To σύνθημα αυτό, παραδόξως, δεν είναι πρόσφατο και δεν αναφέρεται στην καραντίνα. Μας έρχεται από το μακρινό πια 2008 και συγκεκριμένα από τις ταραγμένες μέρες του Δεκέμβρη.
Η ελευθερία στα συνθήματα σε πανό, σε τοίχους και πορείες είναι ίσως η πιο must διεκδίκηση, ανέκαθεν ήταν. Οι άνθρωποι από τις πιο μαύρες εποχές της ιστορίας, μέχρι τις πιο ήσυχες, γαλήνιες κι ειρηνικές ποτέ δεν έπαψαν να θεωρούν την ελευθερία – όσο κι αν αυτή αποκρυσταλλωνόταν σε διαφορετικά συμφραζόμενα ανάλογα τις συγκυρίες – αντικείμενο προς διεκδίκηση και ποτέ δεδομένο κτήμα τους. Οι συνθήκες πολιτικές , κοινωνικές και οικονομικές πάντα μεταβάλλονταν, αυτό που μοιάζει αμετάβλητο στον ρουν της ιστορίας είναι η εξάρτηση των ανθρώπων από τις εκάστοτε εξουσίες και ως εκ τούτου η ανάγκη των εξουσιαζόμενων να απελευθερωθούν απ’ τα δεσμά τους.
Το συγκεκριμένο σύνθημα ωστόσο, γραμμένο σε κάποιο τοίχο της Πατησίων, σε καμία περίπτωση δεν μπορούσε τότε να εκφράσει, με την καθολικότητα που το κάνει σήμερα, το κοινό αίσθημα.
12 χρόνια πριν κανείς μάντης κακών, όσο διορατικός κι αν ήταν, δεν μπορούσε να προβλέψει ότι σήμερα τόσο πρόθυμα θα παραχωρούσαμε, όχι μόνο ορισμένες έστω και θεμελιώδεις ελευθερίες , αλλά τις ζωές μας ολόκληρες, τις οποίες θα αποφασίζαμε χωρίς δεύτερη σκέψη να τις βάλουμε στην κατάψυξη, να συντηρηθούν για να τις καταναλώσουμε μετά τον Αρμαγεδδώνα της πανδημίας.
Αυτό που σήμερα οφείλει να μας προβληματίσει είναι η ευκολία με την οποία κάναμε την παραχώρηση αυτή και για τόσο μεγάλο διάστημα, γιατί αν ο κορονοϊός είναι ένας αόρατος μεν, υπαρκτός δε εχθρός , τι θα γίνει αν αύριο έρθει ένας κατασκευασμένος και ανύπαρκτος που θελήσει να εκμεταλλευτεί την «προθυμία» μας; Και πόσο σίγουροι είμαστε πως ότι χάνουμε τώρα θα μας επιστραφεί αδιαπραγμάτευτα μετά;