H Μπίλι Χόλιντεϊ γεννήθηκε το 1915 στη Φιλαδέλφεια, στις 7 Απριλίου. Η μητέρα της, Σέιντι Φέιγκαν ήταν δεκαεννέα ετών και ο πατέρας της, Κλάρενς Χόλιντεϊ δεκαεπτά. Δεν παντρεύτηκαν ποτέ… Η αυτοβιογραφία της Μπίλι Χόλιντεϊ (Lady Sings the Blues) θα ξεκινήσει όμως διαφορετικά: “Παντρεύτηκαν όταν εκείνος ήταν δεκαοκτώ, εκείνη δεκαέξι, εγώ ήμουν τριών ετών“.
Ο πατέρας της ήταν μουσικός της τζαζ και η μητέρα της εργαζόταν καθαρίζοντας και μαγειρεύοντας σε λευκούς. Το πραγματικό όνομα του μικρού κοριτσιού ήταν Ελεανόρα ενώ η μητέρα της θα την δηλώσει με το όνομα Ντεβίζ, το όνομα του αγοριού με το οποίο έβγαινε εκείνο το διάστημα. Από τα δύο της έτη η Μπίλι θα αφήνεται εδώ και εκεί, σε σπίτια του οικογενειακού περιβάλλοντος που δεν θα της φερθούν και με τον καλύτερο τρόπο. Το μικρό κορίτσι γνωρίζει πολύ σύντομα τον φόβο, τη βία αλλά και την ευχαρίστηση του να την προκαλεί, κάτι που θα την ακολουθήσει σε όλη της τη ζωή.
Ο πατέρας της που την επισκέπτεται αραιά θα της δώσει το παρατσούκλι: Μπιλ. Η Μπιλ μεγαλώνει ουσιαστικά μόνη της, εργάζεται από ΄δω κι από ΄κει για την επιβίωση και γίνεται πια ανεξέλεγκτη. Αγαπάει τον κινηματογράφο και φροντίζει να μπαίνει από την πίσω πόρτα ώστε να δει την αγαπημένη της ηθοποιό, Μπίλι Νταβ. Κάνει συχνά κοπάνες από το σχολείο και τριγυρίζει στους δρόμους με αγόρια.
Την περίοδο αυτή οι διακρίσεις κατά των μαύρων είναι δραστικές. Απαγορεύεται να κατοικούν σε συνοικίες λευκών, να εκκλησιάζονται στις ίδιες εκκλησίες, να κάθονται στα μπροστινά καθίσματα των λεωφορείων ή να μπαίνουν στο ίδιο βαγόνι. κ.α Κανείς μαύρος δεν εξυπηρετείται στα καταστήματα … η Μπίλι ωστόσο θα καταφέρει να κλέψει τις μεταξωτές κάλτσες που ονειρευόταν… Γι’ αυτήν την πράξη θα βρεθεί, σε ηλικία μόλις δέκα ετών, ενώπιον του δικαστηρίου και θα μπει -λόγω ανήλικης άνευ γονικής επιμέλειας- για ένα χρόνο στον Οίκο του Καλού Ποιμένα, ένα ίδρυμα που προοριζόταν για ανήλικες έγχρωμες κακοποιούς. Λόγω καλής διαγωγής μετά από εννέα μήνες θα επιστρέψει στη μητέρα της. Εγκαταλείπει το σχολείο, βιάζεται από έναν γείτονα, το διαπιστώνει η Σέιντι (μάνα) και καλεί την αστυνομία.
Σύντομα θα αφαιρεθεί από την Σέιντι η επιμέλεια της μικρής κι έτσι θα επιστρέψει στις καλόγριες του Καλού Ποιμένα. Η Μπίλι θα αρχίσει να εκδίδεται από πολύ μικρή ηλικία… Νιώθει ενοχές για ό,τι έχει συμβεί στην ζωή της, την απώλεια της γιαγιάς της, την απόρριψη από τους γονείς της και τιμωρεί τον εαυτό της. Αποκτά εξάρτηση από τους άνδρες, το αλκοόλ και την ηρωίνη. Από τους άνδρες της ζωής της ζητά να την δέρνουν, ο πόνος είναι μια λύτρωση γι’ αυτήν και ένα μέσο για να φτάσει στην ηδονή.
