Το ξυπνητήρι ήταν αυτό που ξύπνησε την Άλφα εκείνη την ημέρα. 25 Δεκεμβρίου 2121. Άλλη μία συνηθισμένη Δευτέρα.
Έπρεπε να πάει για δουλειά. Η καριέρα της ήταν αξιοθαύμαστη. Μόλις 30 χρονών και ήταν η υπεύθυνη συγγραφής Δελτίων Τύπου για τις αποφάσεις της Κυβέρνησης. Ήταν περήφανη. Άκουγε τις αποφάσεις και τις αποτύπωνε σε αρχεία, ώστε ο κόσμος να ενημερωθεί και να τις υποδεχθεί αναντίρρητα, όπως εκείνη.
Ένιωθε πόσο σημαντικό είναι αυτό που κάνει γιατί ναι, μετράει η ουσία, αλλά στις μέρες μας αυτό που μετράει περισσότερο είναι ο τρόπος. Και η Άλφα είχε καλούς τρόπους. Μια γυναίκα υπόδειγμα. Καθώς πρέπει. Είχε και τη σχέση της, είχε και τις κάρτες και τα ηλεκτρονικά νομίσματά της, μιλούσε όταν έπρεπε, ντυνόταν σεμνά και ακολουθούσε όλους τους κανόνες. Σα να λέμε πλήρης. Τίποτα δεν μπορούσε να χαλάσει αυτήν την ευτυχία.
Έβαλε το ταγέρ, πλαστικά γάντια και μάσκα full face που κάλυπτε τα μαλλιά, τη μύτη, τα αυτιά και το στόμα. Μόνο τα μάτια ήταν ακάλυπτα για να μπορεί να βλέπει και να οδηγεί. Άλλωστε η Κυβέρνηση ήταν ξεκάθαρη στις οδηγίες της.
Έφτασε στο Κρατικό Υπουργείο, εκεί που συστεγάζονταν όλα τα γραφεία της Κυβέρνησης. Όλες οι αποφάσεις λαμβάνονταν εκεί. Ήταν μια μαύρη πυραμίδα που δέσποζε από μακριά. Κάλυπτε τρία οικοδομικά τετράγωνα και θαρρείς πως η μαύρη κορυφή της έσκιζε τα λευκά σύννεφα.
Μόλις μπήκε στον 73ο όροφο, στην κορυφή, κούνησε το κεφάλι για να πει “Καλημέρα”. Η ομιλία δεν ήταν πια απαραίτητη. Τα σταγονίδια μπορεί να μεταδώσουν κάποια ασθένεια, ακόμη και μέσα από τη μάσκα. Ένιωσε να επικρατεί μια αναστάτωση. Ο προϊστάμενος του τμήματος τους κάλεσε όλους στην αίθουσα συσκέψεων.
“Εργάτες, καθίστε σε απόσταση ασφαλείας. Είναι ανάγκη να σας μιλήσω κι όχι να σας γράψω. Από σήμερα, η Κυβέρνηση πήρε μία καινούργια απόφαση. Θα εφαρμοστεί άμεσα. Εδώ και κάποιο διάστημα, ένας νέος ιός εμφανίστηκε, που όπως όλα δείχνουν, μεταδίδεται με το βλέμμα. Φαίνεται ότι οι ασθενείς 0 είναι μια παρέα 7 εφήβων που κατάφερε να ανοίξει μία καλά σφραγισμένη βιβλιοθήκη μέσα στο παλιό Αστεροσκοπείο. Από την ώρα που βγήκαν, μόλις κοιτάξουν κάποιον στα μάτια, ο άλλος βουρκώνει, αφαιρεί τη μάσκα full face και αγκαλιάζονται όλοι. Ξέρουμε όλοι ότι αυτό απαγορεύεται. Είναι μη αποδεκτό. Έχουν εξοντωθεί οι 3. Όμως το πρόβλημα εξακολουθεί να υπάρχει. Όσο περνάει η ώρα, όλο και περισσότεροι νοσούν. Ο νέος ιός ονομάστηκε “Ελεύθερη Σκέψη”. Μην ρωτήσετε τι σημαίνει. Είναι μια φρικιαστική έννοια που έχει χαθεί πια στο χρόνο”.
