Τα προβλήματα τα ξέρω περισσότερο από τη δημοσιογράφο που ήρθε να κάνει ρεπορτάζ για την πεθαμένη Πατησίων.
Χαμογελώ με αυτούς που λένε δεν θα ’μενα ποτέ εδώ, με την κυρία που ρωτάει από πού είναι πιο ασφαλές να έρθω, από την Τροίας ή από την Κοδριγκτώνος. Με τον ντόπιο καταστηματάρχη που κλαίγεται από το πρωί ως το βράδυ. Αν κάτι δεν μ’ αρέσει προσπαθώ να το αλλάξω. Αυτή είναι η ουσία του συλλογισμού. Η Πατησίων ζει και τίποτε χαζοχαρούμενο και φτιασιδωμένο δεν υπάρχει γύρω από αυτό. Όπως και η Ελλάδα ζει… απλά πρέπει να αλλάξουμε πολύ. Αλλιώς ας αναχωρήσουμε… αλλά τίποτε δεν λύνεται έτσι.
ΠΑΤΗΣΙΩΝ PER SEMPRE
Βόρεια Προάστια-Πατησίων 0-1
Λατρεύω την Πατησίων. Με έχει καθορίσει. Γέννημα – θρέμμα τρίτη γενιά, αν και κάτοικος Βορείων Προαστίων λόγω γάμου, γιαπισμού και προτύπων lifestyle της τότε εποχής, ποτέ μου δεν ξέκοψα και δεν έπαψα να τη νιώθω γειτονιά μου. Σε όσους φίλους με πείραζαν λέγοντάς με Τ.Β.Π.( τα περίφημα τεκνά Βορείων Προαστίων κατά Nitro) πάντα αντέτεινα υπερηφάνως Ρ.Φ.Ν. (Ρεμάλι Φωκίωνος Νέγρη) και αν δεν περάσω έστω μια μέρα την εβδομάδα στο πατρικό μου, στην Πλ.Αμερικής, φοβάμαι μην χάσω την… υπηκοότητα.
Στα Βόρεια «ευγενή» προάστια, όπως ψιλοειρωνευόταν ο μεγαλωμένος στην οδό Τροίας και κάτοικος της Σταυροπούλου μέχρι το θάνατό του, μπαμπάς μου, υπάρχει πράσινο, καθαρός αέρας, κάποια άνεση χώρου αλλά και ένα παράλληλο σύμπαν. Γνωρίζω ανθρώπους που ο κόσμος τους σταματά στο Ψυχικό και με μαγικό τρόπο …διακτινίζονται στο Κολωνάκι ή σε κάποιο μοδάτο στέκι στο Γκάζι ή το Μεταξουργείο.
Κρίμα, χάνουν πολλά από τον αυτισμό των Β.Π.: διαφορετικό σινεμά, θέατρο, τέχνη, χρώματα, μυρωδιές, αν και όχι πάντα ευχάριστες, αλλά προ παντός την επαφή με την πραγματικότητα και τον παλμό της εποχής.
Λατρεύω την Πατησίων και θέλω να την ξαναδώ να λάμπει.
Περιμένω πώς και πώς την αναβάθμιση του μεγαλύτερου Μουσείου της χώρας, την ανακαίνιση του Ακροπόλ και την αξιοποίηση του σπιτιού της Μαρίας Κάλλας, Πατησίων και Σκαραμαγκά. Πέρασα πολύ όμορφα στον πολυ-χώρο Αλεξάνδρεια, παλιό σπίτι του Καραγάτση στη Σπάρτης απολαμβάνοντας τον γείτονα και Τυχοπουλάκι* Στέφανο Κορκολή. Χαίρομαι που το Αγκάθι του πρωτοπόρου Γ.Καρτάλου απέκτησε αξιόλογο «ανταγωνισμό» στον χώρο της Τέχνης και που η οικογένεια του αδικοχαμένου φίλου Λεωνίδα συνεχίζει το όραμά του στο Τριανόν. Παρακολουθώ τις κινήσεις κατοίκων που αρνούνται την παθητικότητα και διεκδικούν μιαν καλύτερη καθημερινότητα και βέβαια τη φωνή τους, την εφημερίδα-σύνθημα “Η Πατησίων ζει”.
