Το πρόβλημα δεν είναι η σιωπή του διαγγέλματος Μητσοτάκη και οι ακόλουθες γενικόλογες εξηγήσεις από μεριάς Κράτους προς τους καλλιτέχνες και τους εργαζόμενους στον πολιτισμό.
Ο κόσμος της τέχνης και του πολιτισμού, παντού, παγκοσμίως, είναι εκ φύσεως αχαρτογράφητος. Γιατί τέχνη είναι και η ζωγραφιά ενός μικρού παιδιού, η χειροτεχνία μιας ηλικιωμένης συνταξιούχου.
Το κράτος, οι Χώρες, κατά γενική ομολογία, έχουν την Τέχνη χεσμένη. Συγγνώμη, δεν βρίσκω πιο ακριβείς κουβέντες για να το πω αυτό το πράγμα.
Οι καλλιτέχνες ξεκίνησαν να υπάρχουν επισήμως υπό τις ευλογίες των εκάστοτε εξουσιών: οι διασκεδαστές των βασιλιάδων, οι εικαστικοί των βασιλικών πορτραίτων και των πινάκων κατά παραγγελία και ούτω καθεξής. Στον αντίποδα αυτών, οι “χύμα”, οι “φτωχοί”, οι ανεξάρτητοι, οι μποέμηδες, οι παρίες, οι μόνοι, οι λίγοι, οι πολλοί. Και σε ένα επίσης παράλληλο σύμπαν, οι προνομιούχοι με λεφτά που σπουδάζαν πιάνο και ζωγραφική, που διάβαζαν και μελετούσαν λογοτεχνία και μουσική και θέατρο, όμως είχαν εισοδήματα ή βασικές δουλειές να τους θρέφουν, να τους συντηρούν. Η τέχνη: το τέλειο χόμπι.
Και, μες στο πέρασμα των αιώνων, ένας δημιουργικός συνδυασμός. Οι βιομηχανοποιημένες κοινωνίες, με τα εργοστάσια που αντικατέστησαν την αγροτική παραγωγή και την τεχνολογία που έφερε μια επανάσταση που κανείς δεν μπορούσε να προβλέψει, ζητούσαν και ζητούν εξειδικευμένους υπαλλήλους, προσηλωμένους εργάτες που ζουν για να δουλεύουν, δεν δουλεύουν για να ζουν, που δεν τους δίνεται η δυνατότητα να ονειρευτούν ένα μέλλον σαν αυτό που μοιάζει να ανήκει σε ελάχιστους μόνο, σε αυτούς που το ζουν ήδη από χθες, το ζουν τώρα, πάντα, θα το ζουν και αύριο.
Στο πλαίσιο αυτό, βγήκαν οι καθηγητές πληροφορικής και φτιάξανε μπάντες για άγρια σαββατόβραδα στο μπαράκι της γειτονιάς, ανέβηκαν θεατρικές παραστάσεις από θιάσους φτιαγμένους από την γειτονιά, από τους δημόσιους υπαλλήλους και τις πολύφερνες νοικοκυρές. Πολλαπλασιάστηκαν οι καλλιτέχνες, οι εποχές των μεγάλων ειδώλων επί σκηνής εξέβαλαν στα χρόνια που καθένας είναι, και καλώς είναι, καλλιτέχνης. Γιατί δεν είναι τελικά και τόσο δύσκολο να βγάλεις ένα τραγούδι, ένα βιβλίο, να ανεβάσεις μια παράσταση, να ζωγραφίσεις, να παιανίσεις, να φτιάξεις κάτι με τα χέρια και την ψυχή σου.
Στο κάτω κάτω, όλοι έχουμε ψυχή. Κι η ψυχή φέρει δυνατότητα δημιουργίας. Κι η δημιουργία οδηγεί, αναπόφευκτα, σε κάτι που όσο κι αν χτυπιούνται οι ακαδημαϊκοί και οι κριτικοί με τους ορισμούς τους, είναι τέχνη.
Ο Μπογδάνος βγήκε και είπε ότι κάποιοι δεν επέλεξαν να γίνουν καλλιτέχνες για να μην παίρνουν δανεικά από φίλους και να μην τους ζουν οι γονείς τους, κι ας είχαν ταλέντο. Απέδωσε ιδανικά την εικόνα που έχει μια ολόκληρη κοινωνία για τους καλλιτέχνες. Μια κοινωνία που αποδέχεται ως τέτοιους αυτούς που της φορέσανε, ορισμένοι από τους οποίους μπορεί και να αξίζουν στ’ αλήθεια. Φωνάρες, που λέμε. Ηθοποιάρες. Άνθρωποι που αν δεν τύχαινε να κάνουν μια μεγάλη επιτυχία, ίσως θεωρούνταν κι αυτοί γραφικοί όπως η πλειοψηφία των υπολοίπων.
