Κάτι πολύ παράξενο μου συμβαίνει τον τελευταίο καιρό. Τα γνωρίσματα των αθηναϊκών πολυκατοικιών, τα πιο χαρακτηριστικά, εξαφανίζονται το ένα μετά το άλλο, με όλο και συχνότερο ρυθμό.
Πρώτα οι κεραίες και τα δορυφορικά πιάτα, έπειτα οι σημαίες, τα κουτιά των air-condition, οι ηλιακοί θερμοσίφωνες από τις ταράτσες, και τέλος οι πράσινες τέντες. Περίμενα καχύποπτα την επόμενη αλλοίωση και παρακολουθούσα τις ειδήσεις, μήπως πληροφορούμουν τελικά ότι η Αθήνα μεταμορφώνεται σε μια από τις Αόρατες Πόλεις του Καλβίνο. Όταν εξαφανίστηκαν τα κάγκελα από τα μπαλκόνια όλων των ορόφων, έμεινα να σκέφτομαι έντρομος πόσο εύκολα προσβάσιμη ήταν η θάλασσα από μπετόν. Εκτός και αν… εκτός και αν το μπετόν εξαφανιζόταν και έμενε μόνο η θάλασσα. Ξύπνησα ένα πρωί με ένα άρωμα αλμύρας κι απαλούς παφλασμούς να υπερκαλύπτουν τον ήχο του ξυπνητηριού. Ονειρευόμουν ή επιβιβάστηκα υπνοβατώντας στο νέο «Πλοϊκό Εξπρές» ; Έψαξα παντού μα δε βρήκα εισιτήριο μήτε κανένα άλλο αποδεικτικό. Πάντως, κι αυτό οφείλω να το ομολογήσω, ήταν σαν κάτι να είχε αλλάξει. Σαν οι σκέψεις των ανθρώπων μέσα στη μέρα να έκαναν λιγότερο αντίλαλο, τα βλέμματά τους να μη σε έκοβαν πια, και πλέον τους έβλεπες πολύ συχνά να χαμογελάνε. Κοίτα να δεις που τελικά, δε χρειάζεσαι πάντα τον ήλιο, την άμμο, καμιά ομπρέλα και κανένα λουκουμά, παρά μόνο τη θάλασσα. Μόνο εκείνη καταφέρνει να σε αγγίξει, και να παραμείνεις στεγνός.
*Φώτο & GIF: Παραλία Σαρακήνικο του Ν. Πρεβέζης