνα χρόνια του Σχολειού.
Εν προκειμένω, αναφερόμαστε αρχικά σε μια ολόκληρη γειτονιά του Θησείου, η οποία σβήστηκε από το χάρτη τη δεκαετία του 1930, προκειμένου να γίνουν εκτεταμένες ανασκαφές και να έρθουν στο φως αρχαιότητες που προκαλούν τον παγκόσμιο θαυμασμό. Συγκεκριμένα, η εν λόγω συνοικία –η οποία ονομαζόταν «Βρυσάκι»– εκτεινόταν στο χώρο που βρίσκεται σήμερα η (αποκαλυφθείσα) Αρχαία Αγορά με γεωγραφικά σύνορα τον ναό του Ηφαίστου (δυτικά), τη Στοά Αττάλου (ανατολικά), την οδό Αδριανού (προς βορρά) και το Ριζόκαστρο με τους «σπηλαιοβριθείς βράχους» της Ακροπόλεως (προς νότο).
Το Βρυσάκι το οποίο «ήτο περιώνυμον άλλοτε δια το σατυρικόν πνεύμα των κατοίκων του», υπήρξε λαβυρινθώδες, πολυπληθές, αμιγές και συμπαγές διαμέρισμα των Αθηνών. Τονίζεται ότι μέσα σε όλη αυτή την περιοχή που κατεδαφίστηκε, υπήρχαν εκκλησίες, πλήθος ανεξαρτήτων κατοικιών, αρτοποιεία, ταβέρνες, καφενεία (όπως το βενιζελικό του Καρατζά και το φιλομοναρχικόν του Σοφού), πλατείες και γενικά ό,τι (προϋποθέτει και) συνεπάγεται η ύπαρξη μιας ζώσας μικροκοινωνίας.
Το σήμα κατατεθέν της γειτονιάς ήταν η Παναγία Βλασαρού που ήταν μια τρίκλιτη βασιλική του 17ου αιώνα αφιερωμένη στα Εισόδια της Θεοτόκου, η οποία είχε διατελέσει...
Πρωτοδικείο και Άρειος Πάγος κατά τους χαλεπούς Οθωνικούς καιρούς του νεότευκτου Ελληνικού κρατιδίου. Πλησίον της Βλασαρούς, υπήρχε η Πλατεία Γιγάντων («Επωνύμων Ηρώων») όπου ήταν στημένα δύο ανθρωποτερατόμορφα κολοσσιαία αγάλματα… («Αθήνα. Ιχνηλατώντας την πόλη με οδηγό την ιστορία και τη λογοτεχνία», Θαν. Γιοχάλας, Τόνια Καφετζάκη, ΕΣΤΙΑ, 2012).
Όμως, η ενορία της Βλασαρούς περιελάμβανε και ένα «πρωτότυπο» συμβολικό τοπίο/σημείο, άγνωστο στο ευρύ κοινό.
Ήταν ο «Ηλίας και Χαραλάμπης», ένα ιδιόμορφο διπλό εκκλησάκι όπου ο ευρύχωρος κυρίως ναός ήταν αφιερωμένος στον Προφήτη Ηλία ενώ ο Άγιος Χαράλαμπος αποτελούσε το δίδυμο παρεκκλήσι το οποίο ήταν «παλαιότατο και αυτό και εμπνέον θρησκευτικήν γοητείαν με τας χαμηλάς και αδράς καμάρας του».
Κατά πάσαν ένδειξη, η πιο γλαφυρή-παραστατική περιγραφή του συγκεκριμένου ναΐσκου έχει γίνει από τον λόγιο αρθρογράφο της εποχής Γεράσιμο Βώκο ο οποίος σε κάποιο «Αθηναϊκό Περίπατό» του αναφέρει (12/03/1895): «γυρμένο εις την γωνιά μιας ατειχίστου αυλής, έναντι σειράς πτωχικών οικίσκων, κάτω από δυο τρεις αγριοκαρυδιαίς, πίσω από ένα πρασσινοκίτρινο αρρωστιάρικο πεύκο, φτωχό και ταπεινό εγείρεται το δίδυμο εκκλησάκι […] ξένο και έρημο, αλειτούργητο και πάμπτωχο, το δίδυμο εκκλησάκι στη γωνι κανενός δεν προσελκύει το βλέμμα […] είναι ως μικρού πετροκτισμένου καλυβιού η όψις του και αν δεν είχε την μικράν καμπάναν του και υπ’ αυτήν το σιδερένιο σταυρουδάκι του και κάτωθεν εντοιχισμένη την εικόνα του Προφήτου Ηλιού, κανείς δεν θα το εξελάμβανεν ως εκκλησίαν».

