Όταν μου ζήτησε ο εκδότης της εφημερίδας «Η Πόλη Ζει» να γράψω για τον Παύλο, ακριβώς επειδή ήξερε ότι οι οικογένειες από τις οποίες προερχόμαστε είχαν στενή φιλική σχέση και επιπλέον με την μικρή αδελφή του, τη Μελίνα υπήρξαμε και συνεχίζουμε να είμαστε καρδιακές φίλες, στην αρχή δίστασα.
Γνώριζα ότι ο ίδιος ο Παύλος δεν θα ήθελε να αποτελεί η προσωπική του ζωή «δημόσιο θέμα». Και δεν θα το ήθελε επειδή δεν εξεχώρισε ποτέ τον εαυτό του από το πλήθος των ανθρώπων. Πλήθος –το οποίο ο ίδιος με την πρωτοποριακή του μουσική τίμησε και ωφέλησε δεόντως-. Ο δισταγμός μου όμως, διαλύθηκε και παρέδωσε γρήγορα τη θέση του στον προσωπικό μου ενθουσιασμό ακριβώς επειδή μου δίνεται η δυνατότητα να καταθέσω την άποψή μου “ΓΙΑΤΙ ο Παύλος μένει τελικά στην ελληνική μουσική ιστορία, με το προσωνύμιο «ο Πρίγκηπας»;“. Στην δεινότητα της στιχουργικής του και της μουσικής του δεν θα σταθώ. Άλλοι, ειδικοί σε αυτά τα θέματα, αλλά και στενοί του φίλοι έχουν καταθέσει αναλυτικά την γνώμη και τις απόψεις τους.
Μερικά στοιχεία για το περιβάλλον στο οποίο γαλουχήθηκε, ανατράφηκε και μεγάλωσε ο Παύλος.
Ο Π. Σιδηρόπουλος μεγάλωσε σε ένα περιβάλλον που απαρτιζόταν και από τις δύο γονεϊκές πλευρές, από εμβληματικές προσωπικότητες. Ο Πατέρας του Κωνσταντίνος Σιδηρόπουλος, προερχόταν από τον Ρώσικο Ελληνισμό της διασποράς, με εύπορη οικογενειακή κατάσταση και κοινωνική θέση ξεχωριστή στο Σοχούμ του Ρώσικου Πόντου. Η παιδεία του και η ανατροφή του ήταν αντάξια του περιβάλλοντος που μεγάλωσε. Η παιδική ηλικία του Κωνσταντίνου Σιδηρόπουλου -αρχικά στο Κιλκίς και μετέπειτα στην Θεσσαλονίκη- είναι καμωμένη με τη γλυκύτητα της νοσταλγίας της Μαύρης Θάλασσας, με το όνειρο για μια εύρωστη πατρίδα, με παιδεία ευρύτερη από την ντόπια οπτική, όπως συνέβαινε με τον ελληνισμό της διασποράς που χαρακτηριζόταν με πνευματική οικουμενικότητα.
Εκείνο που θυμάμαι από τον Κωνσταντίνο Σιδηρόπουλο ήταν η καταπληκτική του δεξιότητα στο τραγούδι. Τραγουδούσε (αυτοδίδακτος ων) με δεινότητα και ικανότητα, κομμάτια από όπερες καθώς και ρώσικα κλασσικά άσματα. Πολλές φορές το ρώσικο τραγούδι «μαύρα μάτια» τραγουδιόταν στο σπίτι των Σιδηρόπουλων, καταμεσήμερο όταν έπαιρνε τη δροσιά του καλοκαιριού το μελτεμάκι στην οδό Πατησίων ή το «καλίνκα» όταν παρέα με τον πατέρα μου τα βράδια της άνοιξης σεργιανούσαν στους κάθετους δρόμους των Πατησίων. Το μεγάλο ταλέντο (επιπέδου όπερας) παρέμεινε σε ερασιτεχνική χαρά καθ’ ότι ο πατέρας του Παύλου με σπουδές χημικού είχε ιδρύσει το μοναδικό εργοστάσιο φωτογραφικού χαρτιού στην Ελλάδα.
