Ξεκινάω απ’ το ότι δεν ξεκινάω αυτό το κείμενο για να αναλύσω τα διαφορετικά κύματα του φεμινισμού ή τη σημασία τους για τις απανταχού θηλυκότητες. Στοπ.
Ξεκινάω απλά και ταπεινά, ως παιδί των 90s, και εντελώς «αμερικανοτραφής» (όπως και οι περισσότεροι συνομίλικοί μου, με όλα τα pop culture references καθημερινά στο μυαλό μας, στο λεξιλόγιό μας και στο χιούμορ μας) να αναρωτιέμαι από που προκύπτουν κάποιες απόψεις-βδέλλες που έχω και παλεύω να αποτινάξω μέχρι και σήμερα. Απόψεις που γεννήθηκαν (υποψιάζομαι) εν μέρει λόγω ακριβώς αυτής της Αμερικανικότητας της παιδικής μου ηλικίας. Τότε λοιπόν που μαθαίναμε εμείς οι millennials τον κόσμο λέξη λέξη και εικόνα εικόνα, οι Αμερικανικές σειρές ήταν στο απόγειό τους (να ’ναι καλά το Star Channel) και οργίαζαν στα σαλόνια των σπιτιών μας –συνήθως άκριτα, αναντίρρητα και αμάσητα. Φιλαράκια, Gilmore Girls, Sex and the City, Παντρεμένοι με παιδιά, η Νταντά, Χτυποκάρδια στο Μπέβερλι Χιλς, Βaywatch.
Ας πάω στο πιο συγκεκριμένο που με έχει προβληματίσει τώρα τελευταία. Στα 90s, μεσουρανούσε αυτό που ονομάζουμε μεταφεμινισμός, ο οποίος πάνω κάτω είναι μια μορφή ας πούμε γυναικείας ενδυνάμωσης μέσω της κατανάλωσης (γκούχου γκούχου κάτι σαν καπιταλισμός especially made for girls). Ο μεταφεμινισμός εμπεριέχει τη χρήση της μόδας και του καταναλωτισμού ως εργαλείων αυτοέκφρασης και empowerment αλλά και την ανοιχτή συζήτηση για τη σεξουαλική απελευθέρωση και την αποδοχή της θηλυκότητας. Και το Sex and the City είναι μάλλον ένα τρανταχτό παράδειγμα αυτού.
Το Sex and the City είναι σειρά του HBO. Έκανε πρεμιέρα στις Ηνωμένες Πολιτείες στις 6 Ιουνίου 1998 και ολοκληρώθηκε στις 22 Φεβρουαρίου 2004, με 94 επεισόδια συνολικά. Εδώ, λοιπόν, η γυναικεία χειραφέτηση φοράει σανδάλια Manolo Blahnik πεντακοσίων δολαρίων, μιλάει ανοιχτά για οργασμούς και πως να τους αποκτήσεις και γιατί τους έχασες και πίνει πολλά κοσμοπόλιταν. Αν εξαιρέσουμε το φετίχ των ακριβών υποδημάτων που ουδέποτε με άγγιξε, τα υπόλοιπα τα χειροκροτώ/χειροκροτούσα και τα θέλω/ήθελα κι εγώ. Η Κάρι, η Σαμάνθα, η Σάρλοτ και η Μιράντα, κάτι σαν την Αγία Τετράδα του «νέου» γυναικείου προτύπου: σεξουαλικά ελεύθερες, γκλαμουράτες, οικονομικά ανεξάρτητες, δυναμικές αλλά και απολιτίκ, άτεχνες, ανιστόρητες και –πολύ συχνά– εγωπαθείς και αυτοαναφορικές. Κι εγώ, παιδί ακόμα, ατσούμπαλη και άβαφη και άμαθη, να τις βλέπω και να θαμπώνομαι και να μαγνητίζομαι και να λέω προφανώς μέσα μου «α, ώστε έτσι μοιάζει λοιπόν ο φεμινισμός»!