Ταυτόχρονα, ο Βώκος εστιάζει και σε κάποια στιγμιότυπα από την καθημερινότητα της γειτονιάς των Ηλία και Χαραλάμπη…
Μικρά παιδάκια κυνηγιούνται και πετροβολούνται αφηνιασμένα στους θορυβώδεις δρόμους. Γειτόνισσες «εν ατημελισία περιβολής» πλένουν, απλώνουν και ευθυμολογούν. Ο στραγαλάς, ρίχνοντας μια βραχνιασμένη φωνή, διαφημίζει το προϊόν του και απέρχεται, ενώ ο φούρναρης σκυθρωπός και σκυφτός περιφέρεται έξω από το μαγαζί του. Λίγο μακρύτερα, εργαζόμενοι νέοι και μαθητές με ταχύ βήμα χάνονται «εκεί πάνω προς τα υψώματα, όπου διαφαίνονται υπέρ τας στέγας των οικιών τα κράσπεδα της Ακροπόλεως».

Ο αθηναιολόγος Δημήτρης Καμπούρογλου («Aι παλαιαί Αθήναι», 1922) με αφορμή αναφορά του σχετικά με «τα ηνωμένα εκκλησίδια ταύτα, τα οποία ευτυχώς διατηρούν πολλά απομεινάρια ιεράς παλαιότητος…», μας πληροφορεί ότι όταν οι Αθηναίοι βασανίζονταν σκληρά από λειψυδρία και (κυρίως) επιδημίες πανούκλας «ελιτάνευον μεν τον Προφήτην Ηλίαν κατά της ανομβρίας, αλλά και τον Χαραλάμπην κατά της πανώλους, σειρά δε παράδοξος δεισιδαιμονιών σχετίζεται προς αυτόν και προς την κατασκευήν του {μονομερίτικου} αντιπανωλικού πουκαμησιού του». Παράλληλα, ο Καμπούρογλου γράφει για μια τότε συσχέτιση (σύγχυση–ταύτιση;) μεταξύ των κυρίων ονομάτων Ηλίας και Χαραλάμπης «όστις απλώς ώς Λάμπης ήτο γνωστός εις τους φέροντας το όνομα τούτο εν Αθήναις συνδυάσαντες ούτω την λάμψιν προς τον Ήλιον» (Ηλία;)!

Τέλος, την επόμενη φορά που θα επισκεφθούμε το «Βρυσάκι» -και τον φερώνυμο δρομίσκο- για καφέ και ποιοτική κουβεντούλα με φίλους, ας έχουμε ανά χείρας τον Καμπούρογλου και υπό μάλης τον «Μικρό Ρωμηό». Έτσι, ίσως διακρίνουμε ανάμεσα στους περαστικούς, τους (πάντοτε επίκαιρους) χαρακτήρες «Φασουλή και Περικλέτο» από τις έμμετρες πολιτικές σάτιρες του Γιώργου Σουρή…
Πιθανόν να διέλθουμε από τον «κήπο με τ’αγάλματα», στην Πλατεία Γιγάντων και τη γειτονική Βλασαρού. Ανηφορίζοντας από την οδό Επωνύμων προς τις οδούς Ευρυσακείου, Αστεροσκοπείου και Αγίων Αποστόλων, θα μας προηπαντήσει «ατμίς θυμιάματος» από το πτωχικό εκκλησιδάκι του Ηλία – Χαραλάμπη. Η κεκυρτωμένη ευλαβής γειτόνισσα και κτίτωρ όπως ο νους τη στήνει εμπρός μας –αγαθή και άυλη– θα μας κεράσει γλυκό του κουταλιού χαμόγελο… Για άλλη μια φορά η βιωματική περιπλάνησή μας θα έχει συγκλίνει προς το ζητούμενο των απώτερων εσωτερικών ενατενίσεων, τον Άνθρωπο!

[ΠΗΓΗ: akrokerama.blogspot.com]
Πρώτη Δημοσίευση: Ιανουάριος 2019