Το να διαβάζεις Μάρκο Αυρήλιο και το να σφάζεις ένα ελάφι ή/και να καθαρίζεις ψάρια είναι δικαίωμα. Το να το δημοσιοποιείς, σε βαθμό που δεν θίγονται εννόμως προστατευμένα δικαιώματα άλλων, είναι επίσης δικαίωμα.
Και, αν φαίνεται παράξενο σε ορισμένους που η Δέσποινα Βανδή (η απόφοιτη Φιλοσοφικής) διαβάζει εξεζητημένα βιβλία και όχι Δημουλίδου και Κορτώ, τότε μοιάζει-και αντικειμενικά είναι- θλιβερό το ότι η Λένα Κιτσοπούλου επέλεξε “να κάνει τέχνη” με σφαγμένα ζώα, το αίμα τους κι έναν χασάπη.
Το γραμμένο στα ελληνικά βιβλίο του Ρωμαίου αυτοκράτορα και στωικού φιλοσόφου ονόματι “Τα εις εαυτόν” είναι ακίνδυνο στα χέρια της Δέσποινας Βανδή. Μεταξύ μας, στα χέρια οιουδήποτε νοήμονος πολίτη που επιθυμεί την επιμόρφωσή του ή την ψυχαγωγία του μέσα από το διάβασμα. Στην Ελλάδα, δεν συγχωρούμε τέτοιου είδους επιλογές σε ανθρώπους της διασκέδασης, της show biz και της εμπορικής τέχνης.
Αυτοί δικαιούνται να βγαίνουν στα πρωινάδικα και να τρώνε τζάμπα δείπνα σε πανάκριβα εστιατόρια. Και πολύ τους είναι. Τι άλλο θέλουν; Να μας πάρουν και την κουλτούρα μας; Την τέχνη μας την αυθεντική, αυτήν που απευθύνεται σε λίγους; Όχι! Να κάτσουν στ΄αυγά τους. Από την άλλη, για τους ίδιους ακριβώς λόγους, δεν παύουμε να στηλιτεύουμε την επιφανειακή τους περσόνα, το “λίγο” τους πνευματικά. Αν όμως ένας από αυτούς τολμήσει να διαφημίσει ένα βιβλίο στα social media, αντί ενός φορέματος αξίας εκατοντάδων ευρώ, πάλι δεν μας αρέσει.
Τι κάνουν λάθος; Ή μήπως το λάθος είναι δικό μας;
Η Λένα Κιτσοπούλου είναι πολυπρισματική καλλιτέχνιδα και διακεκριμένη-στο κουλτουριάρικο κοινό, “να τα λέμε όπως είναι τα πράγματα”, που τόνιζε και η Κατερίνα στο MasterChef. Δηλαδή, η κυρα-Νίτσα από το Καπανδρίτι δεν γνωρίζει την Κιτσοπούλου. Δεν είναι η Καραμπέτη, δεν είναι η Μαντά, δεν είναι η πασίγνωστη. Δεν είναι η Βανδή, ας πούμε! Τα κείμενά της καταπληκτικά. Αγαπημένο παιδί των ιδρυμάτων και των θεσμών που κυβερνούν τα νήματα της Υψηλής Ποιότητας. Πολύ αγαπητή. Γνήσια καλλιτέχνιδα. Δεν ειρωνεύομαι. Τραγουδάει και ρεμπέτικα-κι αυτό είναι το αδύναμο σημείο μου. Οπότε, και γαμώ.
“Τι κάνεις εκεί, κυρά μου;”, μονολογούσα χθες το βράδυ που έβλεπα με την τρίχα μου όρθια το βίντεό της. “Γιατί, γιατί, γιατί;”
Το περίπου 13 λεπτών βίντεο της Λένας Κιτσπούλου, με τίτλο «LALKA» εντάσσεται στο project «Enter» της Στέγης του Ιδρύματος Ωνάση, που ανέθεσε σε καλλιτέχνες ανά τον κόσμο να δημιουργήσουν νέα έργα μέσα σε 120 ώρες, με αφορμή τον κορωνοϊό και την καραντίνα.
