Το Πάσχα του 1973, ένα περίεργο φαινόμενο μετά από ένα θανατηφόρο τροχαίο έγινε αφορμή για ποικίλες συζητήσεις, αποτελώντας ένα βαρόμετρο του zeitgeist.
Το μεσημέρι της Κυριακής του Πάσχα, 29 Απριλίου 1973, ο 39χρονος ελαιοχρωματιστής Αλέξανδρος Τσαβαλάς πατέρας δύο παιδιών, κάτοικος Αργυρούπολης, πήγαινε με τη μοτοσικλέτα του να πάρει ένα φίλο. Στη στροφή που η λεωφόρος Βουλιαγμένης γινόταν μονόδρομος προς την Αθήνα, ο Τσαβαλάς έχασε τον έλεγχο, έπεσε στην άσφαλτο και τραυματίστηκε σοβαρά. Τον μετέφεραν στο Γενικό Κρατικό όπου πέθανε στις 3 Μαΐου χωρίς να συνέλθει ποτέ από το κώμα. Όμως στο σημείο της πτώσης έμεινε μια παράξενη «σκιά», ένα ανεξίτηλο αποτύπωμα του σώματός του.
Μετά από σχετικό ρεπορτάζ της τηλεοπτικής εκπομπής Σήμερα, ο χώρος κατακλύστηκε από περίεργους. Ο κόσμος ήταν τόσος πολύς που δημιουργήθηκε σοβαρό κυκλοφοριακό πρόβλημα. Για λόγους ασφαλείας, η Τροχαία προσπάθησε να εξαφανίσει το αποτύπωμα. Όμως ούτε το νερό, ούτε το πετρέλαιο στάθηκαν ικανά να το εξαλείψουν. Για να ηρεμήσει τον κόσμο η Τροχαία ανακοίνωσε ότι ήταν δικό της κατασκεύασμα -περίγραμμα από κιμωλία του ανθρώπου σε συνδυασμό με τα χυμένα λάδια. Τελικά η σκιά καλύφθηκε με πίσσα. Άγνωστο για το τι τελικά επρόκειτο. Μέχρι τότε όμως, και για 13 μέρες, η σκιά έγινε «το περιούσιο θέμα χιλιάδων ανθρώπων κάθε τάξεως και ηλικίας που παρακινημένοι οι περισσότεροι από την πίστη τους στα υπερφυσικά φαινόμενα έσπευδαν και συνωστίζονταν στην οδό Βουλιαγμένης από τις τέσσερις γωνίες του λεκανοπεδίου και από την επαρχία (!) για να την…καμαρώσουν». (Απογευματινή, 7.5.1973).
Είναι ενδεικτικό ότι χωρίς ουσιαστικά καμία επιτόπια έρευνα, οι πάντες έσπευσαν να «εξηγήσουν» το φαινόμενο ως «ηλιοτυπία», ως επιρροή ηλεκτρομαγνητικών κυμάτων, ή με ένα σωρό άλλες πιθανές και απίθανες ερμηνείες. (Βραδυνή, 7.5.1973)
Αναφέρθηκε ότι είχε γίνει και ανώνυμη καταγγελία ότι η σκιά οφειλόταν σε τρικ με καθρέφτη που έκανε κάποιος ένοικος κοντινής πολυκατοικίας για να παίξει με την περιέργεια του κόσμου (Απογευματινή, 8.5.1973).
Κάποιοι έκαναν μνεία στην ομοιότητα της σκιάς της Βουλιαγμένης με την περίφημη Σκιά της Χιροσίμα. Κάποιοι άλλοι ερμήνευσαν το φαινόμενο πνευματιστικά, ότι δηλαδή είχε γίνει αποτύπωση του αιθερικού σώματος του θύματος εξαιτίας του βιαίου θανάτου. Κάποιοι θυμήθηκαν ακόμα και το φαινόμενο των Δροσουλιτών –τη «φασματική στρατιά» που εμφανιζόταν κατά καιρούς στο Φραγκοκάστελλο της Κρήτης. «Τι πράγματι συνέβη; Επρόκειτο περί ομαδικής υποβολής; Δεν υπάρχει απάντησις. Και όπου δεν υπάρχει άμεσος και κατατοπιστική απάντησις, μοιραία επακολουθεί ο σκεπτικισμός και γεννιούνται εύκολα οι θρύλοι». (Βραδυνή, 8.5.1973)
Αναφέρθηκε ότι «δείγματα» της σκιάς εξετάζονταν στο Δημόκριτο –στον κατάλληλο «ναό» της πυρηνικής-διαστημικής εποχής. «Όλοι προσπαθούσαν να δώσουν κάποια εξήγησι. Διατυπώθηκαν θεωρίες σύμφωνα με το ‘πιστεύω’ του καθενός. Η εποχή του Διαστήματος δεν.. σηκώνει θαύματα». (Ακρόπολις 13.5.1973).
Κάποιοι διατύπωσαν την ευφάνταστη άποψη ότι ο Τσαβαλάς ήταν «άνθρωπος από άλλο πλανήτη», επηρεασμένοι από τις τηλεοπτικές σειρές. (Νίκος Μαστοράκης, «Η Σκιά της Χιροσίμα: Ένα θαύμα στην άσφαλτο», Επίκαιρα, 1973).