Ασφαλώς όλο αυτό ήταν μια μεγάλη βελτίωση από τις εικόνες που είχαν οι γονείς μας για τις γυναίκες-καλές νοικοκυρές-νοσοκόμες-κηπουρούς-τροφούς (στα θετικά να συμπεριλάβουμε βέβαια και τον τρόπο με τον οποίο παρουσιάζεται ως επί το πλείστον η γυναικεία φιλία – ειλικρινής και ουσιαστικός). Ναι, ο παραδοσιακός ρόλος της γυναίκας μετατοπίζεται αισθητά. Αλλά και πάλι… Με άλλο μηχανισμό και ντυμένη με πιο πολύ γκλαμ, αλλά παγίδα still.
Η ακαδημαϊκή κριτική είναι διχασμένη. Από τη μία, η σειρά εκθειάζεται για το ότι έδωσε φωνή σε γυναικείες επιθυμίες που μέχρι τότε σπάνια αρθρώνονταν τόσο ανοιχτά και ακομπλεξάριστα στην pop culture. Στο Sex and the City η γυναικεία σεξουαλικότητα είναι όχι απλώς ορατή, αλλά και απολαυστική. Από την άλλη όμως, η πολιτική απουσιάζει εκκωφαντικά. Οι ηρωίδες είναι λευκές, straight και με οικονομική άνεση και δεν έχουν απολύτως καμία κοινωνική συνείδηση, δεν μιλούν για ταξικότητα, για φυλετικές διακρίσεις, ούτε για έμφυλη βία –με λίγα λόγια, δεν βλέπουν τη θέση τους στον κόσμο ως πολιτική, δεν δείχνει να τους απασχολεί τίποτα από τα παραπάνω. Η μόνη ιδεολογία μοιάζει να έχουν είναι το ξοδεύειν. Ήταν ένας καθρέφτης της Αμερικανικής κοινωνίας της περιόδου; Προφανώς η τηλεόραση δεν είναι ένα μέσο που αναπτύσσεται άσχετα από την κοινωνική πραγματικότητα, άρα (ναι, απαντώ μόνη μου πλέον στον εαυτό μου) ήταν, αλλά γιατί αναπαράχθηκε με αυτόν τον τρόπο, άκριτα; Γιατί μη γελιόμαστε, όσες φορές και να μας έγιναν αντιπαθείς οι πρωταγωνίστριες μέσω του plot (κυρίως η Κάρι), το lifestyle τους δεν «χτυπήθηκε» σεναριακά ποτέ. Από καταναλωτικής ματιάς πάντως (ματιά εξαιρετικά Αμερικάνικη) η σειρά σίγουρα ώθησε πολλά πολλά πιτσιρίκια και νέες γυναίκες να επενδύσουν υπέρογκα ποσά στην εμφάνισή τους, στα αξεσουάρ/make up/μαλλιά/γενικότερο image. Η Αμερικανική αγορά μπουσταρίστηκε δεόντως.
Εξίσου άφαντη σε όλη τη σειρά είναι και η τέχνη. Ούτε κινηματογράφος, ούτε θέατρο, ούτε μουσική (το επεισόδιο στο οποίο η Κάρι βγαίνει με έναν τζαζ μουσικό και ενοχλείται που δεν της δίνει τόση σημασία όση δίνει στα όργανά του, πάντα με εξόργιζε). Κι ακόμα κι όταν εμφανίζονται, σχεδόν γελοιοποιούνται. Εκτός αν κάποιος εδώ απαντήσει ότι και η μόδα είναι τέχνη, γιατί από αυτήν, στη σειρά, έχουμε μπόλικη. Τη μόδα, το παιδί της αγοράς και του κεφαλαίου, δεν θα την συμπεριελάμβανα ποτέ στις τέχνες. Αλλά μπορείτε να προσπαθήσετε να με πείσετε για το αντίθετο κάποια άλλη στιγμή.
Α! Τι θυμήθηκα τώρα; Ολόκληρη 11η Σεπτεμβρίου μεσολάβησε και δεν κουνήθηκε φύλλο στη σειρά.