Είχαν περάσει ήδη έξι μήνες από τότε που η Άλφα έμαθε να κυκλοφορεί με γάζα στα μάτια για να μην φτάσει στον οργανισμό της ο ιός. Φυσικά σταμάτησε να οδηγεί. Η μετάβαση – αποκλειστικά και μόνο στην εργασία – γινόταν με ειδικά οχήματα, που μετακινούνταν πάνω σε ράγες. Οι διαδρομές ήταν προκαθορισμένες. Φυσικά υπήρχαν προβλήματα. Το νέο μέτρο οδήγησε σε ατυχήματα, εκτροχιασμούς και συγκρούσεις, αλλά η Κυβέρνηση έκανε τα πάντα για να το διορθώσει. Πήγαινε λοιπόν στη δουλειά με το τρενάμαξο, φορώντας πάντα τη γάζα της.
Όλες οι εγκεκριμένες από το Κράτος διασκεδάσεις είχαν αναβληθεί επ’αόριστον. Έτσι και τη σχέση της, τον Σίγμα, τον έβλεπε πια μόνο από την κάμερα. Όχι ότι πριν γινόταν κάτι πολύ διαφορετικό. Στα 30 της χρόνια δεν θυμάται ποτέ να επιτρεπόταν η οποιαδήποτε επαφή.
Μια φορά το μήνα μόνο, ένα προκαθορισμένο Σάββατο, μπορούσες να έχεις σεξουαλική επαφή με την προκαθορισμένη σχέση σου, σε προκαθορισμένο μέρος, με προκαθορισμένη διάρκεια, ώστε να υπάρχει πλήρης έλεγχος. Εν ανάγκη, η γονιμοποίηση, αν το επιθυμούσες, γινόταν με ένεση. Αν όμως κάποιος ήθελε να έχει σεξουαλική επαφή παραπάνω από την προκαθορισμένη ημερομηνία, έπρεπε να περιοριστεί στο cyber sex, το οποίο η Κυβέρνηση συνιστούσε, γιατί προσέφερε στιγμές ηδονής και ηρεμίας. Άσε που από τις κάμερες, είχε πρόσβαση σε κάθε σπίτι. Όπως έπρεπε.
Κατά τις 20.00 γύρισε από τη δουλειά και άνοιξε αμέσως τον υπολογιστή να μιλήσει με τον Σίγμα. Τον είδε ταραγμένο.
– Καλησπέρα, τι συνέβη;
– Άλφα, σήμερα μου έπεσε η γάζα στο δρόμο. Δεν είχε στηριχθεί καλά μάλλον.
– Πες μου ότι είσαι καλά και δεν έπαθες τίποτα!
– Κοίτα, είμαι καλά. Αλλά να…συνέβη κάτι…
– Τι; Λέγε.
– Φοβάμαι μην μας ακούσουν. Να σου στείλω γράμμα;
– Το γράμμα είναι χειρότερο. Αφού η κυκλοφορία χαρτιού έχει απαγορευτεί δια ροπάλου. Δεν ξέρεις πόσες μολύνσεις προκαλεί το χαρτί; Πες μου, δε νομίζω να κοιτούν εμένα, ξέρουν ότι μόλις γύρισα.
– Άλφα, μόλις μου έπεσε η γάζα, ένας άνθρωπος μου μίλησε ψιθυριστά και εγώ ενστικτωδώς πλησίασα.
– Ελπίζω να μην τον κοίταξες στα μάτια.
– Όχι! Όχι! Ήμουν πάρα πολύ προσεκτικός. Κοιτούσα το δρόμο, αλλά αυτός ήρθε και με ακούμπησε. Τότε αιφνιδιάστηκα τόσο, που τον κοίταξα φευγαλέα στα μάτια και αυτός βούρκωσε.
– Εσύ; Εσύ βούρκωσες; τον ρώτησε ταραγμένη.
– Όχι. Καθόλου. Αλλά να, μόλις τον κοίταξα στα μάτια μου είπε το εξής: “Λένε ψέματα. Απαγορευμένα βιβλία. Λέξεις από καιρό ξεχασμένες. Επανάσταση, Πραγματικότητα, Matrix, Ελεύθερη Σκέψη”. Τότε άρχισα να τρέχω. Γύρισα εδώ και πήρα στο γραφείο να πω ότι δε θα πάω. Δήλωσα προβλήματα με το στομάχι και ευτυχώς ο Γάμα έστειλε μια ψεύτικη βεβαίωση.
– Καλά Σίγμα, αυτό είναι τουλάχιστον αστείο. Αν έλεγαν ψέματα, θα το ήξερα. Εκεί μέσα δουλεύω. Τελοσπάντων. Εσύ πώς είσαι από τότε;
– Μου συνέβησαν δύο περίεργα πράγματα. Όχι σωματικά, περισσότερο εδώ μέσα…, και της έδειξε το κέντρο του θώρακα.
