Αν σας έχει συµβεί να ζείτε κάτι και να νοµίζετε πως είτε παίζετε σε ταινία (χωρίς να πληρώνεστε) είτε ότι παρακολουθείτε παράσταση (χωρίς να πληρώνετε), είστε οι άνθρωποί µου. Γιατί ξέρω, θα µε πιστέψετε πως όσα σας εξιστορώ έχουν συµβεί στ’ αλήθεια και δεν είναι όσα γεννά ένα νοσηρό µυαλό ενός ακόµα ηµιτελούς και άτυχου συγγραφέα που οι άτιµες εκδοτικές και το σύστηµα βεβαίως βεβαίως δεν έχουν αναγνωρίσει το ταλέντο του.
Ένα αδιάφορο µεσηµέρι, ένας άθλιος φραπές, σ’ έναν χώρο όπως η Πλατεία Αµερικής, θα µπορούσε να οδηγήσει τον bro Spike Lee σε µία καταπληκτική ταινία! Οι πρωταγωνιστές και το στόρυ υπάρχουν στους δρόµους.
Νοερά μεταφερθείτε στην αγαπημένη Πλατεία Αμερικής (πλατεία Αγάμων αλλά οι ιμπεριαλιστές μας γ@@@@ @ν και μας άλλαξαν και το όνομα). Μεσημέρι, Μάιος, ζέστη.
Το πεζοδρόμιο απέναντι ακριβώς από την πλατεία, θεόστενο, εγώ όμως κάθομαι σε καφετέρια στυλ έιτις, μετά από ένα αποτυχημένο ραντεβού και πίνω άθλιο φραπόγαλο. Γύρω μου η Μαύρη φυλή σε παρέες φωνάζουν, χαβαλεδιάζουν, αλληλοπειράζονται. Καπνίζουν, χορεύουν χωρίς να χορεύουν, και ένα τεράστιο «BRO» διαχέεται στη ατμόσφαιρα. Αμέσως σκέφτηκα ΣΠΑΙΚ ΛΙ, γούσταρα κι άρχισα να παρατηρώ. Πέρα από φυλές θα έχετε παρατηρήσει πως οι κοντοί άνθρωποι κάνουν την περισσότερη φασαρία, καταλαμβάνουν τον μεγαλύτερο χώρο από τον αντίστοιχο του Σχορτσιανίτη, έχουν γενικώς μία επεκτατική πολιτική. Είτε πρόκειται για τον Νίκο Ρίζο, είτε για τον Δομάζο, ισχύει αυτό που λέει το τρελό αγόρι Αμπαζής με τους στίχους του: «Αν δεις ψηλό μη φοβηθείς, μ’ αν δεις κοντό φυλάξου».
Κι εδώ λοιπόν, ανάμεσα στις παρέες πρωτοστατεί ο 1.50 αγαπημένος της παρέας, ο οποίος χτυπιέται, γελάει, κάνει σάλτα. Κάτοχος ενός άμοιρου αυτοκινήτου, μοβ χρώματος, ταλαιπωρημένου (και το αυτοκίνητο και το χρώμα). Ανοίγει με θεατρικές κινήσεις την πίσω πόρτα και καλεί τους bro να αρχίσουν αν τοποθετούν τις κούτες με cd.
Αρχηγός, τους καθοδηγεί, εκείνοι πιστοί τελειώνουν με άτσαλο τρόπο το στοίβαγμα. «Είμαι πολύ Δυτικός ρε φίλε» μονολόγησα όταν είδα πως αν τα είχαν κάνει πιο τακτοποιημένα θα χωρούσαν και άλλες δύο κούτες που είχαν περισσέψει. Πάντως βρήκαν τρόπο και τις χώρεσαν. Ο 1.50 μπαίνει στη θέση του οδηγού, ήταν και το (μη) ύψος του ήταν και το πεσμένο κάθισμα, ίσα που διακρίνονταν. Χαμογέλασα διακριτικά. Βάζει μπροστά, ο κινητήρας έκανε σαν θηρίο τριαξονικού. Κάνει όπισθεν απότομα, καβαλάει πεζοδρόμιο. Ένας δύστυχος bro δεν προλαβαίνει να απομακρυνθεί, τον χτυπάει το μοβ θηρίο, πέφτει κατάχαμα και για κακή του τύχη η μία ρόδα έχει πατήσει ακριβώς στον αστράγαλο του. Επικρατεί πανικός και εξαλλοσύνη, κάνω να σηκωθώ, αλλά όλοι τρέχουν, πάνω κάτω.
