Αν ήταν ασκητής σε κάποιο μοναστήρι κι έβρισκαν στα κιτάπια του σκόρπια τούτα τα λόγια, θα αναφωνούσανε με μιας πως ήτανε προφήτης. Δεν είναι όμως ούτε ασκητής, ούτε προφήτης είναι. Είναι ένας δημιουργός που είχε στραμμένη την προσοχή του στα πολιτικοκοινωνικά ζητήματα της εποχής. Η τέχνη αποτελούσε -όπως φάνηκε- για τον Γιάννη Μηλιώκα ένα μέσο διέγερσης και αφύπνισης του (ανέκαθεν) βαθιά υπνωτισμένου λαού.
Ο διορατικός Γιάννης Μηλιώκας, τριάντα χρόνια πριν, κυκλοφορεί τον δίσκο με τίτλο “Greko Maskara” στον οποίο περιλαμβάνει τραγούδια όπως το “Κάπου θα συναντηθούμε“,(Δε μπορεί, δε μπορεί κάπου θα συναντηθούμε/ στο ίδιο σπίτι ζούμε), ή το “Λίγες μείνανε” (σαν τον κατάδικο που μετράει νύχτες, λίγες μείνανε), το “Κατά Ιωάννη Μ.”, ένα ωραιότατο τροπάριο…
“Ο γιατρός” (πάθανε κολούμπρα τα λεφτά μου), “Είμαι καλό παιδί” (παραμύθια, όλα θα πάνε καλά), “Νανούρισμα” (κοιμήσου και παρήγγειλα φρουτόκρεμα σε σκόνη και ένα κουμπιούτερ σου ‘φερα με έγχρωμη οθόνη), “Ναταλία” (ένα όνομα σε όλο το κομμάτι: Όνομα της κόρης του δημιουργού), το ομώνυμο κομμάτι “GreKo Maskara” (διαχρονική αυτοβιογραφία του Ελληναρά) και το κομμάτι κόλαφος…
Το ποίημα αυτό για το οποίο θα σας μιλήσω, αποδίδει εύστοχα την τωρινή καθημερινότητα μας χωρίς ίχνος υπερβολής.
Τι γινόταν όμως το 1990 όταν κυκλοφόρησε ο δίσκος, ο οποίος περιλάμβανε το συγκεκριμένο τραγούδι;
Στις εκλογές του 1989 το ΠΑΣΟΚ έχασε την κοινοβουλευτική πλειοψηφία αλλά δεν προέκυψε σταθερή κυβέρνηση. Ο Ανδρέας Παπανδρέου σε προεκλογική συγκέντρωση (στο Περιστέρι), προτρέπει τον Υπουργό Οικονομικών “Τσοβόλα, δώσ’τα όλα!
Παροιμιώδης φράση, έχει μείνει στην ιστορία! Άρα καταλαβαίνετε ότι την περίοδο που έβγαινε ο δίσκος, μύριζε ΠΑΣΟΚ και Ν.Δ. Το Νοέμβριο του 1989 έγιναν ξανά εκλογές αλλά δεν βγήκε μονοκομματική κυβέρνηση. Δεκαοκτώ ημέρες μετά συγκροτήθηκε “οικουμενική κυβέρνηση” από τα τρία μεγάλα κόμματα και πρωθυπουργό τον Ξενοφώντα Ζολώτα. Το 1990 βγήκε η Ν.Δ… Κι άρχισαν (τα όργανα) να ανακαλύπτουν τα διογκωμένα ελλείμματα του δημόσιου χρέους. Όπως καταλαβαίνεται από την “πολιτική πανδημία” δεν γλυτώνεις ποτέ.
Πληθωρισμός, αποσταθεροποίηση, ΑΕΠ, “Τα δημόσια ελλείμματα κινούνται (…) σε επίπεδα που δεν έχουν ιστορικό προηγούμενο σε ειρηνική περίοδο”, είπαν. Πακέτο Ντελόρ, Σαντέρ και πολλά πακέτα για να είμαστε πάντα στο χείλος της καταστροφής… και λέει ο Μηλιώκας, το 1990:
“Ένα δωμάτιο η μικρή μας γειτονιά και το μπαλκόνι σου μισάνοιχτο συρτάρι
Μου χαμογέλασες στου μπάνιου τη γωνιά, σου τηλεφώνησα κι εγώ απ’ το πατάρι. Απόψε θα βγούμε
θα πάμε στην κουζίνα, θα σε περιμένω δίπλα στο καλοριφέρ κι άμα θες μετά μπαίνουμε σ’ ένα παπούτσι και πάμε να τα πιούμε στου σαλονιού το μπαρ.”