Όταν πάει κανείς “νουνεχής” να μιλήσει για τέχνη και καλλιτέχνες, η κουβέντα δεν τελειώνει εύκολα. Ειδικά κάτω από περιστάσεις ξεγυμνωτικές και προβληματικές όπως αυτή με τον ιό και την καραντίνα, κι η οποία σήκωσε το χαλί κι αποκαλύφθηκαν από κάτω ένα σωρό ματωμένα κελύφη, ζητήματα που Κύριος οίδε με ποιον τρόπο αντιμετωπίζονταν μέχρι σήμερα.
Γνωρίζω προσωπικά ανθρώπους που όχι με 800 δεν ζούσαν, όχι 40% πληρότητα δεν είχαν στα θέατρα όπου έπαιζαν, αλλά ήταν μια ζωή στο ψάξιμο, στην ελπίδα, στην φτώχεια που θέλει καλοπέραση. Αυτοί κι αν είναι αόρατοι…
Η συμμετοχή ανθρώπων στο αυθόρμητο και πηγαίο κίνημα που οργανώθηκε καταδεικνύει την βαθιά προβληματική του να λες στην Ελλάδα της κρίσης, του ιού, την Ελλάδα γενικώς, τον κόσμο γενικώς, “είμαι καλλιτέχνης”. Την ίδια ακριβώς προβληματική κατέδειξε και η αποχή ανθρώπων από το κίνημα, κάποιων απολύτως ρητή και ξηγημένη, άλλων συναγόμενη εκ της σιωπής τους.
Κάποιοι νιώθουν πιο καλλιτέχνες από άλλους, κάποιοι δεν γουστάρουν να ζητήσουν από το κράτος τίποτα, γιατί ποτέ το κράτος δεν τους κοίταξε στα μάτια και δεν τους υπολόγισε, άλλοι τσαντίζονται από την αναπόφευκτη πολιτική διάσταση του κινήματος-προσοχή, όχι κομματική. Πολιτική γιατί απαιτεί διάλογο, συλλογικότητα, αποφάσεις, έως και υπακοή στις αποφάσεις της πλειοψηφίας. Κάποιοι έχουν μάθει να πορεύονται κατά μόνας, να συνεργάζονται με ιδιώτες, κάποιοι πήραν το 800ρι τους, αναμένουν το 500ρι του Ιούνη και κάνουν μόκο.
Και κανείς δεν μπορεί να τους ψέξει. Να τους πει τι; Αφού σε ορισμένα ζητήματα έχουν δίκιο. Το δικό τους δίκιο. Διάβασα σε μια ανάρτηση σπουδάστριας δραματικής σχολής:
“Είμαι καλλιτέχνης. Και έχω αιτήματα. Ποιος καλλιτέχνης είμαι και τι αιτήματα έχω; Προσωπικά έχω μπερδευτεί λίγο! Είμαστε όλοι μαζί. Που; Ας μη γελιόμαστε. Καλλιτέχνης είναι και ο τάδε που 20 χρόνια τώρα είναι πρωταγωνιστής και παίζει σε όλες τις μεγάλες τηλεοπτικές και Θεατρικές παραγωγές και η έντεχνη τραγουδίστρια που κάνει συναυλίες όλο το καλοκαίρι για να βγάλει το χειμώνα και το Μαράκι από το Κουκάκι που είχε πτυχίο κλασικού τραγουδιού αλλά τραγούδησε μία φορά το χειμώνα σε ένα live σε ένα μπαράκι. Δεν έχουμε ούτε τον ίδιο μισθό, ούτε ίδιες ευκαιρίες, ούτε δουλειά κάθε σεζόν. Άρα; Τι ζητάει ο καθένας από τη μεριά του; Το επίδομα των 800 δεν νομίζω να λέει και πολλά στη φίρμα-καλλιτέχνη που σε ένα βράδυ βγάζει όσα εγώ σε ένα χρόνο αλλά για το Μαράκι μπορεί να λέει. Αλλά, δεν έχει ένσημα, άρα δεν θα το πάρει. Η δουλειά των καλλιτεχνών λοιπόν δεν έχει ταβάνι στους μισθούς. Και καλά κάνει, αν με ρωτάτε αλλά καταλαβαίνεται ότι δεν μιλάνε όλοι για το ίδιο πράγμα. τι ζητάμε λοιπόν ΟΛΟΙ ΜΑΖΙ; Να γίνουν συναυλίες και παραστάσεις; ΠΩΣ; Αν ο ιός υπάρχει (γιατί πολλά ακούγονται) δεν είμαστε ασφαλείς. Να πάρουμε επίδομα; Ποιοι;”
Κι έγραφε κι άλλα η κοπέλα. Κι έχουν γράψει πολλοί πολλά, χρήσιμα, όμορφα, πέτρες που αναπηδούν στην επιφάνεια της απέραντης θάλασσας για να γίνουν μετά από δευτερόλεπτα ένα με τον βυθό της.