Περιμένω να δω το Πεδίο του Άρεως να ξαναγίνεται το Central Park της Αθήνας. Με συγκινεί η επιστροφή παλιών κατοίκων, η άρνησή τους να (ξε)πουλήσουν τα οικογενειακά τους σπίτια. Από την πλευρά μου, έχω ξεκινήσει αγώνα για την αναπαλαίωση του πύργου της Θήρας που ανήκε στην αδελφή της γιαγιάς μου και τη μετατροπή του σε κέντρο καθημερινού πολιτισμού. Θυμώνω όταν, λίγοι ευτυχώς, γείτονες λένε συγκαταβατικά «μα εδώ βρήκες παιδί μου να παιδεύεσαι; Xάθηκε να είναι σε μια άλλη περιοχή;» Μα σε αυτήν τη θαυμάσια περιοχή ανήκουμε.
Ας αφήσουμε την αυτολύπηση και τα συμπλέγματα κατωτερότητας, ας παρατηρήσουμε τα εναπομείναντα πανέμορφα κτίρια που μας περιβάλλουν και ας δούμε από την Πατησίων το ωραιότερο κάδρο της Ακρόπολης για έμπνευση! VENCEREMOS!
*Μαθητής του Αθηναϊκού Λυκείου Α.Γ. Τυχοπούλου, Λέλας Καραγιάννη 16-18, του σχολείου μου. Ακατάλυτοι δεσμοί, ένας ισχυρός πυρήνας φανατικών της Πατησίων τα Τυχοπουλάκια! Στις εγκαταστάσεις του σχολείου μας τώρα στεγάζεται το 41ο.
Ρίχνοντας το βλέμμα καταπίσω
Ο δρόμος που άρχιζε από τη Μενιδιάτικη Πόρτα έγινε γνωστός ως ο δρόμος προς τα Πατήσια, καθώς περνούσε μέσα από το χωριουδάκι Πατήσια. “Το τοπωνύμιο “πατήσια” προέκυψε απο τα πατήχεια κτήματα, δηλαδή της οικογένειας Πατήχη. Το “χη” κατά το αττικό ιδίωμα προφερόταν ως παύ “σ” (sh). Όπως αντίστοιχα το “Γαλάτσι” ήταν περιοχή της οικογένειας “Γαλάκη”. Το “Κη” προφερόταν “τση”. Όπως Αγιος Γεώργιος Καρύκη -Καρύτση” (Νίκος Μοσχονάς, ιστορικός).
Το 1841 άρχισε η διευθέτηση και η κατασκευή της οδού που οδηγούσε στο χωριό Πατήσια. Τη μελέτη είχε αναλάβει ο γεωμέτρης J. Beck. Τον 19ο αιώνα τα Πατήσια ήταν γεμάτα κήπους, δέντρα και άνθη. Ήταν δε ο πιο δημοφιλής εξοχικός περίπατος των Αθηναίων είτε με τα πόδια, είτε με άμαξες. Τα απογεύματα, στις τρεις τον χειμώνα και στις επτά το καλοκαίρι, ξεκινούσε η μουσική. Οι περιπατητές μπορούσαν να απολαύσουν μια μπίρα στο περίφημο “Παυσίλυπον” που είχε συσταθεί το 1839 από Βαυαρούς αξιωματικούς. Στα 1860 στη συμβολή Αιόλου και Πατησίων δημιουργείται ένας πυρήνας όπου αναπτύσσεται η πολιτική και κοινωνική ζωή της Αθήνας.
Με αρχή το καφενείο του Γιάννη Χαύτα, από τον οποίο οναμάστηκε και η περιοχή Χαυτεία, απέκτησε με τα χρόνια πληθώρα καφενείων και ζαχαροπλαστείων. Την ίδια περίοδο χρονολογείται και ένα από τα πρώτα αρχοντικά στην Πατησίων. Τον Οκτώβριο του 1862 θεμελιώνεται το Πολυτεχνείο. Η ΑΣΟΕΕ μετακομίζει στα νέα κτίριά της στην Πατησίων το 1935. Τον Απρίλιο του 1882 εγκαινιάζονται τα δέκα ιπποκίνητα τραμ κάνοντας τη διαδρομή Σύνταγμα-Πατησίων, τα πρώτα ΜΜΜ στην Αθήνα, στολισμένα με μυρτιές και μικρές σημαίες, ελληνικές και βέλγικες. Από αυτά βγήκε και η έκφραση «Το τραμβάι δεν τραβάει».