Εργάζεται σε ένα πορνείο, στη δούλεψη της Άλις Ντιν ως το παιδί για όλες τις δουλειές (σφουγγάρισμα, ψώνια κτλ) και σε αντάλλαγμα για την καλή της συμπεριφορά, η Ντιν, της παραχωρεί το προσωπικό της σαλόνι για να ακούει στο γραμμόφωνο Βικτρόλα, δίσκους του Λούις Άρμστρονγκ και της Μπέσι Σμίθ. Η Μπίλι μαγεύεται από την τζαζ. Αποκτά σύντομα τη συνήθεια να πηγαίνει σε “After Hour” μπαρ, που μένουν ανοιχτά μετά το κλείσιμο των κλαμπ… Όταν ο πιανίστας κουράζεται, βάζουν έναν δίσκο κι εκείνη τραγουδά τα λόγια.
Το 1920 είναι η περίοδος της Ποτοαπαγόρευσης. Οι νυχτόβιοι πίνουν λαθραίο ουίσκι και καπνίζουν μαριχουάνα στο πίσω μέρος των οίκων ανοχής και των παράνομων κλαμπ, επονομαζόμενων “speakeasies” … Η τζαζ εξυπηρετεί στο να ξεχνάς τη φτώχεια, τις διακρίσεις και τη δυστυχία. Η Μπίλι συμμετέχει στη “Βραδιά του Ερασιτέχνη” και κερδίζει τις εντυπώσεις. Αρχίζει να τραγουδά σε σταθερή βάση στο κλαμπ Πάρανταιζ.
Η μικρή κοπέλα φεύγει από την Βαλτιμόρη και πηγαίνει στη Νέα Υόρκη, είναι δεκατεσσάρων ετών, μένει σε έναν οίκο ανοχής, και σύντομα μετατρέπεται σε κολ- γκερλ, με την παρότρυνση της μάνας της. Ωστόσο, θα γίνει έφοδος και μαζί με τις υπόλοιπες θα συλληφθεί και η Μπίλι, η οποία όμως θα πει ψέματα ότι είναι είκοσι ετών. Κίνητρο Σύλληψης: Ψάρεμα πελατών από τον δρόμο.
Εκατό μέρες σε αναμορφωτήριο και στη συνέχεια παραμονή στο νοσοκομείο. Όταν αποφυλακιστεί θα επιστρέψει στα γνώριμα λημέρια, όπου θα ξαναβρεί τη Σέιντι η οποία είχε σταματήσει την πορνεία και ζητά από την κόρη της το ίδιο. Εκείνη αρνείται να γίνει δούλα, γνωρίζει τον Κέθεν Χόλον (σαξoφωνίστας), κάνουν πρόβες και περιφέρονται παρέα. Αποφασίζει να αλλάξει το όνομα της.
Από εδώ και πέρα θα είναι η Μπίλι Χόλιντεϊ
Συνεργάζεται με διάφορους μουσικούς, μεταξύ των οποίων και ο Μπόμπι Χέντερσον με τον οποίο κάνουν πάταγο. Ωστόσο, οι μισθοί είναι γελοίοι σε αντίθεση με τα γενναία φιλοδωρήματα. Η Μάτι Χάιτ μία τολμηρή τραγουδίστρια που σηκώνει τη φούστα της και μαζεύει τα φιλοδωρήματα με τα μπούτια της, συμβουλεύει το ίδιο και την Μπίλι. Έτσι και η μικρή αγοράζει μια όμορφη κιλότα στολισμένη με χάντρες και βάζει τα δυνατά της για να τα καταφέρει. Παρ’ όλ’ αυτά διατηρεί το εκτόπισμα της και τα κορίτσια του κλαμπ την κοροϊδεύουν “Πριγκιπέσα, περνιέσαι για Κυρία!” “Βρε καλώς την Κυρία“..
Σε λίγο θα γινόταν όντως η Lady Day!
Το 1933 την ανακαλύπτει ο Τζόν Χάμοντ και θα κάνει την πρώτη ηχογράφηση με τον Μπένι Γκούντμαν. To 1934 θα κάνει το πρώτο πέρασμα από το Απόλο Θίατερ. Έναν χρόνο μετά παίζει στο “Symphony in Black“, με την ορχήστρα του Ντιούκ Έλιγκτον, ηχογραφεί για την Μπράνσγουικ, με τον Τέντι Γούιλσον. Το 1936 κάνει τις πρώτες της ηχογραφήσεις για την Βοκάλιον/ Κολούμπια με την ορχήστρα της. Υπογράφει συμβόλαιο με την Κολούμπια.