Η μητέρα του Παύλου -η υπέροχη Τζένη- γόνος λογίων και μεγάλων προσωπικοτήτων από το Ηράκλειο της Κρήτης. Εγγονή του Ζορμπά, με ανατροφή από τον Ραδάμανθυ Αλεξίου και με θεία την Έλλη Αλεξίου, την Γαλάτεια Καζαντζάκη και τον Λευτέρη Αλεξίου. Η Τζένη εγκαταστάθηκε στην Αθήνα νεαρή με σκοπό να συμπληρώσει τις μουσικές της σπουδές πιάνου, στο Ωδείο Αθηνών. Πράγματι μετά από 12 χρόνια είχε κατακτήσει όλα τα μεγάλα μουσικά πτυχία. Η μουσική της παιδεία ήταν υψηλού επιπέδου. Να σημειώσω ότι ο παππούς του Παύλου, Ραδάμανθυς Αλεξίου (νομομηχανικός του Ν. Ηρακλείου στην Κρήτη) υπήρξε καταπληκτικός μουσικός. Σπούδασε βιολί και έπαιζε ανυπέρβλητη κρητική λύρα και κιθάρα. Υπήρξε ο αγαπημένος αοιδός σε κρητικές μαντινάδες. Όταν πήγαινε για δουλειά, η επίσκεψη, κουβαλούσε πάντα μαζί το βιολί, πράγμα που σήμαινε ότι μόλις η εργασία θα τελείωνε, θα γινόταν γλέντι με δικές του συνθέσεις και κρητικές μαντινάδες. Η αδελφή του λογοτέχνης Έλλη Αλεξίου (Λιλίκα την προσφωνούσε η οικογένεια) διηγείτο χαρακτηριστικά: «Όταν άκουγες βιολί από μακριά -χωρίς να βλέπεις- αντιλαμβανόσουν το βιολί του Ραδάμανθυ. Έσταζε μέλι και μαράζι… Τόσο ξεχωριστός μουσικός υπήρξε».
Με λίγα λόγια, το περιβάλλον του Παύλου αποτελείτο από ανθρώπους του πνεύματος και με μεγάλη ψυχική καλλιέργεια, με ιδανικά και αξίες. Έχει σημασία να σταθώ στο μεγάλωμα του Παύλου στην Πατησίων. Οι οικογενειακές διαμονές, ήταν στην οδό Βλαβιανού, στην Πάτμου, στην Κνωσσού, στην Καραμανλάκη και στην Ιωάννου Δροσοπούλου. Από την Δροσοπούλου μετεφέρθησαν στη Γαλατσίου όταν ήδη ο Παύλος είχε ακολουθήσει τα μουσικά του βήματα.
Αποφοίτησε από το Η’ Γυμνάσιο της οδού Νικοπόλεως. Το Η’ Εκπαιδευτήριο εκείνης της εποχής ήταν ένας χώρος σπουδών υψηλού επιπέδου. Η αποφοίτηση των μαθητών συνοδευόταν με κλασσικές γνώσεις παιδείας, ικανές να στηρίξουν με σοβαρά κριτήρια τις περαιτέρω επαγγελματικές αναζητήσεις των αποφοίτων. (Ίσως θα πρέπει η εφημερίδα να εγκαινιάσει θέμα με τους άξιους αποφοίτους του Η’ Γυμνασίου –Λυκείου, αλλά και των άλλων εκπαιδευτηρίων των Πατησίων).
Η οικογένεια Σιδηροπούλου, χαρακτηριζόταν από το ήθος που χαρακτήριζε τις περισσότερες οικογένειες των Πατησίων εκείνης της εποχής. Δηλαδή: Μέτρο, λιτός τρόπος διαβίωσης, παιδεία, καλλιέργεια της αισθητικής, αγάπη και άφθονη δημοκρατία. Υπήρξε πρωτοπόρα οικογένεια στον τρόπο των φιλικών σχέσεων και της ανυπέρβλητης -χωρίς φειδώ- φιλοξενίας. Η μουσική μαζί με τα μαθηματικά και την κλασσική παιδεία ήταν τρόπος ζωής των Σιδηροπουλαίων…..!