Στην τελευταία τριακονταετία του 19ου αιώνα το χωριουδάκι Πατήσια έχει γίνει προάστιο της Αθήνας. Έπειτα ακολουθεί η γέννηση ενός πολιτιστικού κέντρου με θέατρα και κινηματογράφους και η περιοχή πια εντάσσεται στο βασικό ιστό της πρωτεύουσας.
Κάνουμε ένα γρήγορο πέρασμα. Από ανθρώπους σε καταστάσεις, από το παρελθόν στο παρόν. Και από εκεί στο αύριο. Η Πατησίων ενώνει πόλεις μέσα στην πόλη. Με ιστορία, αισθητική, πνεύμα και ύλη…
Γειτονιές
Ξαφνικά βρίσκεσαι σε ένα στενάκι που σου θυμίζει επαρχιακή πόλη ακόμα και χωριό. Γύρω από την πολύβουη Πατησίων υπάρχουν γειτονιές. Το καφενείο, το μπακάλικο, το πλάτωμα που ξεδίνουν τα παιδιά. Η γειτόνισα που θα σου κρατήσει τα πιτσιρίκια μέχρι να τελειώσεις μια δουλειά. Ο κουτσομπόλης που κάθεται στο καφενείο και τα βλέπει όλα. Η ωραία του δρόμου. Ο γκρινιάρης συνταξιούχος. Ο περίεργος νεαρός με την κοτσίδα. Και άλλοι πολλοί. Γειτονιές πιο κυριλέ, άλλες πιο δύσκολες. Όμως γειτονιές. Και τόσο κοντά στο κέντρο. Και αυτό είναι το ωραίο. Αστικό κέντρο με έναν γαλαξία γειτονιών!
Καλλιτέχνες
Την Πατησίων την έχουμε βρει σε μυθιστορήματα, σε ποιήματα, σε ταινίες ακόμα και στους ίδιους τους ανθρώπους. Δεν ήταν λίγοι εκείνοι οι καλλιτέχνες που το όνομά τους συνδέθηκε άρρηκτα με την περιοχή όπου έζησαν ή μεγάλωσαν. Κάποιοι από αυτούς ο Σιδηρόπουλος, η Γώγου, ο Ελύτης, ο Καββαδίας, ο Καμπανέλλης, ο Κάρολος Κουν και μετέπειτα ο Λουκιανός, η Νένα Μεντή, η Κική Δημουλά κ.α. Ήταν και είναι, μια συνοικία που συγκεντρώνει τον κόσμο της τέχνης και των γραμμάτων. Πολλοί εμπνεύστηκαν από αυτήν και συνεχίζουν να το κάνουν δημιουργώντας έτσι την καλλιτεχνική αίγλη της Αθήνας.
Θέατρα
Από τις αρχές κιόλας του 20ου αιώνα ανοίγουν οι πρώτοι κινηματογράφοι και θέατρα επί της οδού Πατησίων. Τι να πρωτοθυμηθεί κανείς από τις μεγάλες εποχές του Τριανόν, του Μπρόντγουεϊ, του Αελλώ, του Ρόζικλαιρ, του ATHENE και άλλων τόσων. Παρόλο τις δυσκολίες είναι ο δρόμος με τα περισσότερα θέατρα και χώρους τέχνης. Λειτουργούν πολυχώροι καθημερινά, με πλούσιο πρόγραμμα για να ικανοποιήσουν όλα τα γούστα. Δίπλα σε ένα θέατρο θα συναντήσεις έναν κινηματογράφο και λίγο παρακάτω ένα ακόμα θέατρο, που θα ικανοποιήσουν τη δίψα σου για τέχνη.
