Ένας συνηθισμένος περίπατος στην άδεια καλοκαιρινή Αθήνα με τον Κωνσταντίνο Τζούμα, το 2021, επιφυλάσσει μεγάλες εκπλήξεις- ανατροπές!
Πολλές φορές συνόδευσα τον Κωνσταντίνο από το σπίτι μου, όπου κάναμε πρόβες (με την Κερασία Σαμαρά για κάτι θεατρικό που σχεδιάζαμε), μέχρι το Φίλιον, διασχίζοντας την πλατεία Εξαρχείων, το τελευταίο καλοκαίρι…
Τότε συνειδητοποίησα πόσο δημοφιλής ήταν, αλλά και πόσο ατρόμητος, όταν σχεδόν μας επιτέθηκε ένας «περίεργος» τύπος ζητώντας του το λόγο: «Δε μου λες ρε Τζούμα, γιατί είπες στο ραδιόφωνο ότι απορείς που βρίσκουμε τα λεφτά και ζούμε χωρίς να δουλεύουμε;» Μου κόπηκαν τα γόνατα, ήταν έτοιμος να τον μουντάρει… Πήγα κάτι να πω «μα ο κύριος Τζούμας είναι…» (αυτό που ακολούθησε δε θα το ξεχάσω ποτέ). «Και τώρα σε ρωτάω και πάλι», του λέει ο Τζούμας με βροντερή φωνή, «πού βρίσκετε τα λεφτά; Πώς ζείτε; Πώς πληρώνετε όλα αυτά τα τατουάζ, τα ρούχα σας, το φαγητό σας;» — η πλατεία άδεια· τρόμος! Αυτό ήταν, σκέφτηκα, θα μας κάνουνε φέτες.
«Μας υποστηρίζουν πολλοί», συνεχίζει ο «επαναστάτης».
«Με ποιο σκοπό;», ρωτάει ο Τζούμας. «Για να πολεμήσουμε εσένα και τους ομοίους σου, το κατεστημένο», του απαντά κι ο «αναρχικός». «Κατεστημένο είσαι εσύ», ανταπαντά ατακαριστά ο Κωνσταντίνος, «Άντε ρε να δουλέψετε, κηφήνες» — θυμάμαι τις λέξεις μία μία. Εκεί είπα το τετέλεσται. Παραδόξως, ο «νεαρός» (κοντός, αστέρι στις πολεμικές τέχνες), μαλακώνει ελαφρώς και «αντεπιτίθεται», «αυτά τα λέει ο παππούς μου». Για να πάρει την πληρωμένη απάντηση: «Μ’ αυτόν μάλιστα να συζητήσω, με σένα τι να πω; Άντεπήγαινε από ‘δω». Μέχρι να φτάσουμε ψηλά στην Αραχώβης, κοίταγα προς τα πίσω διακριτικά. Εξαφανίστηκε. Αυτή την πλευρά του Κωνσταντίνου ούτε που την φανταζόμουν! «Μα», του λέω, όταν φτάσαμε κοντά στο Φίλιον, «είσαι με τα καλά σου; Αυτοί είναι ικανοί να σε λιντσάρουν».
Τι μου απάντησε ο αθεόφοβος! «Σώπα καλέ».
Σχεδόν ποτέ δεν θυμάμαι λεπτομέρειες, αλλά παραδόξως, μερικές μένουν για πάντα στο μυαλό μου, σαν ζωντανά μνημεία της πόλης μου.