Η πρώτη ανάμνηση που έχω από εμένα να διαβάζω τα ποιήματά της ήταν στο σχολείο. Και έδινα και μια ευχή: να μην «πέσει» στις εξετάσεις.
Στα άγουρα δεκαοχτώ τι να καταλάβεις από την Κική Δημουλά;
Λίγα χρόνια πέρασαν, όταν ξανάπιασα την ποίησή της. Και κάπως άρχισα να νιώθω. Να νιώθω την ίδια. Να νιώθω όσα παναθρώπινα συναισθήματα περνούσε μέσα από δύο στίχους – με ή χωρίς ρίμα.
Μου έμαθε τι σημαίνει ανάγκη να μιλάς. Μου έμαθε ότι «Οἱ λέξεις ἔχουν ἔχθρες μεταξύ τους,
ἔχουν τοὺς ἀνταγωνισμούς, ἂν κάποια ἀπ᾿ αὐτὲς σὲ αἰχμαλωτίσει, σ᾿ ἐλευθερώνει ἄλλη».
Μου έμαθε ότι «ο έρωτας είναι όνομα ουσιαστικό» και μάλιστα, «πολύ ουσιαστικό» και κρύβει μέσα του άλλα ουσιαστικά, «το φόβο», τη «μνήμη» και τη «νύχτα».
Μου έμαθε ότι η πραγματικότητα μπορεί να κρύβει «πίκρα», αλλά το σημαντικό είναι να περνάς από μέρη πρωτόγνωρα, να τα γεύεσαι και όταν «νυχτώσει» να μην είσαι λυπημένος, να «περπατάς» και να λες «έζησα», ακόμη κι όταν λαμβάνεις αποχαιρετιστήρια γράμματα από την Πάτρα και τον Πύργο της Πίζας.
Μου έμαθε ότι η «προσδοκία» ίσως είναι «απαγορευμένος καρπός», αλλά χαμογελώντας και «κρατώντας ένα λουλούδι», μπορείς να σταθείς μπροστά σε οποιοδήποτε «γκρεμό».
Μου έμαθε ότι «το σκληρό χαράζει» και αποδέχτηκα ότι εγώ ποτέ δεν θα βρω τρόπο να το χαράξω.
Μου έμαθε ότι η ζωή έχει τρία γράμματα και άπειρες ανατροπές. Και ζωή είναι και η απώλεια και ο πόνος και η μνήμη και το παρόν και το παρελθόν και το μέλλον και η στιγμή και η μοναξιά και η συντροφικότητα και η χαρά και το χαμόγελο και η έκπληξη και η ματαιότητα και όλα μαζί. Η ζωή είναι όλα. Η ζωή είναι βίωμα. Κι ακόμη και μέσα από τη θλίψη, η ζωή είναι όμορφη.
Είναι δύσκολο να φεύγουν τέτοιες μορφές. Γιατί τέτοιες μορφές έχουν βοηθήσει να έρθεις σε επαφή με τον Άλλον και με το μέσα σου. Αυτές οι μορφές έζησαν την απλή -για εκείνους- ζωή τους, ενώ για εμάς είναι και θα είναι σύμβολα που μας γνώρισαν βαθιές αλήθειες, που φώτισαν ψήγματα ψυχής βαθιά θαμμένα.
Τη φαντάζομαι με τον Άθω σε έναν δικό τους παράδεισο γραμμάτων, να κρατιούνται χέρι χέρι και να μην νιώθει πια την απώλεια και το βάρος του χρόνου.
Η Κική Δημουλά (6 Ιουνίου 1931-22 Φεβρουαρίου 2020 ήταν Ελληνίδα ποιήτρια και τακτικό μέλος της Ακαδημίας Αθηνών στην έδρα της ποίησης. Απεβίωσε στις 22 Φεβρουαρίου 2020 λόγω καρδιακής ανακοπής μετά από χρόνια σοβαρή αποφρακτική πνευμονοπάθεια και καρδιακή ανεπάρκεια.
Τιμήθηκε το 1972 με το Β΄ Κρατικό Βραβείο Ποίησης για τη συλλογή «Το λίγο του κόσμου», το 1989 με το Κρατικό Βραβείο Ποίησης για τη συλλογή «Χαίρε ποτέ» και το 1995 με το Βραβείο Ουράνη της Ακαδημίας Αθηνών για τη συλλογή «Η εφηβεία της λήθης». Ποιήματά της έχουν μεταφραστεί στα Αγγλικά, στα Γαλλικά, στα Ισπανικά, στα Ιταλικά, στα Πολωνικά, στα Βουλγαρικά, στα Γερμανικά και στα Σουηδικά. Σε μία ομιλία της για την ποίηση η Δημουλά όρισε ως εξής το ποίημα: «Βαδίζεις σε μιαν έρημο. Ακούς ένα πουλί να κελαηδάει. Όσο κι αν είναι απίθανο να εκκρεμεί ένα πουλί μέσα στην έρημο, ωστόσο εσύ είσαι υποχρεωμένος να του φτιάξεις ένα δέντρο. Αυτό είναι το ποίημα».