Κτίρια
Εδώ υπάρχουν αρχιτεκτονικά κοσμήματα, ένα ανθολόγιο όλων των ρυθμών και των τάσεων της αρχιτεκτονικής. Από το κτίριο του Πολυτεχνείου και της ΑΣΟΕΕ, μέχρι και μικρά δίπατα γύρω από την πλατεία Κυψέλης. Αρχιτεκτονικοί πειραματισμοί, ανάμειξη τεχνοτροπιών και ρυθμών. Κτίσματα με ιστορία που σε μία άλλη χώρα θα τα είχαν προστατεύσει και αναδείξει. Αλλά εδώ γκρεμίσαμε το σπίτι του Κανάρη και δεν ξέρουμε τι να κάνουμε το κτίριο που έζησε η Κάλλας… Κτίρια που ξέφυγαν από την αντιπαροχή του ’60 και ούτε εμείς οι ίδιοι που τα βλέπουμε καθημερινά δεν τα εκτιμάμε. Παρόμοια, αλλά όχι τόσα πολλά, βρίσκονται στο Κολωνάκι…
Πολυεθνικότητα
Όλες οι φυλές του κόσμου. Φόβος αλλά και εκμετάλλευση. Υστερία και αδιαφορία. Και συνθήματα, πολλά συνθήματα που τίποτε δεν προσφέρουν. Η συμβίωση δεν είναι πάντα δύσκολη. Όταν πρυτανεύει η λογική και όταν δεν παίζονται παιχνίδια. Χιλιάδες μετανάστες έχουν ενσωματωθεί στην καθημερινότητα, έχουν ανοίξει μαγαζιά, πληρώνουν φόρους, τα παιδιά τους είναι και παιδιά μας. Υπάρχει όμως και η δύσκολη πλευρά. Της συμμορίας, της επιθετικότητας και της γκετοποίησης. Μια δομημένη κοινωνία αυτά τα απορροφά και τα αντιπαρέρχεται. Μια κοινωνία σε σύγχυση και σε τέλμα απλώς φοβάται και γίνεται θύμα από μόνη της.
Ιστορία
Εδώ έχουν τρέξει εξεγερμένοι, έχουν κυλήσει ερπίστριες, τραμ γεμάτα άνδρες που έφευγαν για το μέτωπο. Ονομάστηκε 28η Οκτωβρίου σαν απάντηση στους Ιταλούς και επειδή εδώ ήταν το Casa di Italia. Εδώ έπαιζε η ορχήστρα του στρατού για να χορεύει βάλς ο κόσμος τα Σάββατα και τις Κυριακές τα απογεύματα. Από εδώ ξεκίναγαν οι Αθηναίοι για την Πρωτομαγιάτικη έξοδο. Η Λεωφόρος έχει δει πολλά, έχει ζήσει άλλα τόσα. Εκκλησάκια χτισμένα από μαχητές του ’21, ανατινάξεις κτιρίων, κρυψώνες στην περίοδο της κατοχής. Μια ακόμη μάχη ανάμεσα σε μνήμη και λήθη.
Πλατείες
Μικρές και μεγάλες. Με πεζόδρομους, με αδιέξοδα. Άλλες πάνω στην Πατησίων, άλλες χωμένες μέσα στις γειτονιές. Άλλες με πλάτανους, άλλες με κάγκελα και μπετόν. Άλλες προσεγμένες και άλλες παρατημένες. Οι πλατείες ή θα γίνουν οι συλλογικοί τόποι που θα ομορφαίνουν την καθημερινότητα ή θα γίνουν οι χωματερές της θλίψης και της απραγίας. Είναι και θέμα δημοτικών αρχών, αλλά αυτό είναι το σχετικά εύκολο. Το πιο δύσκολο είναι η κίνηση αυτών που ζουν εκεί. Να βγάζεις το παιδί σου βόλτα εκεί, να μην βανδαλίζεις, να έχεις συγκεκριμένα αιτήματα και να κάνεις μαζί με άλλους αυτό που μπορείς να κάνεις.
Νεολαία
Μια νεολαία πότε άγρια, πότε βαρεμένη, μαλθακή και πότε δημιουργική. Που μερικές φορές μεταναστεύει για τα γκαζοχώρια και την Καρύτση και πότε μένει στα κατεχόμενα για να φτιάξει τα δικά της στέκια. Σε μαγαζιά, πλατείες, παγκάκια, ξέφωτα, πεζόδρομους και στενάκια. Κάποιοι φεύγουν για άλλες περιοχές, κάποιοι έρχονται και κολλάνε εδώ. Συγκροτήματα, παρέες, συμμορίες, ομάδες. Ο άνεργος, ο φοιτητής, η πωλήτρια, ο ντελιβεράς, η υπάλληλος, το μοίρασμα φυλλαδίων. Οι 15άρηδες που κατεβαίνουν με τα ποδήλατα και δίνουν ραντεβού έξω από τα σχολειά τους, οι 17αρηδες που κάνουν σκέιτ σε πεζοδρόμια, οι 25άρηδες που φτιάχνουν μπάντες.