Το 1937 θα χάσει τον πατέρα της. Την ίδια εποχή θα κάνει περιοδεία με την ορχήστρα του Κάουντ Μπέσι. Το 1939 τραγουδά στο Καφέ Σοσάιετι (το πρώτο κλαμπ που μάχεται κατά των φυλετικών διακρίσεων) της Νέας Υόρκης. Η Μπίλι γίνεται εριστική και κυκλοφορούν φήμες ότι πίνει. Πολλές φορές πηγαίνει μαστουρωμένη στην ηχογράφηση. (Κάποια στιγμή αρνήθηκε να σβήσει το τσιγαριλίκι της μπροστά σε μεγάλα ονόματα της δισκογραφικής εταιρείας.) Ερωτεύεται τον Σόνι Γουάιτ (πιανίστας) ο οποίος της χαρίζει ένα δαχτυλίδι αρραβώνων. Ωστόσο ζουν χωριστά και ο καθένας με την μητέρα του.
Strange Fruit
Το 1939 ο ‘Αμπελ Μίροπολ, νεαρός καθηγητής λυκείου, γνωστός ως Λούις Άλαν, προτείνει στον Μπάρνεϊ Τζόζεφσον ένα ποίημα που μελοποίησε. Το ποίημα μιλά για κάτι περίεργα φρούτα που καλλιεργούνται στο Νότο. Αναφέρεται, μεταφορικά στο λιντσάρισμα, όπου βασανισμένοι μαύροι με παραμορφωμένο στόμα και μάτια βγαλμένα, κρέμονται από ένα σχοινί που είναι δεμένο σε ένα δέντρο. Η σκηνή θύμιζε αναπόφευκτα μία φωτογραφία της δεκαετίας του ΄30.
Η Μπίλι, λόγω ρεπερτορίου, διστάζει στην αρχή να το πει. Στην συνέχεια θα το αφιερώσει στον πατέρα της αποδίδοντας τον θάνατο του σε ρατσιστικό έγκλημα (μεταφερόταν από νοσοκομείο σε νοσοκομείο). Το πρώτο βράδυ που θα το τραγουδήσει τα μάτια της θα γεμίσουν δάκρυα. Το τραγούδι αυτό, θα είναι το πρώτο τραγούδι Διαμαρτυρίας. Θα αποτελέσει λάβαρο των μαύρων στον πόλεμο κατά του λιντσαρίσματος και τον ύμνο για όλα τα θύματα του ρατσισμού.
Τα δέντρα του Νότου έχουν ένα παράξενο καρπό
με αίμα στα φύλλα και τις ρίζες
Ένα μαύρο κορμί ταλαντεύεται από την αύρα του Νότου
Περίεργος καρπός κρεμασμένος στις λεύκες
Βουκολική στιγμή του γενναίου Νότου
Με βγαλμένα μάτια, παραμορφωμένο στόμα
Με γλυκό και φρέσκο άρωμα μανόλιας
και ξαφνικά μυρωδιά καμένης σάρκας.
Αυτόν τον καρπό θα τον αρπάξουν τα κοράκια,
Θα τον μαζέψει η βροχή, και θα τον σκορπίσει ο άνεμος
Θα τον σαπίσει ο ήλιος, θα πέσεις από το δέντρο,
Τι παράξενη και πικρή σοδειά.
Το “Strange Fruit” θα κάνει διάσημη την Μπίλι Χόλιντεϊ κι εκείνη θα συνειδητοποιήσει την αξία της τέχνης της. Το τραγούδι θα τραβήξει την προσοχή του Εφ Μπι Άι, που τελικά θα την συλλάβει – όταν εκείνη θα παραβιάσει τη διαταγή να μην το τραγουδήσει- για κατοχή ναρκωτικών.
Το 1940 συναντά τον Τζίμι Μονρόου, με τον οποίον παντρεύεται αλλά λίγους μήνες μετά θα χωρίσει. Συνεχίζει την καριέρα της, υπογράφει συμβόλαιο με τον Μιλτ Γκαμπλερ, για λογαριασμό της Ντέκα. Θα κάνει περιοδεία με την ορχήστρα του Τζο Γκάι, ενώ το 1945 θα χάσει τη μητέρα της. Παράλληλα συμμετέχει σε μία ταινία μαζί με τον Λούις Αρμστρονγκ “Νέα Ορλεάνη“, κάνει την πρώτη σόλο συναυλία στο Τάουν Χολ της Νέας Υόρκης. Δύο χρόνια μετά μπαίνει για αποτοξίνωση, καταδικάζεται για χρήση ναρκωτικών και φυλακίζεται.
