«Ο ποιητής ευχαριστεί όσους τον κατάλαβαν – Όλοι οι άλλοι να πάνε στο διάβολο» Ζορζ Μπρασένς (1921-1981)
Πήγα να ακούσω τον Μπρασένς πρώτη φορά, μαθητής ακόμη στο Γυμνάσιο, σε μια απογευματινή εκδήλωση στο Γαλλικό Ινστιτούτο στη Σίνα, όπου είχαν στήσει στη σκηνή του auditorium μία ογκώδη τηλεόραση με ένα ολόλευκο πλεκτό σεμεδάκι από πάνω, η οποία έπαιζε από βιντεοκασέτα κάποια συναυλία του Ζορζ.
Βέβαια κατόπιν, με ένα γκανιάν-ταξίδι πίσω στο χρόνο, τον ξανασυναντώ με σάρκα και οστά στο χαμόσπιτο που επιμένει να ζει χωρίς ρεύμα, νερό και θέρμανση από τον Δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο και όπου γράφει ένα αναρχικό-ποίημα-μανιφέστο, ενώ δίπλα στις λασπωμένες αρβύλες του διακρίνω διάσπαρτα στο πάτωμα τα «Άνθη του Κακού», την «Μπαλάντα των Κρεμασμένων», τους «Άθλιους» και παραδίπλα ένα πιστόλι που ισχυρίζεται ότι ανήκε στον Πολ Βερλαίν (προφανώς, το ίδιο ακριβώς πιστόλι που χρησιμοποιήθηκε στις 10 Ιουλίου 1873 στην οδό Μπρασέρ στις Βρυξέλλες όταν ο Βερλαίν πυροβόλησε τον εραστή του Αρθούρο Ρεμπό, το ίδιο ακριβώς πιστόλι που έμελλε να πουληθεί στο ποσό των 435.000 ευρώ την Τετάρτη 20 Νοεμβρίου 2016 στην αίθουσα δημοπρασιών των Christie’s).
Αρπάζοντας την ευκαιρία του εξηγώ πως του μεταφέρω ένα εορταστικό μήνυμα αγάπης από το 2020 εκ μέρους των χιλιάδων αναγνωστών της γκανιάν-στήλης του Η Πόλη Ζει κι εκείνος με κοιτάζει κάπως δύσπιστα και λέει: «Να πεις σε παρακαλώ στους φίλους-αναγνώστες της Αθήνας του μέλλοντος, ότι μέρες που είναι, τους αφιερώνω τραγουδιστά την παρακάτω προσευχή»:
Η προσευχή*
Απ΄ το μικρό αγόρι που ξεψυχάει πλάι στη μάνα του
Ενώ έξω παίζουν τ’ άλλα παιδιά
Και απ’ το πληγωμένο πουλί που δεν καταλαβαίνει πώς
Ξαφνικά η φτερούγα του ποτίζει στο αίμα και πέφτει κάτω
Απ’ τη δίψα και την πείνα και την τρέλα που σου καίει το μυαλό
Χαίρε Μαρία.
Απ’ τα παιδάκια που τα δέρνουν, απ’ τον μεθύστακα που επιστρέφει σπίτι
Απ’ το γαϊδούρι που το κλωτσάνε στην κοιλιά
Και από την ταπείνωση του αθώου που σκληρά τιμωρείται
Απ’ την παρθένα που πουλήθηκε και τώρα ξεγυμνώνουν
Από τ’ αγόρι που του βρίζουν τη μάνα
Χαίρε Μαρία.
Απ’ τη γριά που τρεκλίζει φορτωμένη τα βάρη του κόσμου και
Φωνάζει «Θε μου!», από τον δυστυχή που τα χέρια του
Δεν μπόρεσαν να στηριχτούν πάνω σ’ έναν ανθρώπινο έρωτα
Όπως ο Σταυρός του Κυρίου πάνω στον Σίμωνα τον Κυρηναίο
Από τ’ άλογο που σωριάζεται και το πλακώνει η άμαξα που σέρνει
Χαίρε Μαρία.
Από τα τέσσερα σημεία του ορίζοντα που σταυρώνουν τον κόσμο
Από όλους εκείνους που η σάρκα τους ενδίδει ξεσκισμένη
Από εκείνους που είναι χωρίς πόδια, από εκείνους που είναι χωρίς χέρια
Από τον άρρωστο που βογκάει ενώ τον ανοίγουν στο χειρουργείο
Κι από τον δίκαιο που του φέρονται σαν το φονιά
Χαίρε Μαρία.
Απ’ τη μάνα που μαθαίνει πως ο γιος της έγινε καλά
Απ’ το πουλί που μαζεύει το πουλί που έπεσε απ’ τη φωλιά
Απ’ το χόρτο που ρουφάει διψασμένο τις στάλες της βροχής
Απ’ το φιλί που χάθηκε απ’ την αγάπη που επιστράφηκε
Κι απ’ τον ζητιάνο που ξαναβρίσκει τα λεφτά του
Χαίρε Μαρία.
* Οι παραπάνω στίχοι του Μπρασένς από το τραγούδι «La Prière» βασίζονται στο ποίημα «Les Mystères douloureux» που έγραψε ο Φρανσίς Ζαμ (1868-1938), ένας μονήρης συμβολιστής ποιητής που επηρεάστηκε από τον Στεφάν Μαλαρμέ, τον Αντρέ Ζιντ και τον Πολ Κλοντέλ (ο οποίος τον ώθησε να ασπαστεί τον καθολικισμό) και που έζησε τα περισσότερα χρόνια της ζωής του, μετά από μια σύντομη καριέρα βοηθού συμβολαιογράφου, γράφοντας ποίηση (όχι χωρίς αναγνώριση στους παρισινούς λογοτεχνικούς κύκλους) σε ένα απομονωμένο γαλλικό χωριό στα ανατολικά Πυρηναία, κοντά στη χώρα των Βάσκων.
Ακροστιχίδα Γκανιάν #5-Μπρασένς
Γκάριζε
Κρατερά
Αν
Νέμεις
Ισάξια
Ανταλλάξιμο
Νόστο