Βράδυ
Από κάποια σημεία δεν θα περάσεις. Και αν περάσεις θα ’σαι προσεκτικός. Και αν είσαι προσεκτικός πρέπει να είσαι και τυχερός. Όμως κανένας βιασμός δεν έγινε στο Πεδίο του Άρεως στις 9 το πρωί όπως λένε μερικοί. Δεν θα βρεθείς όμως εύκολα τα μεσάνυχτα στα δρομάκια του. Μια σκοτεινή πλευρά των ναρκωτικών, της πορνείας και της παραβατικότητας υπάρχει, αλλά διογκώνεται με αποτέλεσμα την καλλιέργεια φόβου. Και ο φόβος φέρνει φόβο. Και μίσος. Πάντα όμως υπάρχει στο βάθος η φωτισμένη Ακρόπολη, η βουή των αυτοκινήτων, το σχόλασμα των θεάτρων, τα συνοικιακά καφενεία, οι πλατείες, μπαρ, τα χοτ ντογκ και οι μυρωδιές από τις νερατζιές!
Αγορά
Κλειστά μαγαζιά, ρολά, σκοτάδι. Έτσι λένε οι ειδήσεις και ως συνήθως πιάνουν μία πλευρά της πραγματικότητας. Χιλιάδες επιχειρήσεις, μαγαζιά και υπηρεσίες αντέχουν και συνεχίζουν. Εδώ θα βρεις το τσαγκαράδικο δίπλα από ένα θέατρο, το μπακάλικο δίπλα από μια κλινική, το κομμωτήριο δίπλα από το ρουχάδικο. Αυτή η πολυχρωμία δίνει ζωντάνια και είναι μια ελπίδα για το μέλλον. Χρειάζεται καταναλωτική συνείδηση από τον κόσμο και επαγγελματική από τους εμπόρους. Στήριξη της τοπικής αγοράς, του μαγαζιού της γειτονιάς, αλλά και καλές τιμές και υπηρεσίες από τους μαγαζάτορες.
Ομάδες
Στα τελευταία χρόνια, στα χρόνια της κρίσης, άνθισαν πολλές ομάδες και συλλογικότητες. Διαφορετικές αποχρώσεις, κατευθύνσεις, λειτουργία και στόχους. Αλλά οι περισσότερες με πράξη, κίνηση και συμμετοχή εκατοντάδων που δουλεύουν, προσφέρουν και δημιουργούν. Άλλες δραστηριοποιούνται γύρω από ελεύθερους χώρους, αλλές γύρω από την αλληλεγγύη και άλλες τοπικά. Ένα ζωντανό δυναμικό ενώνεται και κινείται. Και πάνω από όλα προσφέρει χωρίς χρήματα, πολιτισμό, υπηρεσίες και ανθρωπιά.
Γεγονότα
Ναι! Εδώ θα μυρίσεις δακρυγόνο, θα δεις τα πανό να ξεκινάνε, τους κάδους σκουπιδιών να καίγονται. Και πέτρες και τσαμπουκάδες και φασαρίες. Θα δεις αστυνομικούς στην τσίτα, κυνηγητό με μικροπωλητές, παντιλίκια των δίτροχων που σταματούν κάποιους για εξακρίβωση. Όμως εδώ είναι η ζωή! Με τις αντιθέσεις που μια σε πληγώνουν, την άλλη σε ξυπνούν. Η παραβατικότητα είναι στα ίδια επίπεδα με τις άλλες περιοχές του κέντρου, ενώ τα πιο ειδεχθή εγκλήματα δεν γίνονται εδώ, αλλά μάλλον στην επαρχία. Εδώ μαθαίνεις να ζεις με το γεγονός, είσαι μέρος του.
Πατησίων Νάου εντ then
από την Ελίνα Λαζαρίδη
Η οδός Πατησίων αρχίζει από την Ομόνοια και φτάνει στο σταθμό του τρένου στα άνω Πατήσια, εκεί που την Πρωτομαγιά, ο τόπος γέμιζε κουβάδες με άνθη από τον Προμπονά. Σ’ αυτόν τον γκρίζο δρόμο έμεναν ψηλοί και κοντοί άνθρωποι, πλούσιοι και φτωχοί, χοντροί και αδύνατοι, όπως παντού. Ιδιωτικοί υπάλληλοι αλλά και δημόσιοι, πολλοί καλλιτέχνες, έμποροι, γιατροί, ιατροδικαστές και δικηγόροι.
