Ήμασταν πολύ μικροί για να καταλαβαίνουμε ότι μπαινοβγαίνουμε σε Matrix. Πολύ μικροί για να πιάνουμε ότι όλα είναι στημένα μικροσύμπαντα και τόσο μικροί ώστε να πιστεύουμε ότι είμαστε πρωταγωνιστές σε όλα.
Το πρωί δίναμε μάθημα. Είχαμε κοιμηθεί στο Παπουλάκειο αναγνωστήριο της Ιατρικής, αυτό το 24ωρο. Φτάσαμε εκεί στις έξι το απόγευμα. Ήταν φίσκα. Παλέψαμε να βρούμε δυο καρέκλες και λίγο ζωτικό διαβασματοχώρο. Κατά τις 3:30 τα ξημερώματα είχαμε μείνει οι δυο μας, ένας άστεγος κι ένας πενηντάρης που μας έβαζε κάτω σε μελέτη. Ποιος ξέρει γιατί είχε καταλήξει εκεί…Τον λυπηθήκαμε λίγο, από μέσα μας. Η εξέταση ήταν στις 9. Κοιμηθήκαμε για μια ώρα, 6:30-7:30. Βάλαμε μαξιλάρι τις τσάντες και τα λάπτοπ μας προς αποφυγή απροόπτων. Κομμουνίστριες σου λέει μετά…Φοβηθήκαμε για τα υπάρχοντά μας. Στις 8:30 ήμασταν στη σχολή. Πατώσαμε ολοκληρωτικά.
Μετά τον όλεθρο, μου είπες: «Πάμε να φύγουμε απ΄ αυτό το Μάτριξ, είναι αυτοταπείνωση». Πήγαμε ολοταχώς προς τη συνέλευση των Συσπειρώσεων στο Γεωπονικό. Φωνές, αντάρες, κακό, συνθήματα, Monster έδιναν κι έπαιρναν, μπύρες στη ζούλα -θολώνουν γαρ το πολιτικό αισθητήριο. Στο δίωρο είχαμε πονοκεφαλιάσει. Όσο κι αν θέλαμε να συνεχίσουμε την κουβέντα μ’ εκείνον τον πανέμορφο Θεσσαλονικιό-αντάρτη πόλης, ήταν αδύνατον. «Ας βγούμε απ’ αυτό το Μάτριξ επιτέλους», σε παρακάλεσα. Μ΄ άκουσες. Γίναμε καπνός με μια γελοία δικαιολογία.
Στις έξι, πάλι το απόγευμα, 24 ώρες μετά, ψάχναμε μαγαζί στα Εξάρχεια. Άυλακ, όπως πάντα. Γαμώ την επαναληπτικότητά μας. «Πού είστε;» χτύπησε το SMS από Εκείνον. Ήρθε να μας βρει. Τον είδες για πρώτη φορά. «Μαλάκα, πρόσεχε, απ’ αυτό το Μάτριξ δε θα βγεις εύκολα», είπες. Μια φορά δεν σ’ άκουσα και τώρα παίζω καθημερινό α-μπε-μπα-μπλομ ανάμεσα στο μπλε και το κόκκινο χάπι.