– Δηλαδή;
– Να, πρώτον ένιωσα να μου λείπουν οι γονείς μου και άνοιξα μια παλιά ντουλάπα που έχει μέσα τα πράγματά τους. Δεύτερον…άρχισα να αναρωτιέμαι αν το άτομο που μου ψιθύρισε, ξέρει κάτι που εμείς δεν ξέρουμε… Άλφα. Άρχισα να αμφιβάλλω.
– Σίγμα, σύνελθε. Αυτά που λες είναι αστεία. Δηλαδή αν δεν ανησυχούσα για το μυαλό σου, θα είχα ξεκαρδιστεί στα γέλια. Σε κλείνω. Αρκετά μιλήσαμε. Εκτός αν θέλεις…
– Μπα, δεν έχω όρεξη. Τα λέμε.
Ο Σίγμα ένα μόνο πράγμα δεν είπε στην Άλφα. Ότι στην παλιά ντουλάπα είχε βρει ένα περίεργο αντικείμενο. Ήταν ένα κουτί, που μέσα είχε κάτι στρογγυλό, με μία τρύπα στη μέση. Είχε μια ετικέτα που έγραφε: “CD MUSIC-Sound of Silence/ Simon and Garfunkel”. Ωραία, άρα αυτό παλιά έπαιζε μουσική. Σε τι συσκευή όμως;
Άνοιξε το κουτί και έπεσε ο δίσκος, αλλά και ένα κιτρινισμένο χαρτί. Ο Σίγμα φοβήθηκε να το πιάσει κι έτσι έβαλε γάντια. Διάβασε. Μάλλον ήταν στίχοι. Σε κάποιο σημείο έγραφε: “Και στο γυμνό φως είδα δέκα χιλιάδες ανθρώπους, μπορεί και περισσότερους. Άνθρωποι που είχαν στόμα, αλλά δεν μιλούσαν, άνθρωποι που είχαν αυτιά, αλλά δεν άκουγαν, άνθρωποι που έγραφαν τραγούδια, αλλά δεν υπήρχαν φωνές να τα τραγουδήσουν. Και κανείς δεν τολμούσε να ταράξει τον ήχο της σιωπής. Τότε εγώ είπα: “Ανόητοι! Δεν ξέρετε ότι η σιωπή εξαπλώνεται σαν τον καρκίνο;”. Αλλά το λόγια μου έπεσαν σα στάλες βροχής και αντήχησαν μέσα στο πηγάδι της σιωπής”.
Στο τέλος των στίχων, είδε γραμμένο κάτι ανάποδα. Πήρε έναν καθρέφτη για να τον βοηθήσει να διαβάσει: “Για το γιο μας, που ελπίζουμε να σιωπήσει και να μην έχει την τύχη μας. Συγγνώμη που εμείς δεν μπορέσαμε”.
Η Άλφα δεν πήρε στην κάμερα τον Σίγμα για μερικές μέρες. Την είχαν ταράξει τα λόγια του. Το “αμφιβάλλω” ήταν το χειρότερο ρήμα. Το έλεγε και η Κυβέρνηση: “Η αμφιβολία νοσεί το μυαλό, κάνει τον άνθρωπο φυτό”. Όμως το περίεργο ήταν ότι οι μέρες περνούσαν και δεν την έπαιρνε ούτε εκείνος. Άνοιξε τον υπολογιστή. Τίποτα. Καμία ένδειξη ότι ήταν συνδεδεμένος στο κυβερνοδίκτυο.
Αποφάσισε να μπει στα mail της μήπως της είχε γράψει κάτι. Τίποτα και εκεί. Όμως τράβηξε την προσοχή της ο φάκελος “ανεπιθύμητα”. Περίεργο. Αφού όλα φιλτράρονταν και δεν υπήρχαν ανεπιθύμητα. Για όλα είχε φροντίσει η Κυβέρνηση. Άνοιξε το φάκελο. Ήταν ένα βίντεο από άγνωστο αποστολέα. Πάτησε το play και είδε τον Σίγμα. Χωρίς μάσκες και γάζες. Στο δρόμο!
