Το Παρίσι του Τέξας, το Τέξας στο Παρίσι, τα Εξάρχεια στην Αθήνα, τα Εξάρχεια [με ανοιχτούς ορίζοντες] ως Τέξας [έστω και για λίγο]. Νυχτερινές [αντι]καταστάσεις και περιστροφές.
Ένα άδειο οικόπεδο, ικανό να χωρέσει όλη τη σκληρότητα και την τρυφερότητα του κόσμου. Μια φωτογραφία κάτι σαν ενδιάμεσο, ιδεατή κατάληξη και αφετηρία. Όταν ένα στιγμιαίο κλικ ή/και ένα καρέ προσπαθεί [και τα καταφέρνει] να γίνει άπειρο.
A place of no language.
Ένα αγόρι που ονειρεύεται [σε] διαστήματα [και αυτά χώρος είναι], ως άλλος μικρός πρίγκιπας. Μιλάει αβίαστα με εκείνες τις αλήθειες που δεν αντέχω ακριβώς.
Ένα μοτίβο slide ηλεκτρικής κιθάρας, ακριβές σαν ex nihilo, ακολουθεί την ρευστή πραγματικότητα [μας] που ως τέτοια, ξεγλιστράει σαν ξυράφι.
Slide away.
Οι ιστορίες των αληθινών ανθρώπων δεν είναι πολύπλοκες, δεν έχουν χρονικότητα, επαμφοτερίζουν ατάραχες, ανάμεσα στο μεγαλείο και τη συντριβή. Αυτά τα υποτιθέμενα “άκρα” είναι κατασκευάσματά μας, που όπως όλα τα άλλα, απαρτίζουν κάτι πολύ υψηλότερο [το οποίο συνήθως μας διαφεύγει]. Αυτό, των αέναα μεταβαλλόμενων διαστάσεων, διάκενο [όχι κενό].
Τhe gap.
Εκεί, όπου όταν βρίσκεις επιτέλους κάποιον, καταλαβαίνεις ότι πρέπει να βρεις και κάποιον άλλον [ακομη και αν αυτος ειναι ενας παλιός ή ένας νεος σου εαυτος]. Εκεί όπου καμία αληθινή αναζήτηση δεν τελειώνει, μόνο αρχίζει, γαμώτο.
You just found me.
Εκεί, κάπου ανάμεσα σε μια έρημο και έναν ουρανοξύστη [με κοινή ποιότητα αυτή του αντικατοπτρισμού] σε ψάχνω και εγώ ρόδο μου.
Πότε αμυνόμενος με την πλάτη γυρισμένη, πότε αυθάδης με ένα φως κομοδίνου στο πρόσωπο, παλεύω μαζί σου και μαζί μου.
Παλεύω κάπως να [σε] καταλάβω και κάπως να [με] εξηγήσω.
Double mirror, triple mirror.
Όσο και να προσπαθώ να την κόψω, αυτή η παράλληλη διαδρομή μας είναι μακρά. Πότε μας χωρίζουν χαράδρες, πότε πεζοδρόμια, πότε καθρέφτες, πότε ωκεανοί, πάντα όμως κάτι. Ίσως κάποτε ένας από τους δυο μας να το υπερβεί, και να οδηγήσει μια προσωρινή κάθαρση, ίσως και όχι.
Noone walks home.
Aν είμαι εγώ, θα το κάνω πεζός και μόνο κάθετα. Ακόμη και αν για τους πολλούς [ίσως και για σενα] δεν είναι συμβατό, συμβατικό ή εύηχο. Είναι ο μόνος [ορατός σε εμένα] καθάριος τρόπος συσχέτισης. Η μόνη χειρονομία που θυμάμαι και η μόνη που θέλω να θυμάμαι.
Aυτή την ταινία δεν την είχα ξαναδεί ή κομμάτια της τα είχα ξαναδεί πολλές φορές [βιωματικά]. Ποτέ όμως έτσι, σε αυτο το συνταρακτικά απλό, σχεδόν αδυσώπητο ,όσο και ανθρώπινο, συνεχές.
Οι 66 δρόμοι είναι πολλοί, πολλαπλασιάζονται γεωμετρικά και προσπαθούν να με εκφοβίσουν. Δύσκολο, αυτά που με απειλούν είναι τα στενά συνήθως. Με τα τεράστια είμαι οκ.
Ίσως ο μόνος δρόμος που υπάρχει, είναι οι τόποι που εφήμερα παράγουμε και αυτοί που ανένδοτοι οριστικά υπερβαίνουμε.