Για το αμφιλεγόμενο project της η ίδια έγραψε: «Με το πρότζεκτ αυτό θέλω να μιλήσω για το δικαίωμα του ανθρώπου να αφήνει τον χρόνο να κυλάει χωρίς την έπαρση του να πράττει όλη την ώρα καλοσύνες και σπουδαία έργα. Η ζωή δεν είναι φόβος και πανικός, ούτε ένα μηνιάτικο που χωρίς αυτό πεθαίνεις. Η ζωή είναι αέρας που πρέπει να τον αφήνεις να σε πηγαίνει και όχι να τον υποτιμάς. Το πρότζεκτ αυτό προτείνει να αγαπήσουμε τα ένστικτά μας, να τα γιορτάσουμε, τουλάχιστον να μην τα καταπιέζουμε άλλο στον βωμό μιας δήθεν πολιτισμένης και ανελεύθερης ζωής. Ο Covid-19 είναι για μένα μια ευκαιρία να συνεχίσω κουβαλώντας πάνω μου μια πολύ σημαντική εμπειρία, η οποία με κάνει πλέον να θέλω να αλλάξω το πριν μου και όχι να θέλω αγωνιωδώς να επιστρέψω σε αυτό.»
Και μετά, σιωπή.
Επειδή μου αρέσει να παραθέτω, για να ανοίγει ο διάλογος, απολαύστε τον εύστοχο σχολιασμό του συγγραφέα Χρήστου Αρμάντο-Γκέζου στον λογαριασμό του στο facebook για το εν λόγω βίντεο:
-Δεν έχω υπερβολικές ευαισθησίες με τα ζώα, όμως οι εικονιζόμενες σκηνές είναι πράγματι βάναυσες και κακοποιητικής φύσης.
-Το βίντεο στην πραγματικότητα θέλει να είναι παρωδία. Είναι όμως μια παρωδία ευτελής και παρωχημένη, που δεν μπορεί να παρωδήσει ούτε τον εαυτό της. Εξαντλείται δε, όπως οι περισσότερες πράξεις της σύγχρονης τέχνης που αποσκοπούν ευθέως στην πρόκληση, σε ένα επιφανειακό σύνθημα-πυροτέχνημα.
-Η τέχνη μπορεί να είναι σπουδαία και ως τέτοια να μην γίνεται κατανοητή ή και να σοκάρει. Το ότι δεν γίνεται κατανοητό όμως κάτι ή ότι σοκάρει δεν συνεπάγεται από μόνο του πως πρόκειται για αξιόλογη τέχνη.
-Η τέχνη δεν είναι κατ’ ανάγκην “καλή”. Υπάρχουν διαβαθμίσεις και ποιοτικές στάθμες. Λέγοντας κάτι τέχνη δεν το καθαγιάζεις ούτε το θωρακίζεις στο απυρόβλητο.
-Πολλή συζήτηση για το τίποτα; ίσως. Όταν όμως σε περιβάλλον τόσο αρνητικό για τους καλλιτέχνες, με τέτοια αβεβαιότητα για το μέλλον και τόσο χυμένο μελάνι για το πώς μπορούν να ενισχυθούν, δαπανούνται πόροι για τέτοια εμφανώς πρόχειρα και κακοφτιαγμένα έργα, πολλώ δε μάλλον με σκηνές κακοποίησης άγριων ζώων, μάλλον ο ντόρος έχει ένα νόημα.
Με εξαίρεση την πρώτη του φράση, σχετικά με την ευαισθησία του για τα ζώα, συμφωνώ 100% με κάθε του λέξη.