Είναι ή δεν είναι προφητικό αυτό το τραγούδι;
Ο δίσκος κυκλοφόρησε από τη Minos. Την παραγωγή του δίσκου έκανε ο Ηλίας Μπενέτος, ο πρώτος που πίστεψε στην δυναμική των στίχων του Γιάννη Μηλιώκα, στη διορατικότητα του και στο ταλέντο του. Για να καταλάβουμε λίγο καλύτερα την περίοδο την οποία κυκλοφόρησε ο δίσκος, ήρθαμε σε επαφή με τον κ. Μπενέτο.
“Αυτό το τραγούδι (Βόλτα σ’ ένα παπούτσι) ήταν μια προσέγγιση για το πώς ζούσαν μέσα στην σχεδιασμένη -από μεριάς τους- μοναξιά και πώς μέσα σε ένα σπίτι είχαν στήσει τον δικό τους κόσμο. Η διαφορά είναι ότι σήμερα είναι ένας επιβεβλημένος κόσμος και μια επιβεβλημένη μοναξιά. Το τραγούδι, λοιπόν, το προσεγγίζει ανάποδα. Ο Μηλιώκας έλεγε, ότι ένας κόσμος ολόκληρος ήταν η σχέση τους, η συνύπαρξη τους και η παρουσία του κι είχε φροντίσει με μία μουσική που θυμίζει Επτάνησα, να είναι ένα χαρούμενο, συνολικότερα, τραγούδι. Άσχετα αν περιέκλειε τον κόσμο τους ανάμεσα στα στοιχεία ενός δωματίου και ενός σπιτιού. Ήταν δική τους επιλογή! Είχαν κλείσει την ζωή τους σε ένα δωμάτιο, γιατί αυτό τους ενδιέφερε. Να είναι πρωταγωνιστές σε αυτόν τους τον κόσμο”
“Ο Μηλιώκας ήταν ανήσυχο πνεύμα και διέθετε μία οξυδερκή ματιά στα πράγματα. Ήταν πάντα πολύ εύστοχος. Αυτό που συνέβαινε το έβλεπε, ακόμα και με έναν τρόπο προφητικό, διότι είχε τη δυνατότητα να μπαίνει και να σκιαγραφεί, ειδικά στη συγκεκριμένη δισκογραφική δουλειά. Το ομώνυμο τραγούδι (σ.σ Greko Maskara) έχει πολύ πίκρα μέσα, διότι αντικατοπτρίζει την πρόθεση ενός ολόκληρου λαού να μπαγαποντίσει τις λοβιτούρες του. Ο Μηλιώκας αυτά τα αναδείκνυε, επιθυμώντας με κάθε τρόπο, όχι γιατί ξαφνικά ήθελε να απαξιώσει αυτό που συνέβαινε γύρω του, αλλά να το ακτινογραφήσει και να το αναδείξει περισσότερο.”
“Η τέχνη- κυρίως μέσα από τα τραγούδια- έχει τη δυνατότητα να γίνει πολύ αιχμηρή. Το τραγούδι είναι ένα κοινωνιολόγημα. Αυτό που εμφανίζει είναι ο ανάλαφρος τρόπος με τον οποίο συμπεριφερόμαστε στα πράγματα, αλλά το κάνει με μεγάλη βαθύτητα.”