Ο Τζο Γκάι, που εκτός από προμηθευτής της ήταν και έμπορος ναρκωτικών, γλυτώνει εξαιτίας της Μπίλι η οποία δηλώνει ότι είναι υπεύθυνη η ίδια για τις πράξεις της, και ρίχνει μερίδιο στον Τζίμι Ασέντιο που φυλακίστηκε και αυτός για έναν χρόνο. Η Μπίλι είναι γεμάτη σημάδια από τις ενέσεις. Μετά το τεστ ικανοτήτων επιδεικνύει “μέτρια προς χαμηλή εξυπνάδα“, φτωχές γενικές γνώσεις, αλλά καλύτερες επιδόσεις στη γλώσσα και το λεξιλόγιο.
Στη φυλακή αναλαμβάνει ελαφριές δουλειές, καθαριότητα σκευών κ.α Πλησιάζουν Χριστούγεννα και δε μπορεί να φανταστεί ότι δεν θα έχει ένα ποτήρι αλκοόλ. Με φλούδια από πατάτες προσπαθεί να φτιάξει ουίσκι αλλά σύντομα θα το μυριστούν οι αρχές και θα της μειώσουν τις κούτες τσιγάρων.
Αποφυλακίζεται σε λίγους μήνες και συνεχίζει τις συναυλίες της αλλά σύντομα θα της αφαιρεθεί η άδεια εργασίας γιατί δεν πληροί τις απαιτούμενες “ηθικής φύσης” προϋποθέσεις για την ανανέωση της.
Ενδιάμεσα από εμφανίσεις και ρεκόρ προσέλευσης κόσμου στο Στράντ Θίατερ, η Μπίλι θα έρθει πολύ κοντά με την Ταλούτα Μπράνκχεντ με την οποία θα ξεκινήσει και ένα ειδύλλιο…(Η Ταλούτα δεν θα θυμώσει για τη σύντομη περιπέτεια της Μπίλι με την Μάρλεν Ντίντριχ, αλλά θα ασκήσει πιέσεις ώστε να μην αναφέρει στην αυτοβιογραφία της την σύντομη σχέση τους).
Λίγο καιρό μετά… Σε δημοσιογράφο του Μέτρονομ η Μπίλι θα δηλώσει ότι ο κόσμος έρχεται να δει μια ναρκομανή, προσθέτοντας:”Αν θέλουν να με βλέπουν κομμάτια, ας το κάνουν, δεν θα βγάλουν τίποτα απ’αυτό”.
Ο τύπος την κατηγορεί για έλλειψη επαγγελματισμού και σεβασμού στο κοινό, χονδροειδή συμπεριφορά και αποδίδει τη συμπεριφορά της στην κατάχρηση κονιάκ. Γενικά η Μπίλι Χόλιντεϊ εκτός από την εξάρτηση της στις ουσίες και το αλκοόλ, είχε εξάρτηση και στη βία. Ο Τζον Λίβι που την ξυλοφορτώνει τακτικά θα πει στον Μπόμπι Τάκερ: “Αποδίδει καλύτερα στη σκηνή μετά από μία γερή μπάτσα” Ο Μπόμπι Τάκερ που λατρεύει την Μπίλι την εγκαταλείπει μη αντέχοντας να είναι μάρτυρας στην κακοποιητική σχέση μεταξύ αυτής και του Λίβι.
Δίκες, σκάνδαλα, βία, εξαρτήσεις, σύντομοι δεσμοί… Η Μπίλι δεν έχει καμία αίσθηση του χρόνου, στα διαλείμματα φεύγει από το μαγαζί, κόβει βόλτες στους δρόμους, μπαίνει σε μπαρ, πίνει και πιάνει κουβέντα με όποιον να’ναι, και ξεχνά εντελώς ότι πρέπει να βγει στη σκηνή.
LADY Day
Στο περιοδικό που θα γίνει εξώφυλλο η Lady day ο τίτλος του άρθρου είναι: “Είτε Κυρία της Μέρας είτε Κυρία της Νύχτας, παραμένει μια Μεγάλη Κυρία”
Το 1954 μετά από πολλές διακυμάνσεις κάνει την πρώτη της περιοδεία στην Ευρώπη. Λαμβάνει το βραβείο του περιοδικού Ντάουν Μπιτ. Το 1956 συλλαμβάνεται με τον Λούις Μακέι, στο Σαν Φρανσίσκο, για κατοχή ναρκωτικών. Μπαίνει για νέα αποτοξίνωση και κυκλοφορεί την αυτοβιογραφία της “Lady Sings the Blues” που έγραψε ο Γούιλιαμ Ντάφι. Υπογράφει νέο συμβόλαιο με την Κολούμπια, παντρεύεται τον Λούις Μακέι.