Αγαπητή κυρία Βανδή,
Σας ευχαριστώ για τα ωραία σας τραγούδια όλα αυτά τα χρόνια. Δεν χρειάζομαι να ακούω μόνο πενιές και παλιά λαϊκά, δεν χρειάζομαι μόνο hip hop και Νταλάρα, ούτε μόνο ρεγκετόνια και ροκιές. Έχετε σπουδαία φωνή και είστε εκπληκτική, γενικώς, σας πάω, ρε παιδάκι μου, πώς να το κάνουμε. Μπράβο σας που διαβάζετε Μάρκο Αυρήλιο, είμαι σίγουρη πως διαβάζετε κι άλλα ενδιαφέροντα, εκτός κι αν τα βιβλιοπωλεία του κέντρου-για τα οποία χεστήκατε, αφού δεν μένετε στο κέντρο- σας έχουν αποκλείσει την είσοδο.
Αγαπητή κυρία Κιτσοπούλου,
Αυτό που κάνατε δεν ήταν τέχνη. Αυτό που έκανε ο Βασίλης Κεκάτος, με αφορμή τον ιό και την απομόνωσή μας, ήταν. Γιατί; Χίλια γιατί. Ούτε κριτικός είμαι, ούτε συγκινούμαι μόνο με ροδοπέταλα, Μιμή Ντενίση και σαπουνόπερες. Θέλατε να μας προκαλέσετε; Τα καταφέρατε. Θέλατε να μας κάνετε κοντινά πλάνα στις νεκρές σάρκες του ελαφιού για να σκεφτούμε τις δικές μας σάρκες, τις προς το παρόν ζωντανές κατά τα φαινόμενα; Δεν τα καταφέρατε. Δεν σκεφτήκαμε. Αηδιάσαμε. Ανατριχιάσαμε. Βαρύναμε, ρε αδερφέ.
Ζούμε σε μια πόλη με κάδους που τους ψαχουλεύουν ανθρώπινα χέρια, με ζώα αδέσποτα που τα βαρά το αγιάζι κι ο καύσωνας. Τρώμε ζώα γιατί έτσι μας μάθανε και γιατί είμαστε αδύναμοι για να το σταματήσουμε αυτό το πράγμα. Θέλουμε να μας ξύσετε το μέσα μας με τις λέξεις σας και την υποκριτική σας δεινότητα. Με τις ιστορίες σας τις σπουδαίες. Με τις ιδέες σας τις ανατρεπτικές. Όχι με ένα τσιγάρο στο στόμα να παριστάνετε την τρελή. Εσείς, από την άλλη, θελήσατε αυτό. Και θελήσατε προφανώς να το δούμε, αναμένοντας προφανώς κράξιμο. Όχι, δεν κάνατε τέχνη. Κάνατε κάτι άλλο.
Δεν ξέρω τι. Οι περισσότεροι δεν καταλάβαμε. Ίσως είμαστε χαζοί, θρεμμένοι από τηλεοπτικά σήριαλ και εύπεπτα ταινιάκια του Netflix. Η τέχνη, όμως, (οφείλει να) γυρίζει στομάχια όχι με προφανείς και εύκολους τρόπους. Μας είπατε ότι αν πηγαίναμε σε ένα σφαγείο ή σε ένα ιχθυοπωλείο θα παθαίναμε ό, τι πάθαμε που σας είδαμε 13 λεπτά της ζωής μας. Τότε, τι κερδίσαμε; Κι εσείς; Τι χάσατε για να το κάνετε όλο αυτό;
Αγαπητοί αναγνώστες,
Για εμένα, και για εκατοντάδες, για χιλιάδες ακόμα, το “Νυχτολούλουδο” του Φοίβου, όπως το τραγούδησε η κυρία Βανδή πριν εκατό χρόνια, ήταν, είναι και θα είναι τέχνη. Για εμένα, και για εκατοντάδες, για χιλιάδες ακόμα, το βίντεο της κυρίας Κιτσοπούλου ,το οποίο θα ξεχαστεί σύντομα, μες στον σωρό κοπριάς και σωματικών υγρών που θα αποπειραθούν(;) να αποτελέσουν το σώμα της σύγχρονης έκφρασης, δεν είναι, όυτε θα είναι τέχνη.