Μια περιήγηση σε τόπους της Αθήνας, όπου τα ανθρώπινα πάθη και η Ιστορία διασταυρώθηκαν με τη βία και τον θάνατο.
Μια καταγραφή των σκοτεινών πλευρών της αθηναϊκής πατριδογνωσίας, απ’ όπου αναβλύζει η απωθημένη αστεακή «μνήμη του αίματος».
Τον Οκτώβριο του 1927, μπροστά στο Δημαρχείο της Αθήνας, έγινε απόπειρα δολοφονίας κατά του Προέδρου της Δημοκρατίας, ναυάρχου Παύλου Κουντουριώτη. Είναι η μοναδική περίπτωση στην ελληνική πολιτική ιστορία που τα δολοφονικά πυρά στράφηκαν εναντίον του συγκεκριμένου πολιτειακού θεσμού.
Στην οδό Αθηνάς, έναν από τους παλιότερους (χαράκτηκε το 1835) και πιο χαρακτηριστικούς δρόμους της Αθήνας, κυριαρχεί ως τοπόσημο το Δημαρχιακό Μέγαρο της πόλης, απέναντι από την ευρύχωρη πλατεία Κοτζιά (ή Εθνικής Αντίστασης). Η κατασκευή του ολοκληρώθηκε το 1874 (σε σχέδια του Παναγιώτη Κάλκου) και αρχικά ήταν διώροφο με εμφανείς επιρροές από την αρχιτεκτονική των Ανακτόρων (σημερινή Βουλή). Το 1901, επί δημαρχίας Σπ. Μερκούρη, πραγματοποιήθηκαν οι πρώτες μετασκευές, ενώ το 1935-1937 (επί δημαρχίας Κων. Κοτζιά και Α. Πλυτά), προστέθηκε τρίτος όροφος, αφαιρέθηκαν ορισμένα διακοσμητικά στοιχεία στις εξωτερικές όψεις και η βάση του επενδύθηκε με μαρμάρινες πλάκες.
Το πρωί της Κυριακής 30 Οκτωβρίου 1927, έξω από το Δημαρχιακό Μέγαρο υπήρχε ασυνήθιστη κίνηση· ήταν η ημέρα που άρχιζε τις εργασίες του το Α΄ Πανελλήνιο Συνέδριο Δημάρχων. Μεταξύ άλλων, στην εναρκτήρια τελετή παρευρισκόταν ο 72χρονος ναύαρχος Παύλος Κουντουριώτης, Πρόεδρος της B΄ Ελληνικής Δημοκρατίας μετά την πολιτειακή μεταβολή του 1924. Με την ολοκλήρωση της εναρκτήριας τελετής, ο Κουντουριώτης αποχώρησε από την αίθουσα και, αφού χαιρέτησε το συγκεντρωμένο πλήθος, εισήλθε στο αυτοκίνητό του. Εκείνη τη στιγμή «ένα άτομον […] διήλθεν από την σειράν των αστυφυλάκων, έφθασε αμέσως το προεδρικόν αυτοκίνητον, επλησίασε την κρυστάλλινην θυρίδα και επυροβόλησε […]. Η μικρά νικέλινη σφαίρα του περιστρόφου […] έθραυσε το χονδρόν κρύσταλλον της θυρίδος του αυτοκινήτου και εκτύπησε τον κ. Κουντουριώτην εις την δεξιάν κροταφικήν χώραν. Επέρασε τον πίλον του […], έσχισε την σάρκα του μετώπου και έφθασεν εις το οστούν αποστρακισθείσα» (Η Βραδυνή, 30.10.1927).
Ο δράστης της απόπειρας συνελήφθη αμέσως από αστυνομικούς και άνδρες της φρουράς, οι οποίοι του αφαίρεσαν το περίστροφο τύπου «Μπολντόν» με το οποίο είχε πυροβολήσει. Παράλληλα, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας μεταφέρθηκε στην Πολυκλινική Αθηνών (Πειραιώς 3) και εισήχθη εσπευσμένα στο χειρουργείο για καθαρισμό και συρραφή του τραύματος. Λίγη ώρα αργότερα, εκδόθηκε ιατρικό ανακοινωθέν το οποίο ανέφερε ότι η κατάσταση του ήταν «αρίστη».
Το Δημαρχείο της Αθήνας, πριν από την ανέγερση του τρίτου ορόφου (Συλλογή Αντώνη Σ. Μαϊλλη).