“Άλφα, συγγνώμη που εξαφανίστηκα. Άφησα το σπίτι μου και ήρθα να μείνω εδώ, μαζί με άλλους. Δεν μπορώ να σου πω πού είναι το “εδώ”. Κρυβόμαστε γιατί τα πράγματα είναι πολύ πιο επικίνδυνα από όσα νομίζεις. Αμφέβαλλα Άλφα. Αποφάσισα να δω την Αλήθεια και την Πραγματικότητα. Ζούμε στις σκιές, όμως εδώ ακουμπιόμαστε, διαβάζουμε βιβλία. Μία μικρή ομάδα επιστημόνων και φιλοσόφων οργανώνεται. Μας μαθαίνουν ιστορία, ιατρική, αστρονομία, φυσική, ψυχολογία, ένα σωρό πράγματα. Είμαι ευτυχισμένος. Αμφιβάλλω για το γνωστό, αλλά πείθομαι από το άγνωστο. Ξέρεις τι κατάλαβα; Ότι από το φόβο μην πεθάνουμε, ξεχάσαμε να ζούμε. Έλα κι εσύ να ζήσουμε. Βγες έξω χωρίς γάζα και θα σε βρούμε εμείς. Θέλω να σε αγκαλιάσω, να σε φιλήσω, να κάνουμε έρωτα και να σε κοιτάω στα μάτια. Κι όταν με δεις, μην με πεις Σίγμα. Τώρα πια με λένε Silence”.
Η Άλφα έκλεισε τον υπολογιστή κατατρομαγμένη. Μήπως έπρεπε να τον καταδώσει;
Εδώ και μήνες, ο σπόρος της αμφιβολίας είχε φωλιάσει για τα καλά. Μήπως όντως ο Silence είχε δίκιο; Πηγαινοερχόταν στη δουλειά όπως πάντα. Γάζα, γάντια, μάσκα και τα σχετικά. Όμως όλο σκεφτόταν και όλο ξεφυσούσε. Μια Τρίτη πρωί, άκουσε κάποιον να λέει για την απαγορευμένη πτέρυγα του κτιρίου, στην οποία μόνο ο Κυβερνήτης μπορούσε να μπει. Μήπως αυτό θα τη βοηθούσε να απαλλαγεί από την αμφιβολία; Θα τον έβρισκε τον τρόπο και θα έμπαινε κι εκείνη.
Τα κατάφερε. Πώς και τι δεν έχει σημασία. Ήταν μέσα στην απαγορευμένη πτέρυγα, που ήταν γεμάτη βιβλία. Ολοκάθαρα και καλοδιατηρημένα. Θα περνούσε όλο το βράδυ εκεί μέσα οπότε είχε το χρόνο να ψάξει. Είδε τους τίτλους σε όλα τα τμήματα ώσπου στα βαθιά μεσάνυχτα βρήκε τον τομέα της Ιστορίας. Διάβαζε και διάβαζε και διάβαζε.
Έφτασε στον προηγούμενο αιώνα. Μια πανδημία από τις πολλές που είχαν ταλανίσει την ανθρωπότητα. Πέθανε κόσμος πολύς. Μία παραπομπή την οδήγησε σε ένα βιβλίο με τίτλο “Η Τέχνη της Χειραγώγησης”. Το βρήκε στο τμήμα της Ψυχολογίας. Μαύρο, δερμάτινο, με γράμματα από αληθινό χρυσό. Άρχισε να διαβάζει. Γνωστά και άγνωστα μπλέχτηκαν στο κεφάλι της. Ένιωσε κάτι στο κέντρο του θώρακα. Με το πρώτο φως του ήλιου είχε πάρει την απόφασή της. Έμενε μόνο να βρει την τόλμη να την κάνει πράξη.
Είχε περάσει 1 χρόνος από το μήνυμα του Silence και δεν ήταν σίγουρη ότι αν βγάλει τη γάζα, θα τη βρουν. Όμως θα το ρίσκαρε. Ήταν νύχτα. Βγήκε έξω και πέταξε με αηδία τα πάντα: γάντια, μάσκες, αντισηπτικά, γάζες, ακόμη και τα ταγέρ. Φορούσε τζιν, μια μαύρη μπλούζα και κάτι παλιά αθλητικά που βρήκε στην αποθήκη. Τότε κάποιος της ψιθύρισε: “Έλα μαζί μου”. “Θα έρθω, αλλά θέλω να με πάτε στον Silence”. Αυτός την κοίταξε και χαμογέλασε. “Πρέπει να είσαι η Άλφα. Βέβαια να ξέρεις ότι αυτός πια σε λέει Αγάπη”.
“Η ελεύθερη σκέψη είναι σαν κολλητική επιδημία”
Μ. Μπρεχτ, “Ο Βίος του Γαλιλαίου”