Είναι κάτι άνθρωποι που απ’ τα είκοσι τους χρόνια, αισθάνονται στην ουρά για τη σύνταξη και το εφ’ άπαξ. «Νεόγεροι» εξ απαλών ονύχων. Το μόνο που τους απασχολεί είναι πως θα βολευτούνε κάπου. Πως θα εξασφαλίσουν όχι απλά το άμεσο μέλλον, αλλά αν είναι δυνατόν όλο το υπόλοιπο της ζωής τους. Ανθρωπάκια της βολής. Δε ρισκάρουν τίποτα. Πάνε μόνο στα σίγουρα και δεδομένα. Ψάχνουν μια ασφαλή δουλίτσα κι ένα καλό γάμο. Ρωτάνε και μαθαίνουν. Εξετάζουν προσεκτικά το Ε9 του άλλου. Αποφεύγουν τις κακοτοπιές. Ξοδεύουν χρόνο και χρήμα με φειδώ. Ξέρουν απ’ το χειμώνα που θα πάνε διακοπές το καλοκαίρι. Αγαπημένη τους αρετή αυτή της αποταμίευσης. Δεν πολυαγαπούν τα ταξίδια. Προτιμούν τη θαλπωρή του εξοχικού. Είναι λάτρεις της ακίνητης περιουσίας. Οπαδοί φανατικοί της ιδιοκτησίας. Κυρίως της ακίνητης. Αυτής που δεν μπορεί να πάει πουθενά…
Κι είναι και κάτι άλλοι, όπου γης πατρίς. Χύμα στο κύμα. Another day, another sandwich. Ένα βγάζουν, δύο τρώνε. Μιά ζωή στο νοίκι. Μεροδούλι μεροφάι. Ταξιδεύουν όπως μπορούν, συχνά χωρίς εισιτήριο επιστροφής. Φευγάτοι και ονειροπόλοι, λάτρεις της κομψής αλητείας. Γεύονται τη στιγμή. Ρισκάρουν χωρίς δίχτυ ασφαλείας. Ζουν επικίνδυνα, χωρίς καβάντζες, στην κόψη του ξυραφιού. Μιά ζωή on the road.
Ιδού λοιπόν το νέο μου μικρό αριστούργημα, γραμμένο για τους δεύτερους και αφιερωμένο στους πρώτους…
ΤΟΥ ΔΡΟΜΟΥ Η ΧΑΡΑ
Στου κόσμου την ανηφοριά
τσαλακωμένη η καρδιά
ξερό λουλούδι
ελπίδα και παρηγοριά
είναι του δρόμου η χαρά
κι ένα τραγούδι.
Αυτό που βλέπουν οι πολλοί
δεν είν’ η πόνος της καρδιάς
και τ’ ανηφόρι σου.
Αυτό που βλέπουν οι πολλοί
είναι τo ρούχο της χαράς
το πανωφόρι σου.
Δεν είναι η τσέπη η βαριά
του καναπέ η σιγουριά
τα όνειρα μου
είναι τα κέρινα φτερά
είναι του δρόμου η χαρά
η διαφορά μου.
Αυτό που βλέπουν οι πολλοί
δεν είν’ η πόρτα της χαράς
και η καρδιά σου.
Αυτό που βλέπουν οι πολλοί
είναι το ρούχο που φοράς
το περιτύλιγμα σου.
Discussion about this post