Στους καλύτερους γιατρούς θα με πάω!
Με πήρα από το χέρι. Με ακούμπησα στοργικά στον ώμο, τόσο όσο χρειάζεται. Με κοίταξα στα μάτια, μου είπα ένα αστείο για να σπάσει ο πάγος και μου είπα με όσο γίνεται πιο σταθεροαποφασιστική φωνή: “Με πήρα τηλέφωνο δεκατέσσερις φορές, γιατί δεν μου απάντησα;’’. Έριξα μια ματιά στις αναπάντητες… Δίκιο είχα. “Δεν το άκουγα. Έκανα μπάνιο, το είχα στο αθόρυβο, το είχα ξεχάσει’’. “Ήθελα να μου μιλήσω και να πάω μαζί μου για έναν καφέ. Θυμάμαι τότε που πηγαίναμε βόλτα; Που μου κράταγα το χέρι και όλα ήταν αρμονικά; Μου ‘χω λείψει. Το ξέρω; Μόνο μαζί μου νοιώθω έτσι. Με καταλαβαίνω, με ποθώ, μου λείπω!’’ Ένα μικρό δάκρυ κύλησε στο αριστερό μάτι. Το δεξί μίκρυνε, σκλήρυνε. “Εμείς οι δυο τελειώσαμε κατάλαβε με. Με άντεξα όσο μπορούσα, τώρα θέλω να βρω τον εαυτό μου!’’. “Μη μιλάω σκληρά, εγώ με θέλω ακόμα. Ακόμα θυμάμαι τον έρωτα που μου έκανα, την χαλάρωση που μου πρόσφερα, την οικειότητα στην σχέση μας”. “Η σχέση μας έκανε τον κύκλο της, ήρθε η ώρα να χωρίσουμε’’. “Σταμάτα! Σταμάτα τώρα! Με θέλω πολύ! Δεν μπορώ να ζήσω χωρίς εμένα. Μόνο εγώ με αντέχω! Μόνο εγώ είμαι όμορφος! Θα το ξανασκεφτώ τουλάχιστον;’’ Μια κρύα σιωπή ισοπέδωσε το δωμάτιο. “Πόσο όμορφος είμαι; Πόσο;’’ “Εντάξει είμαι όμορφος αλλά δεν πάει άλλο. Με βαρέθηκα… Με έχω κουράσει ρε φίλε’’. Έμεινα μόνος. “Δεν με έχω ανάγκη λοιπόν. Θα προχωρήσω μόνος χωρίς εμένα. Θα πάρω εκδίκηση. Με τρελαίνω, με τρελαίνω πολύ! Στους καλύτερους γιατρούς θα με πάω…’’ (αφιερωμένο σε όλους μας και σε όλα όσα καταπιέζουμε!)