Από τα μικράτα του, από τότε που έβγαλε δοντάκια δηλαδή, και μπορούσε να μασήσει, τον τάιζε πίτα.
Όλες τις πίτες τις ζαγορίσιες, όπως τις έμαθε από την πεθερά της. Και τι ξύλο είχε φάει για να τις μάθει ε! Ήταν «ξενοχωρίτισσα» (από τη Ρόδο), όμως ο άντρας της την ερωτεύτηκε και την πήγε στη μαμά του. Ήθελε δεν ήθελε, θα μάθαινε να φτιάχνει τις πίτες τις ζαγορίσιες. Και πόσες δοκίμασε για να το πετύχει. Πέντε κιλά πήρε μόνο από το μπούκωμα που τις έκανε η πεθερά της με το ζόρι για να μην ξανακάνει το ίδιο λάθος. Ας είναι. Πάνε αυτά τώρα, περάσανε. Μέχρι σήμερα ο Θανασάκης της την σηκώνει στα χέρια κάθε Τετάρτη που του κάνει πίτα. Τέτοια χαρά έχει το πουλάκι της. Ακόμη του τρέχουν τα σαλάκια του γιόκα της.
Ο Θανασάκης, όταν γνώρισε την Αντωνία, το πρώτο πράγμα που την ρώτησε ήταν αν ήξερε να φτιάχνει πίτες και να ανοίγει φύλλο. Κι όχι όποιες κι όποιες πίτες. Τις ζαγορίσιες τις σωστές. Αν και η Αντωνία ήταν από τη Χίο, ήξερε όλα τα φύλλα και τις ζύμες να τα ανοίγει. Για τις πίτες της είχε να το λέει όλο το νησί. Του απάντησε «Ναι!», ο Θανασάκης τη σήκωσε ψηλά και μέσα σ’ ένα μήνα την πήγε στη μάνα του. Παντρεύτηκαν με δόξα και τιμή.
Η Τσαμπίκα περίμενε κάθε Κυριακή τον Θανασάκη και τη νύφη της για να τρώνε όλοι μαζί. Ξινή η νύφη της, αλλά τι να κάνει; Αφού την ήθελε ο γιόκας, όχι να πει; Αλλά ρε παιδί μου. Περίεργη. Αντρογυναίκα. Μπούλη τον είχε κάνει. «Ναι, Αντωνίτσα μου», όλο της έλεγε και έσκυβε το κεφάλι. Μέχρι και το όνομά της αντιπαθητικό το έβρισκε η Τσαμπίκα. «Αντωνία». Της θύμιζε τον Αντώνη τον βαρκάρη το σερέτη που έπαψε να ζει λεβέντης. Τέλος πάντων. Εκεί που πήγαινε να ανεβάσει πίεση η Τσαμπίκα, κάθε Κυριακή στο τραπέζι που άκουγε τη φωνή της Αντωνίας, έκανε ένα παιχνίδι. Ρωτούσε τον Θανασάκη:
«Τι βαθμό βάζεις στην πίτα τη δική μου και τι βαθμό στης Αντωνίτσας;». Ο Θανασάκης απαντούσε πάντα: «10 στη δική σου, 9 στης Αντωνίτσας». Κι ηρεμούσε η ψυχούλα της. Ο γιος της ποτέ δε θα την πρόδιδε.
Κυριακή του Θωμά, τότε στα τέλη του ’90. Μαζεύτηκαν οι τρεις τους για φαγητό ξανά. Η Τσαμπίκα έφτιαξε γιαννιώτικη τυρόπιτα και η Αντωνίτσα μία καινούργια, ξενόφερτη, σαν πίτσα σκεπαστή. Συγκεντρώνονται γύρω από το τραπέζι και η Τσαμπίκα τσακίζεται να βγάλει την τυρόπιτα από το φούρνο. Εκεί που σκύβει, παλεύει και καίγεται, ακούει από μέσα κάτι ψιθύρους: «Αν κάνει το παιχνίδι, μην τυχόν και δώσεις σ’εκείνη μεγαλύτερο βαθμό». Πάγωσε η Τσαμπίκα. Πήγε μέσα με το ταψί χωρίς καν να φοράει γάντια. Δεν ένιωσε την κάψα του φούρνου. «Σήμερα θα δοκιμάσουμε τις πίτες πρώτα», λέει και η ματιά της στάζει αίμα. Δοκιμάζει ο Θανασάκης πρώτος και τις δύο και οι γυναίκες κρέμονται από τα χείλη του. «Τι βαθμό βάζεις το λοιπόν, Θανασάκη μου;» λέει η Αντωνία. «Για πρώτη φορά, 10 σε σένα και 9 στης μαμάς».
Η Τσαμπίκα έμεινε στήλη άλατος. Όλη της η ζωή με τον Θανασάκη πέρασε μπροστά από τα μάτια της. Οι πάνες που του άλλαζε, τα ξενύχτια που έριξε, τα δάκρυα που του σκούπιζε. Και τότε, βουτάει το κεφάλι της Αντωνίας, το σπρώχνει στην καυτή τυρόπιτα και της χώνει τη σπάτουλα του σερβιρίσματος στην πλάτη. Έμεινε στον τόπο.
Στο δικαστήριο, όταν ρώτησαν την Τσαμπίκα αν μετάνιωσε, είπε ασυζητητί «Όχι». Η ματιά της έσταζε ακόμη αίμα. Ισόβια.
Συνταγή
Η Αυθεντική Πίτα Ζαγορίου
Υλικά:
- 400 γρ. αλεύρι για όλες τις χρήσεις
- 2 αυγά, 1 αυγό χτυπημένο
- 220 ml φρέσκο γάλα
- 60 ml εκλεκτό ελαιόλαδο
- 50 γρ. βούτυρο Ηπείρου σε κυβάκια
- 320 γρ. μαλακή φέτα Ηπείρου
Διαδικασία:
Βουτυρώνουμε το ταψί μας με βούτυρο και ελαιόλαδο. Το βάζουμε σε καλά προθερμασμένο φούρνο στους 250οC και όσο χρόνο φτιάχνουμε το χυλό για την πίτα το αφήνουμε να «κάψει».
Σε ένα μεγάλο μπολ, ρίχνουμε κοσκινισμένο αλεύρι που το περιλούζουμε με τα αυγά και το γάλα.
Ανακατεύουμε καλά με το χέρι ή με το μίξερ μέχρι να γίνει χυλός. Με το χέρι «σπάμε» τα 200 γρ. της φέτας και ρίχνουμε και λίγο ελαιόλαδο «να γυαλίσει» ο χυλός, που πρέπει να είναι αρκετά ρευστός. Αν χρειαστεί βάζουμε και λίγο ζεστό νερό για να αραιώσει. Βγάζουμε με προσοχή το ταψί από τον φούρνο και ρίχνουμε μέσα τον χυλό φροντίζοντας με κυκλικές κινήσεις να πάει παντού. Τότε ρίχνουμε και την υπόλοιπη φέτα και μερικά κυβάκια βούτυρο φροντίζοντας να πάνε σε όλη την πίτα. Τέλος, περιχύνουμε την πίτα με το χτυπημένο αυγό και βάζουμε και πάλι το ταψί στον καυτό φούρνο. Κατεβάζουμε την θερμοκρασία στους 200οC και ψήνουμε την πίτα για 45 λεπτά. Ολόγυρα πρέπει η πίτα να ξεροψηθεί και να είναι λεπτή, να μην ξεπερνά το 1 εκατοστό. Η πίτα είναι έτοιμη όταν ξεκολλά ολόκληρη από το ταψί.