Χώρισαν λίγους μήνες μετά, όταν η Μπίλι διαπίστωσε ότι ο άνδρας της ήταν προαγωγός, αλλά το οριστικό τέλος ήρθε όταν εκείνη στην προσπάθεια της να γλυτώσει από το ξύλο, γεμάτη αίματα έτρεξε να βρει προστασία στον Ζέιντινς (δικηγόρος) που έμενε εκεί κοντά.
Ο Ζέιντινς κάλεσε την αστυνομία και φρόντισε την Μπίλι, η οποία του ανέθεσε αρχικά να μαζέψει τα δικαιώματα της από τις δισκογραφικές αλλά και μία ακόμα πιο λεπτή υπόθεση. Του εξήγησε ότι παντρεύτηκε τον Μακέι για να δημιουργήσει οικογένεια, να είναι παντρεμένη και ικανή να μεγαλώσει ένα παιδί που θα του προσφέρει ένα σταθερό σπιτικό. Ο Ζείντινς ανέλαβε να συλλέξει υπογραφές και μαρτυρίες ότι θα γινόταν μία εξαίρετη μητέρα και υπέβαλλε αίτηση υιοθεσίας.
Το όνειρό της όπως θα το περιγράψει η ίδια:
“Μια μεγάλη έκταση στην εξοχή, όπου θα ασχολούμαι με χαμένα σκυλιά και ορφανά, με παιδιά που δεν ζήτησαν να γεννηθούν και που κυρίως δεν ζήτησαν να γεννηθούν μαύρα, μπλε ή πράσινα. Θα ήθελα να είμαι σίγουρη για ένα πράγμα: ότι κανείς δεν θα τα ήθελε, ότι είναι καρποί παράνομου έρωτα, χωρίς μητέρα και πατέρα. Θα τα έπαιρνα, λοιπόν, μαζί με τρεις, τέσσερις χοντρές και τρυφερές τροφούς, σαν την μάνα μου, για να ασχολούνται μαζί τους, να τα ταΐζουν, να τα προσέχουν μέχρι που τα μικρά μπασταρδάκια μου να πάνε στο σχολείο τους, να τους τραβάω τα αυτιά όταν κάνουν βλακείες, αλλά κυρίως να τ’ αγαπώ έτσι όπως είναι, καλά ή κακά”
Το 1958 παράλληλα με την διαδικασία διαζυγίου ξεκινά μια νέα περιοδεία στην Ευρώπη. Ένα χρόνο μετά η υγεία της κλονίζεται… Στις 30 Μαΐου θα μεταφερθεί σε κωματώδη κατάσταση στο νοσοκομείο. Όταν λίγο θα αναρρώσει θα υπογράψει την εμφάνιση της στην ταινία που ετοιμάζεται “No Honor Among Thevies”.
Παρόλο που η Μπιλ παίρνει βάρος, οι γιατροί θεωρούν ότι είναι ακόμα σε κρίσιμη κατάσταση. Στις 11 Ιουνίου η νοσοκόμα βρίσκει άσπρη σκόνη σε ένα κουτί με χαρτομάντηλα στο προσκέφαλό της και η Μπίλι συλλαμβάνεται επισήμως για κατοχή ηρωίνης. Στις 10 Ιουλίου η καρδιά της δείχνει σημεία ανεπάρκειας, τα νεφρά έχουν μολυνθεί και η μόλυνση συνοδεύεται από πνευμονική συμφόρηση. Ο Λούις Μακέι δεν την αφήνει λεπτό. Στις 17 Ιουλίου η Μπίλι εγκαταλείπει την μάχη.
Η κηδεία της έλαβε χώρα στις 21 Ιουλίου το 1959, στην εκκλησία του Σεντ Πολ, στη Λεωφόρου Κολούμπους. Το περιοδικό Ντάουν Μπιτ μάζεψε συνδρομές για να της αφιερώσει την επιτύμβια στήλη. Ο Μακέι απαίτησε να επιστραφούν οι δωρεές. Το 1960 το φέρετρο της εκταφιάστηκε και τοποθετήθηκε σε ξεχωριστό τάφο από αυτόν της μητέρας της. “Στην πολυαγαπημένη μου γυναίκα, Μπίλι Χόλιντεϊ, Lady Day, 7 April 1915-17 July 1959”
Πηγή: Billie Holiday, Sylvia Fol/ Εκδόσεις ΚΑΣΤΑΛΙΑ μτφ. Άννυ Καλύβα