-Γιατί την ονόμασες Πεταλούδα; ρώτησαν τον βαρκάρη.
-Επειδή όταν έχει φουρτούνα, στροβιλίζεται σαν πεταλούδα πάνω στα κύματα.
Εκείνη την Κυριακή, ευτυχώς, η θάλασσα ήταν γαλήνια, όπως το μέλλον που ονειρεύονταν οι δύο ερωτευμένοι.
Σαν ξεμάκρυναν λίγο από τις άλλες βάρκες, άρχισε να απαγγέλει Καρυωτάκη ο Μέλιος.
-Δεν νομίζεις πως είναι καταθλιπτική η ποίησή του για μια τέτοια όμορφη μέρα; παραπονέθηκε η Κλειώ κι ο βαρκάρης βρήκε την ευκαιρία ν’ αρχίσει να σφυράει έναν εύθυμο σκοπό.
Στην παραλία, κάτω από ένα πεύκο, η παρέα τους είχε στρώσει τα φαγητά και κάποιοι άρχισαν το τραγούδι.
-Άντε! αφήστε τις μοναξιές! έχετε όλα τα χρόνια μπροστά σας για τρυφεράδες! τούς φώναζαν κουνώντας τα χέρια.
Λίγο πριν βγουν από τη βάρκα ο υπαίθριος φωτογράφος τους τράβηξε μια πόζα.
Παντρεύτηκαν το 1938. Δύο χρόνια αργότερα ο Μέλιος σκοτώθηκε στο Αλβανικό Μέτωπο. Ήταν από τους πρώτους νεκρούς του πολέμου.
Μετά την Κατοχή και κάτω από τις πιέσεις της οικογένειάς της, η Κλειώ παντρεύτηκε ένα ελληνοαμερικάνο κι έζησε όλη τη ζωή της στην Αμερική. Πέθανε σε μεγάλη ηλικία. Τις τελευταίες της στιγμές, η κόρη της την άκουσε να λέει: «έρχεται η πεταλούδα να με πάει βόλτα».
Όταν βρήκε στα πράγματα της μητέρας της το ημερολόγιο και τη φωτογραφία, κατάλαβε τι εννοούσε.
Η φωτογραφια:
Ο Μέλιος και η αρραβωνιαστικιά του η Κλειώ το 1936, σε εκδρομή «εις Μεγάλον Πεύκον» (όπως γράφει όπισθεν της φωτογραφίας). Απ΄ όλες τις βάρκες διάλεξαν την «Πεταλούδα».
γράφει η Σοφία Τριανταφυλλοπούλου | [email protected]