Τα ανθρώπινα θηρία δεν έχουν δόντια και νύχια. Δε βρυχώνται. Είναι τα «καλά παιδιά» που μας πάνε πίσω. Είναι αυτές και αυτοί που για χάρη της αλήθειας τους, πατάνε κάτω την ψυχή μας.
Που είναι συνέχεια έτοιμοι και έτοιμες να συμβουλέψουν, να γιατροπορέψουν, να «δώσουν».
Που μας βγάζουν τον χειρότερό μας εαυτό, γιατί μας κάνουν να αισθανόμαστε ότι πρέπει να αμυνόμαστε συνεχώς.
Πρώτα, όμως, μας έχουν απονευρώσει κάθε άμυνα. Μας έχουν πει «σ΄αγαπώ» και «εδώ είμαι εγώ». Μες στο σπίτι τους γίνεται πόλεμος και φέρνουν πυρομαχικά για να ξεκινήσουν και στο δικό μας σπίτι έναν.
Μας αποδυναμώνουν-κι ας αποτελέσουν αργότερα μια εμπειρία δύναμης στις προσωπικές μας αποσκευές. Μας αποκαλούν, μας χαρακτηρίζουν, μας κατακρίνουν.
Μας προξενούν πόνο και ανασφάλειες. Έχουν τα δικά τους φίλτρα για την ζωή. Φορούν μαύρα γυαλιά γιατί έτσι προτιμούν να βλέπουν γύρω τους.
Μας ξεγελούν συνεχώς…
Κι εμείς που είμαστε με στήθος γυμνό και με ψυχή όλο πίκρα, για τους εντελώς δικούς μας λόγους, γινόμαστε εύκολα θύματά τους και τους αφηνόμαστε. Εκθέτουμε στιγμές μας, ανθρώπους και απόψεις μας στα μάτια τους. Για να έρθουν αυτοί και αυτές να τις κάνουν μπούμερανγκ και να μας τραυματίσουν. Ξανά και ξανά.
Άνθρωποι με τρομακτικά καλή μνήμη. «Είπες αυτό και έκανες εκείνο»/ «Πότε;»/ «Τότε».
Να πάνε στο καλό. Έρχεται η ώρα που αποκαλύπτονται. Έχουμε φταίξει. Βλακεία μας. Γιατί θα έχουν πολλά να πουν για εμάς στο επόμενο, ανυποψίαστο θύμα. Θα βαφτίσουν την συμπόρευσή τους μαζί μας ως προβληματική περίοδο της ζωής τους, αλλά θα καμωθούν πως «δεν μετανιώνουν για τίποτα». Είναι μάγκες κι εμείς μηδενικά.
Το μηδέν μας όμως μπορεί, ίσως, και να είναι μια τεράστια αγκαλιά. Για όλους, εκτός αυτών-αυτοί είναι μαύρα σκυλιά και δεν ξεχωρίζουν από το σκοτάδι. Είναι σκοτάδι.
Κι όλοι ξέρουμε πόσο ερωτεύσιμο είναι το άτιμο το σκοτάδι… Δύσκολο το παρακάτω. Αλλά πρέπει να βρούμε την δύναμη να το τολμήσουμε.