Μέσα στα χρόνια απέκτησε μία πολυσχιδή κοινωνική ταυτότητα που τη ξεχώριζες στο λεπτό από τα τραγούδια που ξεγλιστρούσανε υστερικά ή κουρασμένα μέσα από τις γρίλιες των σπιτιών, τα καταστήματα και τα κασετόφωνα των πλανόδιων πωλητών. «Νυχτερίδες κι αράχνες» και η αξέχαστη «Μαντουμπάλα» στα πέριξ της Ομόνοιας – πιάνο του Χατζιδάκι και «απομεσήμερα» του Ξαρχάκου στην πιο –ας πούμε- ελιτίστικη πλευρά από το Μουσείο μέχρι την Κολιάτσου και η προδομένη «Ιστορία μου αμαρτία μου» κοντά στο ζαχαροπλαστείο «Χαρά» στο βορεινό ακρωτήρι.
Ο μόνος που τριγυρνούσε παντού, αδιακρίτως, ήταν ο υψίφωνος καλλιτέχνης «γανωτής» που πίεζε να του δώσουμε τα χάλκινα σκεύη μας.
Στην Πατησίων υπήρξε εποχή που πάρκαρες έξω από το σπίτι του τάδε και τον περίμενες να κατέβει. Είχε δε από παλιά τα κίτρινα τρόλεϋ με τον ταλαίπωρο εισπράκτορα μέσα στην κακόγουστη μουσταρδί στολή του να φωνάζει το ανεκδιήγητο «ΦΥΕ» στον οδηγό, μπας και τελειώσει μια ώρα αρχύτερα τη βάρδια του και πάει σπίτι του να φάει. Σιγά-σιγά τα μαγαζιά, η κίνηση, το καυσαέριο και η σκόνη αυξήθηκαν και ξαφνικά τα έπιπλά μας ήθελαν περισσότερο ξεσκόνισμα.
Τα σινεμά στην Πατησίων ήταν αρκετά και τα θέατρα επίσης, άλλα μέσα κι άλλα έξω από στοές. Ορισμένες μάλιστα ασπρόμαυρες δεκαετίες, κάποια από αυτά γνώρισαν νύχτες δόξας και πρωταγωνίστησαν στο κοινωνικό lifestyle. Όσο για τις στοές άλλοτε φωτίστηκαν κι άλλοτε σκοτείνιασαν, όπως όλες οι στοές που δεν είναι μασονικές.
Ο δρόμος είχε πλατείες με παρέες που φτιάχνανε ιστορίες. Ιστορίες που πολλοί λένε ότι έμειναν στην ιστορία. Όπως έμειναν και οι ίδιες οι παρέες με τον Γιώργο, τον Αλέκο, τον Ορέστη, τον Κώστα, τη Μπεάτα και την Μάρθα. Κάποιες από αυτές καλλιτεχνικές, κάποιες αλήτικες, κοσμοπολίτικες ή μαθητικές, αφού η Πατησίων είχε σχολεία, σχολές χορού και μία γαλλική ακαδημία (α! μον ανφάν Ζορζ του ε μπετ), στη στάση Λυσσιατρείο (ήταν λέτε σύμπτωση;;;). Το πείραγμα ήταν συνηθισμένο, όμως δεν έλειπε και ο περίεργος τύπος με το παλτό να μας ακολουθεί όταν γυρνούσαμε βράδια από το φροντιστήριο.
Στην Πατησίων συναντούσες «δροσερές» γωνίες με ονόματα νησιών – Πατησίων και Ιθάκης «στις 8 σε περιμένω», ένα αρχαιολογικό μουσείο, ΑΕΙ, ένα bowling center «μαθητικό θέρετρο» στις απεργίες των καθηγητών και μία σχολή ραπτικής στη γωνία με την Αγ. Μελετίου. Υπήρχε και το καφενεδάκι του Μουσείου, με γκαρσόνια-πιγκουίνους, άσπρο πουκάμισο-μαύρο παντελόνι και σιδερένιο δίσκο στο χέρι, υπήρχαν μεγάλα βενζινάδικα που έβαζαν «σούπερ» στο αυτοκίνητο του μπαμπά μου, μπαράκια για μεσημεριανά «πονηρά» ραντεβού κι ένα μαγαζάκι με οικιακές συσκευές «Ιζόλα», πάντα πρώτη μούρη στις ελληνικές ταινίες.
