Μου φτιάχνει πρόγραμμα ο γυμναστής. «Σκoυότς να βάλω», με ρωτάει.
«Ένα σε χαμηλό με λίγο πάγο θα το έπινα», του λέω / Αισιοδοξία είναι να μην εστιάζεις στο γεγονός ότι τα μπαρ θα κλείνουν στις 12 το βράδυ, αλλά στο ότι θα ανοίγουν στις 11 το πρωί / Η παιδική ηλικία είναι σαν το μεθύσι. Όλοι θυμούνται τι έκανες, εκτός από σένα / Στα 5 γελάς με τον μεθυσμένο θείο. Στα 15 ντρέπεσαι για τον μεθυσμένο θείο. Στα 25 τα πίνεις με τον μεθυσμένο θείο. Στα 35 είσαι ο μεθυσμένος θείος / Απαραίτητη, λέει, η μπύρα για την αναπλήρωση των ηλεκτρολυτών του σώματος. Δεν πίνω, ηλεκτρολύτες αναπληρώνω / Έχω να πιω δεκατρείς μέρες. Όχι συνεχόμενες, αλλά και πάλι… / Όλα για κάποιο λόγο πίνονται / Δεν έχουμε στον ήλιο μπύρα /
– Χάλια έγινα εχτές.
– Σου έριξαν τίποτα στο ποτό;
– Άλλα εφτά /
Το τζίνι σου δίνει τρεις ευχές. Το Τζόνυ όσες θες / Θα πιεις άλλο τσίπουρο; Μη με πιέζεις, βάλε! / Φοβερή η συνταγή που μου έδωσες, το κοτόπουλο με το ουίσκυ. Το έκανα χθες κι επειδή δεν είχα κοτόπουλο, έβαλα πάγο / Ευτυχώς που υπάρχει η βότκα να πίνουμε πού και πού και κανένα χυμό / Στο κρασί υπάρχει σοφία, στην μπύρα υπάρχει ελευθερία, στο νερό υπάρχουν βακτήρια /
“TRUST ME, YOU CAN DANCE”, WINE
«- Για να βελτιώσω τη χώνεψη πίνω μπύρα. Όταν δεν έχω όρεξη πίνω λευκό κρασί. Όταν έχω χαμηλή πίεση πίνω κόκκινο κρασί. Με υψηλή πίεση πίνω κονιάκ και με στηθάγχη πίνω βότκα.
– Και νερό;
– Ω, δεν είχα ποτέ μία τέτοια ασθένεια…»
Rita Levi-Montalcini, νευροβιολόγος που της απονεμήθηκε το 1986 βραβείο Νόμπελ Φυσιολογίας & Ιατρικής, πέθανε το 2012 σε ηλικία 103 ετών.
Μπύρα χωρίς αλκοόλ, σα να λέμε έχει τσόντα στο ράδιο / Μπύρα να ρέει κι όλα οκέυ / Ποιο είναι το αγαπημένο σου ποτό; Το πέμπτο /
– Κάντε παιδιά!
– Με τι λεφτά;
– Κάντε λεφτά!
– Με τι δουλειά;
– Βρείτε δουλειά!
– Με τι μέσον;
– Βάλτε να πιούμε!
– Τώρα μιλάς σωστά.
Ίσως μιλάει το ποτό, αλλά το βήτα ενικό πρόσωπο του «μεθώ» είναι «με θες» / Το αλκοόλ καίει τα λείπει / Οι άνθρωποι είναι σαν το κρασί. Με τον καιρό οι καλοί ωριμάζουν, οι κακοί ξινίζουν… / Αλκοόλ, γιατί καμιά ενδιαφέρουσα ιστορία δεν άρχισε με πορτοκαλάδα!
Ήρθε όμως η ώρα, να ‘ρθω στο τσακίρ κέφι και να πιω κι ένα τραγούδι:
«Και θα πίνω βότκα»
Στην πλατεία είδα
μια ξανθιά Ρωσίδα
δεν είχε παρέα
δίμετρη κι ωραία.
Πήγα να μιλήσω
κι έπρεπε να λύσω
γόρδιο δεσμό
κόντευα να πάθω
κι έπρεπε να μάθω
αν είχε δεσμό.
Πού την είχα βρει
δε μιλούσε γρι
γρι ελληνικά
και καταλαβαίνεις
ούτ’ εγώ δεν ξέρω
λέξη Ρωσικά.
Πριν αποχωρήσει
σκέφτηκα μια λύση
λύση που να λέει
λύση ριζική.
Μπήκα σε μια κάβα
πήρα μια μπουκάλα
με νερό που καίει
ρώσικη ρακή.
Και θα πίνω βότκα
και θα πίνω βότκα
-σώθηκα, ρε συ-
μέχρι να μεθύσω
μέχρι να μιλήσω
Πάμε τώρα για γκραν φινάλε:
Ό,τι είχα να πω το ήπια.
Ήπια και ελάλησα!