“Τον Μηλιώκα τον έβγαλα στη δισκογραφία το 1985. Είχε φέρει ένα ντέμο – ήταν μια κασέτα τότε- με έξι τραγούδια για να εξετάσω το ενδεχόμενο να εκδοθούν από τη δισκογραφική εταιρεία Minos, στην οποία εργαζόμουν τότε. Ο Γιάννης είχε κατέβει στην Αθήνα (σ.σ από Θεσσαλονίκη) κι είχε περάσει από τις δισκογραφικές εταιρίες να μαζέψει τις κασέτες του, γιατί τις είχε δώσει σε όλες και τον είχαν απορρίψει. Τότε, λοιπόν τον επέλεξα εγώ και μάλιστα είχαμε βγάλει το Ποιμενικό Ροκ.”
“Από τότε ο τρόπος που κουμπώσαμε με τον Μηλιώκα και συνεργαζόμασταν ήταν τέτοιος που δε μου άφηνε περιθώρια να αντιμετωπίσω διαφορετικά την περίπτωση του, παρά μόνο με εκτίμηση μεγάλη και επαγγελματικό χαμόγελο. Γιατί από την πρώτη στιγμή αυτό που είχα καταλάβει ήταν ότι επρόκειτο για μία ιδιοφυΐα τραγουδιστική, συνθετική… Αυτό το οποίο εγώ έπρεπε να εξυπηρετήσω και για το οποίο η εταιρεία με είχε σε αυτή τη θέση -όπως τους υπόλοιπους παραγωγούς- ήταν: Να δικαιολογήσουμε, να αξιοποιήσουμε και να εκφράσουμε αυτά που θα ήθελε η εταιρεία να κυκλοφορήσει, με γνώμονα πάντοτε, τον στόχο της επιτυχίας! ”
“Το 1986 είχαμε κάνει το “Για το καλό μου”, το ’88 το “Κι άλλα πολλά εμπριμέ”, το ’90 “Greko Maskara” και συνεχίσαμε για αρκετά χρόνια ακόμα να κάνουμε δουλειές μαζί. Ο τρόπος με τον οποίο συνεργαζόμασταν – εκτός από την επαγγελματική μας σχέση- περιείχε μία μεγάλη αγάπη και εκτίμηση προσωπική και επαγγελματική.”
“(…) Ο κόσμος την δεκαετία του ’80, από την πρώτη τετραετία του ΠΑΣΟΚ, είχε μάθει την αλλαγή και την δεύτερη 4ετία, που είχε περάσει και το σύνθημα που ανέφερες, ήταν η εποχή της ευμάρειας, μιας ψευδεπίγραφης ευμάρειας, με μία πληροφόρηση σερβιρισμένη μιας και δεν υπήρχαν πολλά μέσα.Όχι, ότι τώρα είναι καλύτερο αυτό που συμβαίνει…ο καθένας μπροστά από ένα πληκτρολόγιο να μας ενημερώνει για οτιδήποτε κατά το δοκούν. Ωστόσο τα πράγματα ήταν αρκετά περιορισμένα.
Έτσι λοιπόν, έρχεται ο σχολιαστής Μηλιώκας και γράφει τα τραγούδια αυτά -άσχετα ποια ήταν η οπτική του στα πράγματα ή αν είχε μια συγκεκριμένη γωνιά για να τα βλέπει- που είναι μικρά μουσικά χρονογραφήματα. Έτσι αντιλαμβάνομαι εγώ τα τραγούδια κι έτσι καταλάβαινα και τα τραγούδια του Μηλιώκα.
Ο Γιάννης Μηλιώκας είναι ένας καλλιτέχνης που μέσω του σατυρικού τραγουδιού έχει στηλιτεύσει πράγματα και στοιχεία της καθημερινότητας, της δράσης μας ακόμα και της κοινωνικοπολιτικής μας ματιάς, κι έχει μιλήσει για όλα αυτά που ακόμα και σήμερα μας απασχολούν και μας συντροφεύουν. Ήταν πολύ μπροστά για την εποχή του και γι’ αυτό τον λόγο – απ’ ό,τι φαίνεται- τον είχαν απορρίψει από όλες τις εταιρείες κι έτυχε η συγκυρία να έρθει κοντά μου.”
Ευχαριστούμε πολύ τον Ηλία Μπενέτο για την πολύτιμη βοήθεια του και την άμεση ανταπόκριση.
Ο Μηλιώκας θα μου δώσει συνέντευξη ή μου έχει δώσει και δεν το ξέρω;