Είχε όμως και το μεγαλύτερο πολυκατάστημα – το «Μινιόν» – σχήμα οξύμωρο το όνομά του, να μαγνητίζει την επαρχία που κατέβαινε για αγορές στην πρωτεύουσα.
Είχε και τον ΟΤΕ, μία φοιτητική εστία από την άλλη μεριά (με πισίνα!), κάβες με ποτά και ξηρούς καρπούς, ψητοπωλεία και σουβλατζίδικα με γύρο, μικρομάγαζα με φόδρες και κουμπιά για ράφτρες που τότε δούλευαν σε σπίτια, ντισκοτέκ με την αστραφτερή μπάλα και το μωβ φως να δείχνει τη σκόνη στο πουλόβερ σου, αστικές πολυκατοικίες με τεράστια, ψηλοτάβανα δωμάτια, οφίς και δροσερές εισόδους με κουτσομπόληδες θυρωρούς για όλες τις δουλειές, μαθητικά βιβλιοπωλεία με φρεσκοτυπωμένα τα βιβλία του ΟΕΔΒ –για κάποια χρόνια δυστυχώς με το γνωστό πουλί στην τελευταία γυαλιστερή σελίδα τους – να μυρίζουν έντονα τυπογραφικό μελάνι.
Στην Πατησίων «έβγαιναν» δρόμοι όπως η Λήμνου, η Σπάρτης, η Θήρας, η Κεφαλληνίας και ένα σωρό άλλοι, κάτι που είχε ως συνέπεια τη στενή επαφή με τη γειτόνισσα Κυψέλη και την ξαδέλφη της, τη Φωκίωνος Νέγρη. Παράλληλη σε κάποιο σημείο, ήταν και η συμπεθέρα Μαυροματέων με το θερινό «Αλίκη» και το αναψυκτήριο «Green park”. Όμως τώρα μιλάμε για την Πατησίων.
Όπως όλοι οι δρόμοι, έζησε ιστορικές στιγμές και σε κάποιο μελλοντικό θεατρικό έργο, μία σκηνή να ήταν αυτή: Μεσημέρι σχεδόν και η πορεία περνούσε κάτω από την πολυκατοικία μας. Η μαμά κι εγώ κατεβήκαμε κάτω, στην είσοδο του σπιτιού και δώσαμε φάρμακα και τρόφιμα στους φοιτητές και σε όλους αυτούς που φώναζαν συνθήματα εναντίον της χούντας. Το βράδυ με το αυτοκίνητο του μπαμπά μου ανεβήκαμε την Αλεξάνδρας και ακούγαμε το ραδιοφωνικό σταθμό του Πολυτεχνείου.
Η Πατησίων ήταν σκοτεινή και μύριζε καμένα λάστιχα. Δύο τρεις μέρες αργότερα ξημέρωσε η 17 Νοεμβρίου του ‘73.
Υπήρξε δρόμος του αλωνιού και του σαλονιού και σήμερα οι άνθρωποι εκεί μιλάνε πολλές γλώσσες. Το Πολυτεχνείο της ακόμη ζει αλλά το σύνθημα είναι άλλο και ακούγεται σε άλλη γλώσσα.
«Χακούνα Ματάτα» μαν.
Μπι cool.
Βιβλία για την Πατησίων
Ιστορίες από τη γειτονιά μου και λίγο παραπέρα, Κυψέλη 1919-1959
Μελίτα Αδάμ
Ένα νοσταλγικό ταξίδι στο παρελθόν της δικής μας Κυψέλης που τόσο αγαπήσαμε και αγαπάμε. Αφηγήσεις και γεγονότα με κοινό τους στοιχείο τον χωροχρόνο της Κυψέλης,του χθες. Πρωταγωνιστές Κυψελιώτες και Κυψελιώτισσες, μέσα από τη δική τους αλήθεια, μια αλήθεια βίαιη, πικρή, σκληρή, χαριτωμένη, άλλοτε ερωτική, άλλοτε κωμική, μα πάντα αληθινή.