Το τριώροφο (από το 1937) δημαρχιακό μέγαρο της πρωτεύουσας.
photo: Κατερίνα Ράγκου
Στο μεταξύ, ο δράστης είχε μεταφερθεί στην Ασφάλεια Αθηνών, όπου εξακριβώθηκε πως ονομαζόταν Ζαφείρης Γκούσιος, ήταν 22 ετών και καταγόταν από τη Λάρισα. Εργαζόταν σε εστιατόριο της πόλης και είχε έρθει στην Αθήνα «δια να υποστή εγχείρησιν […] δεδομένου ότι πάσχει εκ κωφώσεως». Εξεταζόμενος, υποστήριξε πως «προέβη εις το έγκλημα διότι μεταβάς προ ημερών εις το κυβερνείον (σ.σ.: έδρα, τότε, του Προέδρου της Δημοκρατίας) δια να ζητήση εργασίαν, έλαβεν την απάντησιν να επιστρέψει την Τρίτην. Εθεώρησε τούτο ως εμπαιγμόν και ηθέλησε δια του εγκλήματος να προβή τρόπον τινά εις έμπρακτον διαμαρτυρίαν κατά της αδιαφορίας ταύτης του Κυβερνείου».
Παράλληλα, σε έρευνα που έγινε στο δωμάτιό του εντοπίστηκαν βιβλία των Νίτσε, Σοπενάουερ, Κροπότκιν (βασικού θεωρητικού του αναρχικού κινήματος) και Τολστόι, μελέτες του ιστορικού και Γενικού Γραμματέα του ΚΚΕ την περίοδο 1921-1922 Γιάννη Κορδάτου, καθώς και φύλλα της εφημερίδας Ριζοσπάστης. Ακόμα, κατασχέθηκαν ιδιόχειρες σημειώσεις του, στις οποίες «εκθειάζει τον κομμουνισμόν και επιτίθεται κατά των “πλουτοκρατών”» (Ελεύθερον Βήμα, 31.10.1927). Τα ευρήματα αυτά οδήγησαν τις αστυνομικές και εισαγγελικές αρχές στο συμπέρασμα ότι ο δράστης ήταν κομμουνιστής και, επομένως, η απόπειρα δολοφονίας προμελετημένη πολιτική ενέργεια, γεγονός που έσπευσαν να εκμεταλλευτούν κυβερνητικοί παράγοντες και μερίδα του Τύπου προκειμένου να υποθάλψουν το αντικομμουνιστικό κλίμα της περιόδου. Το ΚΚΕ δια του Ριζοσπάστη διέψευσε τη σχετική φημολογία, αναφέροντας ότι «είμαστε εναντίον της ατομικής τρομοκρατίας και των δολοφονικών αποπειρών» (Ριζοσπάστης, 31.10.1927), ενώ και ο ίδιος ο Γκούσιος σε δηλώσεις του προς τους δημοσιογράφους το βράδυ της απόπειρας αρνήθηκε πως ήταν κομμουνιστής ή αναρχικός. «Είμαι ονειροπόλος, ένας απλούς ανθρωπιστής, επιθυμών την ευτυχίαν παντός ανθρώπου», είπε.
Η δίκη του πραγματοποιήθηκε στις 20 Νοεμβρίου 1928 στο Κακουργιοδικείο Αθήνας, με το παραπεμπτικό βούλευμα να τον χαρακτηρίζει κομμουνιστή και επικίνδυνο. Νωρίς το βράδυ της ίδιας μέρας, το δικαστήριο τον καταδίκασε σε πρόσκαιρα δεσμά 14 ετών, αναγνωρίζοντάς του μόνο το ελαφρυντικό της «μετρίας συγχύσεως».
Σημειώνεται ότι η ευρύτερη περιοχή είχε αποτελέσει θέατρο σφοδρών μαχών τον Ιούνιο του 1863, όταν στη διάρκεια της πολύνεκρης εμφύλιας αναμέτρησης στην Αθήνα μεταξύ των «Ορεινών» και των «Πεδινών» («Ιουνιανά»), οι δύο κυριότερες πολιτικές παρατάξεις της εποχής επιδίωξαν την κατάληψη του κτηρίου της Εθνικής Τράπεζας στην οδό Αιόλου (απέναντι από το Δημαρχείο, στην τότε αποκαλούμενη πλατεία Λουδοβίκου), ενώ αιματηρές συγκρούσεις στον ίδιο χώρο σημειώθηκαν και το 1944 κατά τα «Δεκεμβριανά».