Η παρέα μαζί τους, αποτελούσε σχολείο με διδακτορικό ανθρώπινων σπουδών….! Το τοπίο συμπληρωνόταν από τις επιλογές των θερινών διακοπών……..!
Το θέρετρο -ως μόνιμος καλοκαιρινός τόπος- ήταν τα Νέα Στύρα της Ευβοίας της ανυπέρβλητης εκείνης εποχής…! Η οικογένεια του Παύλου διάλεγε απλά, απλούστατα, θερινά καταλύματα με πλήρη απουσία πολυτέλειας και περιττού διάκοσμου και ευκολίας. Εκεί τα καλοκαίρια ο Παύλος άρχισε να επιδίδεται σε ερασιτεχνικές μουσικές μέρες και βραδιές…..! Τα αυτοσχέδια κρουστά πήγαιναν και έρχονταν…..! Οι μικρότεροι χειροκροτούσαμε… μια και αποτελούσαμε -εμείς ως ευήκοη μαρίδα- τους εκλεκτούς θαμώνες του κλαμπ. Πώς ήταν ο Παύλος εκείνη την εποχή;; Ήταν αυτός που πάντα ξέραμε. Ευγενής, σου μιλούσε και σε κοίταζε στα μάτια, προστατευτικός με την «μαρίδα», ανάβλυζε αρετή και τρυφερότητα. Έτσι, με δυο λέξεις, παρέμεινε μέχρι το τέλος του.
ΓΙΑΤΙ, όμως, τον αποκάλεσαν «πρίγκηπα» και συνεχίζουν να τον αποκαλούν έτσι;
Πρώτα απ΄ όλα να ξεκαθαρίσουμε ότι ο Παύλος υπήρξε «λαϊκός» με αστική ευγενική καταγωγή.
Η λαϊκότητα του ήταν ενσυνείδητη επιλογή.
Μετά υπήρξε ιδιαιτέρως αγαθός, με την έννοια που δίνουμε εδώ στην Ελλάδα, δηλαδή επέλεγε το δρόμο της αρετής με πλήρη συνείδηση.
Αυτή η επιλογή του μαζί με την λαϊκότητα που απέπνεε, τον οδηγούσε όλο και περισσότερο στην ζύμωσή του με τον λαό -με την νεολαία- με τρόπο που γινόταν ένα μείγμα μαζί τους.
Τους ενέπνεε και εμπνεόταν.
Αυτή η διαδικασία είναι η βαθύτερη ουσία της τέχνης και του καλλιτέχνη.
Να σημειώσουμε επίσης, ότι ο Παύλος υπηρέτησε πιστά την μουσική, και υπήρξε ένας από τους λίγους που δημιούργησαν το ελληνικό ροκ. Αφιερώθηκε στην γραφή στίχων, (τολμώ να πω ΠΟΙΗΣΗ με όλη τη βαρύτητα του ορισμού) ελληνικής γραφής, με ρυθμούς που να πατούν στην παράδοση ζυμωμένους με το ροκ.
Αυτή η σπουδαία δημιουργικότητα -που πατούσε στις καρδιές των απλών ανθρώπων- και εκεί, σ’ αυτό το βωμό έστηνε σα μικρές λιτανείες χορούς μαζί τους, απλώνοντας το χέρι.
Αυτό τον ρίζωσε βαθιά στις ψυχές των ανθρώπων και σαν καλλιτέχνη αλλά και σαν άνθρωπο.
Αυτές οι προσωπικότητες είναι λαμπερές. Αυτές οι προσωπικότητες είναι ξεχωριστές πλασμένες με χρυσάφι. Είναι ΠΡΙΓΚΗΠΕΣ.
Τέτοια η στόφα και η φύση του Παύλου. Πρίγκηπα τον είπαν μετά τον ξαφνικό και πρόωρο θάνατο του. Ίσως επειδή εμείς οι άνθρωποι πάντα αναζητούμε και αγαπάμε ως πρίγκηπα μόνο μια ευγενική και απλόχερη, άδολη, ψυχή. Και όταν ονοματίζουμε κάποιον με τέτοια ιδιότητα ποτέ δεν το παίρνουμε πίσω.
Να ‘σαι καλά Παυλάκη εκεί στα ψηλά.
Discussion about this post