Ο Μαύρος Ρίζος, κατεβαίνει τρομοκρατημένος, η πράσινη υπερμεγέθη μπασκετική του μπλούζα ανεμίζει. Ο έρμος σφαδάζει. Όλοι παρακινούν τον οδηγό να βάλει μπροστά ξανά το αμάξι και να τον απελευθερώσει. Μπαίνει, βάζει μπροστά και με την ίδια ατσαλοσύνη το μετακινεί μπροστά. Αρχίζουν όλοι να αδειάζουν τις κούτες κακήν κακώς (όπως τις είχαν βάλει), σηκώνουν τον χτυπημένο ανθρωπάκο και τον τοποθετούν στο πίσω κάθισμα, εκείνος ήταν κάπως πιο ήρεμος, μάλλον δεν ήταν σπάσιμο. Άκουγα μόνο «bro» και «hospital». Ο οδηγός σβέλτα, μπαίνει στο αμάξι, γύρω μας έχουν μαζευτεί όλες οι παρέες, συζητούν, κουνάνε το κεφάλι. Μια υποψία ομαλότητας επιχειρεί να ξανακερδίσει το πάνω χέρι. Ο οδηγός κάτι έχει όμως ξεχάσει, μέσα στην ταραχή του ανοίγει άξαφνα την πόρτα με μία κοφτή κίνηση. Εκείνη την ώρα μία μαύρη γαζέλα, μια θεά, μία θύελλα με ένα εξαιρετικό άσπρο κολάν, ράστα μαλλί, γουόκμαν και στυλ πέρναγε με το ποδήλατό της. Η πόρτα τη χτυπά με δύναμη και μίσος. Από το πουθενά, βρίσκεται κατάχαμα, αλλού το ποδήλατο, αλλού αυτή, αλλού το γουόκμαν.
Ο 1.50 αποσβολωμένος την βλέπει να σηκώνεται την ώρα που οι υπόλοιποι δεν ξέρουν τι ακριβώς να κάνουν. Τον αρχίζει σε κάτι “fuck you bro” και σε κάτι άλλα που δεν καταλάβαινα. Είχε σκίσει το κολάν της και τα γουόκμαν της είχαν σπάσει. Νέα Εθνοσυνέλευση, νέα bro και σούρτα φέρτα. Η αλήθεια ήταν ότι όλοι απασχολούνταν με το νέο θύμα, το πρώτο φώναζε για να κερδίσει την προσοχή τους. Ο οδηγός εκλιπαρούσε συγγνώμη από την κατά πολύ ψηλότερη του -θεέ μου τι γυναίκα-, η οποία συνέχισε να του τα χώνει. Ένα γέλιο άρχισε να με δονεί, στην αρχή εσωτερικά αλλά με απειλή να εξωτερικευτεί. Η αλήθεια είναι ότι και άλλοι, μαύροι στο χρώμα, είχαν αρχίσει να μειδιούν. Ένας μάλιστα είχε κάτσει κάτω και δεν μπορούσα να καταλάβω αν έκλαιγε ή αν γέλαγε.
Με τα πολλά, ο οδηγός με πεσμένα τα φτερά, ξαναμπήκε στο φονικό μοβ όπλο για να επιτελέσει το αρχικό του καθήκον. Η τύπα κούναγε υποτιμητικά το κεφάλι της. Ο οδηγός έβαλε ξανά μπροστά, το θηρίο ξαναρίχτηκε απότομα στην πολύπαθη Πατησίων. Η σύγκρουση δεν ήταν σφοδρή αλλά ήταν σύγκρουση. Ένα άλλο αυτοκίνητο, γεμάτο και αυτό bro την είχε φάει κανονικά.
Κατέβηκαν από το αμάξι τρεις τύποι, τσαντισμένοι, επικίνδυνοι, αρπαγμένοι. Νέες φωνές, αλληλοτραβήγματα, χορευτικές φιγούρες.
Ο 1.50 είχε πέσει πάνω στο τιμόνι και χτύπαγε το κεφάλι του, οι υπόλοιποι προσπαθούσαν να εξηγήσουν στους τρεις καμπαλέρος τι είχε γίνει.
Ένα υστερικό γέλιο με κυρίευσε όπως και έναν bro που είχε καθίσει δίπλα μου, χωρίς να με ρωτήσει – μία παρέα είμαστε όλοι. Αυτό που μας ένωσε ήταν αυτό που κατάφερα ανάμεσα από γέλια και δάκρυα να ξεστομίσω: “Like Spike Lee”.
Discussion about this post