Τα καταναλωτικά στάνταρτς (και αυτά της ομορφιάς) που θέτουν είναι άπιαστα. Η Κάρι, για παράδειγμα, αρθρογραφεί σταθερά, αλλά σε χαλαρή συχνότητα, σε ένα περιοδικό της Νέας Υόρκης και με κάποιο μαγικό τρόπο έχει αρκετά λεφτά για να διατηρεί ένα lifestyle αντίστοιχο με της Σαμάνθα που έχει δική της εταιρεία PR ή της Μιράντα που είναι μεγαλοδικηγόρος. Πώς έγινε αυτό;
Πέρα από το «απολιτίκ» και τα άπιαστα πρότυπα, υπάρχει κι ένα ακόμα ζήτημα: η εμμονή με την ανδρική επιβεβαίωση. Όσο κι αν οι χαρακτήρες διακηρύσσουν την ανεξαρτησία τους, η αφήγηση γυρνά ξανά και ξανά γύρω από τη σχέση τους με τους άντρες (τον τοξικότατο Mr. Big, τον Aidan, τον Smith κι ένα εκατομμύριο άλλους κομπάρσους). Ελάχιστα επεισόδια περνούν χωρίς η βασική πλοκή να αφορά κάποιο επιτυχημένο ή αποτυχημένο ραντεβού, σεξ ή χωρισμό. Βασικά, επειδή ό,τι κι αν λέω, τη σειρά την έχω δει πάνω από 10 φορές ίσως και την ξέρω σχεδόν απ’ έξω, δε θυμάμαι ούτε ένα επεισόδιο όπου να απουσιάζει το αντρικό βλέμμα με τον έναν ή τον άλλον τρόπο. Ναι, δε λέω, η σειρά αυτό έχει ως κεντρικό άξονα, αλλά δυσκολεύομαι να καταπιώ την αφήγηση ότι όλες οι παρέες των single girls ασχολούνται τόσο εμμονικά με το (υπέροχο κατά τ’ άλλα) αντρικό φύλο. Και το λέω γιατί είμαι κι εγώ μια 30+ γυναίκα και βρίσκομαι συχνά σε πολλές τέτοιες κοριτσοπαρέες.
Η σεξουαλική ελευθερία είναι εργαλείο ενδυνάμωσης, φυσικά, αλλά δεν στέκεται μόνη της, ούτε είναι αρκετή να μας πάει όσο μπροστά μπορούμε να βρεθούμε. Διότι αυτή η μορφή «girl power» είναι συχνά μια καμουφλαρισμένη μορφή κανονιστικότητας:
Η σειρά μάς λέει: “Νιώσε ελεύθερη, αρκεί να παραμείνεις σέξυ, θελκτική, αστεία, καλοβαλμένη και τελοσπάντων «αρεστή». Και κάπως έτσι το Sex and the City μάς δίδαξε ότι μπορούμε να έχουμε τα πάντα –αρκεί να παραμένουμε επιθυμητές.”
Κι όλα αυτά τα παρακολουθούμε εμείς, στην Ελλάδα (και σε πολλές εννοείται ακόμα χώρες) του βαθέος ΠΑΣΟΚ, 10, 11, 15 κλπ. χρονών κορίτσια κι αγόρια και μας διαμορφώνουν – ελπίζω όχι αμετάκλητα. Πολλά από αυτά εμφανίζονται και σε άλλες σειρές από αυτές που ανέφερα στην αρχή, αλλά ειδικά όσον αφορά το Sex and the City, λόγω της ευρείας αποδοχής που είχε και έχει, νομίζω πως οφείλουμε να το ξαναεπισκεπτόμαστε και να το κοιτάμε κριτικά, όσο κι αν το έχουμε αγαπήσει μεγαλώνοντας.
Ένα είναι σίγουρο: Το Sex and the City το βλέπουμε ακόμα, το συζητάμε ακόμα, ακριβώς επειδή είχε μεγάλο θετικό και τεράστιο αρνητικό αντίκτυπο στις δικές μας γενιές. Ίσως να είναι το «φεμινιστικό» comfort food των millennials. Μας παρηγορεί, αλλά δεν μας θρέφει.