Στην ιδιαίτερη πατρίδα μου τα Πατήσια
Ρίκα Σεϊζάνη
«Την ώρα που ο Δήμαρχος αναπολούσε, απέναντι, στα σκαλάκια του σπιτιού που καθόταν στον ήλιο ένας γέρος από τους πιο παλιούς της γειτονιάς. Παρακολουθούσε τις μπουλντόζες του Δημάρχου που πηγαινοέρχονταν. Παρακολουθούσε το γκρέμισμα του οθωνικού κτίσματος που για πολλές δεκαετίες ήταν το σπίτι του. Άλλωστε, όλοι το λέγαμε το σπίτι των Δ. και όχι του Όθωνα. Ήξερε τον Δήμαρχο, τότε που ήταν μωρό, και τον πατέρα του, τον Αρχηγό της Αστυνομίας. Ο μπάρμπας και η οικογένειά του δεν ήταν μόνο από την άλλη μεριά του δρόμου, ήταν κι από την άλλη μεριά της Ιστορίας».
Ιχνογραφία Πατησίων (Τα Πατήσια
κάποτε…)
Ναταλία Σαμαρά-Γκαίτλιχ
Η αγάπη για τα περασμένα δεν λογίζεται σαν στείρα νοσταλγική επιστροφή, αλλά σαν εκτίμηση του ανθρώπου για τον άνθρωπο και το περιβάλλον όπου έζησε, αφού το όμορφο ή το άσχημο κατασκεύασμα ανήκει τελικά σε όλους μας.
Φυγή από το καθημερινό αντίκρυσμα του αφανισμού της Αθήνας, πόλης χωρίς πνεύμονες με πολεοδομική και εξαμβλωματική αναρχία, κυκλοφοριακό χάος και με τις τιμές των ρύπων ν’ ανεβοκατεβαίνουν στον αττικό ουρανό, είναι το αφιέρωμα αυτό που επιχειρεί μια (απλή) καταγραφή της εξελικτικής πορείας των Πατησίων. Όπως στο τετράδιο των πρώτων σχολικών χρόνων, ιχνογραφείται το «Προάστιο» που υπήρξε και πώς κατάντησε. Χρέος αγάπης.
Το διαμέρισμα της οδού Πατησίων
Μαρώ Τριανταφύλλου
Το μυθιστόρημα αρχίζει όταν η Σοφία, μια νεαρή οδοντίατρος, αγοράζει ένα διαμέρισμα στην Πατησίων. Εκπλήσσεται με το πόσο εύκολα αγόρασε ένα διαμέρισμα το οποίο έμενε απούλητο για χρόνια. Πολλά βράδια βλέπει, από το μπαλκόνι της ένα νεαρό στη στάση του λεωφορείου απέναντι από το σπίτι της να την κοιτάζει, ενώ αισθάνεται ότι ψιθυρίζει το όνομα της. Την ίδια στιγμή, η Σοφία βασανίζεται από παράξενα όνειρα και από την αίσθηση ότι κάποιο μυστικό υπάρχει στην ιστορία των προηγούμενων ιδιοκτητών του σπιτιού που συνδέεται με το παρόν της.
Πάνω κάτω η Πατησίων
Κατερίνα Γώγου
Στις ανθολογίες των ποιητών της γενιάς του ’70 δεν θα την συναντήσουμε- πλην λίγων εξαιρέσεων. Όταν γράφεις την Ιστορία επάνω σε νωπά και ζεστά σώματα, γίνεσαι άδικος, ιδιοτελής, φανατικός. (Και ας δεχτώ πως το ίδιο ισχύει και για όσους θέλουμε να την “διορθώσουμε”).
Οδός Ιππολύτου (Παιδικές αναμνήσεις από τη γειτονιά μου του 1940 – 1944)
Αλέξανδρος Σακελλαριάδης
«…Ξαφνικά και ενώ ήμουν αφοσιωμένος στο διάβασμα, άρχισαν να ηχούν οι σειρήνες απ’ όλες τις πλευρές της Αθήνας. Μέσα στην τρομερή ησυχία ο τρομερός ασυνήθιστος αυτός ήχος ασφαλώς μόνο κάτι καλό δεν μπορούσε να προμηνύει. Τρόμαξα. Δεν μπορώ να πω ότι φοβήθηκα, παραξενεύτηκα και διερωτήθηκα, γιατί χτυπούν οι σειρήνες έτσι μανιασμένα πρωί, πρωί, τι συμβαίνει;…»
Discussion about this post