Ο Σπύρος Μακρής, πρόεδρος της Παρα-ψυχοκοινωνιολογικής Εταιρίας, θεώρησε πως η σκιά ήταν εκτόπλασμα. «[…] Είναι πολύ δύσκολο να συλλάβη ο αμύητος όσα υποστήριξαν εν προκειμένω οι συνεχισταί του έργου του αειμνήστου Άγγελου Τανάγρα: ότι δηλαδή κάτω από ωρισμένες συνθήκες βιαίου θανάτου τα μαγνητικά ρευστά της ψυχής ή του οργανισμού διοχετεύονται στο σημείον όπου επέρχεται ο βίαιος θάνατος». Προφανώς κανείς δεν πρόσεξε πως ο Τσαβαλάς δεν είχε πεθάνει επί τόπου!
Ο πολιτικός μηχανικός και πνευματιστής Κωσταντίνος Αντωνακέας, πρόεδρος του Κέντρου Μεταφυσικών Ερευνών Ελλάδος, χαρακτήρισε το παραψυχολογικό πόρισμα «φαιδρό» και είπε πως «το αποτύπωμα του Νεκρού ήτο αποτέλεσμα της δραματικότητος των στιγμών του ατυχήματος, καθ’ ας η ψυχική αγωνία του θύματος απεκορυφούτο και εντόνως εξωτερικεύετο εκ του απροσδοκήτου και βιαίου επιλόγου της ζωής του, κατά μίαν ημέραν συμβολικώς εορτάσιμον υπό της Ανθρωπότητος» (Ακρόπολις 16.5.1973). Βέβαια δεν εξήγησε γιατί δεν προκύπτουν άλλες σκιές σε παρόμοια ατυχήματα ανήμερα του Πάσχα.
Η σχεδόν θεολογικής φύσης διαμάχη για τη σκιά θα συνεχιστεί. Μια επιστολή του Δ. Τσήρου, πρόεδρου του Πνευματικού Ομίλου Αθηνών Το Θείον Φως, και τέως διευθυντή του Δημοτικού Νοσοκομείου, γράφει ότι στις 11 Μαΐου τα μέλη του κύκλου του ήρθαν σε επικοινωνία με το πνεύμα του Ιπποκράτη που «κατέχει θέσιν αρχηγού εις το επουράνιον Βασίλειον του Κυρίου», το οποίο τους αποκάλυψε ότι επρόκειτο για το φαινόμενο της χρωματοσκίασης. «Το φαινόμενον ούτον προκαλείται από εσωτερικήν αδυναμίαν του σώματος εν απροόπτω στιγμή. Είναι στιγμιαία ασθένεια και ονομάζεται χρωματοσκίασις. […] Δημιουργείται από απρόοπτον κλονισμόν καθ ην στιγμήν τα νεύρα εντείνονται, το ηλιακόν πλέγμα προκαλούν σωματικήν εξάτμισιν αφανή εξ όλων των πόρων του σώματος, αφήνον αποτύπωσιν του σώματος επί του εδάφους, από χρώματος απλού λευκού μέχρι μέλανος». (Βραδυνή, 22.9.1973)
Ο Πνευματισμός, που μεταπολεμικά είχε γνωρίσει μεγάλη άνθηση, είχε καταντήσει τελείως ανυπόληπτος στις αρχές της δεκαετίας του 1970. Στον απόηχο των προσσεληνώσεων του Apollo, οι «ψυχές νεκρών» και τα «εκτοπλάσματα» έμοιαζαν τραγικά εκτός εποχής.
Στο μεταξύ, τον Απρίλιο του 1973 η Αθήνα συγκλονιζόταν από τη δίκη των «σατανικών εραστών», Άννας Στασινοπούλου και Ηλία Σούλη. Η πρώτη, πριν βάλει τον Σούλη να στείλει στον άλλο κόσμο τον σύζυγό της, είχε προσπαθήσει να διώξει τον τελευταίο από το σπίτι με μαγικά σκονάκια που της προμήθευε μια «μάγισσα» από τον Περισσό. Μια εφημερίδα θα γράψει: «Απίστευτο αλλά αληθινό: εν πλήρει 20ω αιώνι, η απλή μαγεία καθώς και η ‘μαύρη μαγεία’ οργιάζουν στην Αθήνα. Σε 2.000 σύμφωνα με στατιστικά στοιχεία ανέρχονται οι μάγοι στην πρωτεύουσα και ο αριθμός τους κάθε μέρα αυξάνει. Πωλούν στην πελατεία τους χίμαιρες κι ελπίδες, εξακριβώνουν ‘μυστήρια’ ενώ συνάδελφοί τους καλούν με το τραπεζάκι τα πνεύματα… των νεκρών και… επικοινωνούν με τα αγαπημένα τους πρόσωπα στη Γη […] Μα είναι σοβαρά πράγματα αυτά;» (Γ. Παπαχριστοφίλου, «Η μαγεία οργιάζει στην Αθήνα», Ακρόπολις, 1.4.1973).
Η έννοια της «σοβαρότητας» είναι, βέβαια, θέμα Παροντισμού –δηλαδή το να κρίνουμε το (εκάστοτε) παρελθόν με κριτήρια του (εκάστοτε) παρόντος…