Στο μεταξύ, άνθρωποι αρχίσαν να πεινάνε στ’ αλήθεια. Τους χτυπούν τις πόρτες για κοινόχρηστα και ενοίκια, τους κόβεται το ρεύμα γιατί το χρωστάνε μήνες. Η ομάδα Support Art Workers παρά τις φιλότιμες προσπάθειές της να οργανωθεί σε υπο-ομάδες, μια από τις οποίες είναι και αυτή της Αλληλεγγύης, δεν έχει προτείνει μέχρι στιγμής κάτι άμεσα ανακουφιστικό για τους πληγέντες εργαζομένους των τεχνών. Γνωρίζω ένα σωρό περήφανους ανθρώπους που-λάθος, σωστά- την βγάζανε με μερικά λαϊβάκια τον μήνα και τώρα δεν υπάρχει περίπτωση να σταθούν στην ουρά κανενός συσσιτίου, παρά βράζουν ένα αυγουλάκι για έβδομη μέρα στην σειρά. Και περιμένουν…
Από τις 13/05 λειτουργεί, υποτίθεται, πλατφόρμα στον ιστοχώρο artandcultureprofessionals.services.gov.gr στο ΕΡΓΑΝΗ του υπουργείου Εργασίας για την καταγραφή καλλιτεχνών και δημιουργών ανά κλάδο το οποίο θα μετεξελιχθεί σε Μητρώο Καλλιτεχνών και Δημιουργών του ΥΠΠΟΑ.
Ένα σωρό προβλήματα και εκεί, εννοείται. Την στιγμή που γράφονται αυτές οι λέξεις, η σελίδα έχει κρασάρει. Κατηγορίες διπλοεγγεγραμμένες, το αμίμητο “εφαρμοστής περούκας σε ηθοποιούς” ως ειδικότητα, η υποχρέωση να επιλέξεις μια αποκλειστικά ιδιότητα. Αν δηλαδή είσαι τραγουδιστής και μουσικός, βρες τι θα διαλέξεις. Προβλήματα, προβλήματα, προβλήματα…
Εγγραφή των καλλιτεχνών στα σωματεία τους. Ένα βήμα πίσω από μεριάς αυτών που έχουν άλλη δουλειά ως βασική τους-για ευνόητους λόγους. Αλληλεγγύη και ελευθερία έκφρασης μεταξύ των καλλιτεχνών. Αυτά είναι βασικά ζητούμενα αυτών των ημερών.
Η σιωπή, όμως, μερικών μαγαζατόρων που ζουν τόσα χρόνια χάρη στους καλλιτέχνες με τρομάζει. Το ίδιο και η σιωπή μερίδας πολιτών που εμφανίζεται εξόχως φιλότεχνη και θεατρόφιλη και ούτω καθεξής. Έρχεται ένα καλοκαίρι παράξενο, με πετσοκομμένα φεστιβάλ, με τους αδύναμους και τους αφανείς σε μεγαλύτερο σκοτάδι παρά ποτέ-άντε να ψάξουν δουλειά τώρα σε αυτές τις συνθήκες που και το επάγγελμα του σερβιτόρου κουρελοποιήθηκε και κορέστηκε!-, εγκυμονάται ένας αβέβαιος χειμώνας από πολλές απόψεις.
Το διαχρονικά προβληματικό ζήτημα των πνευματικών δικαιωμάτων στην χώρα μας παραμένει άλυτο. Οι δημιουργοί επίσης στην πείνα. Όποιος δεν έκανε κουμάντο τα προηγούμενα χρόνια ή δεν μπορούσε να κάνει κουμάντο de facto, κάηκε. Ο αριθμός των αληθώς πληγέντων είναι αληθώς απροσδιόριστος. Η τέχνη, όπως και ο κόσμος, άλλαξαν άρδην και άλλαξαν για πάντα. Ίσως οι συναυλίες γίνουν δρώμενα που θα παρακολουθούμε στο σαλόνι με φίλους. Ίσως αντέξουν με την ιδιότητα “καλλιτέχνης” οι πιο δυνατοί, οι πιο τυχεροί, οι πιο ευνοημένοι, οι πιο τολμηροί.
Μετά από μια δεκαετία γροθιά στο στομάχι με κρίση, ερωτηματικά, εσωστρέφεια, πήγαμε να ανασάνουμε. Κι αυτή η ανάσα κόπηκε στα δύο. Πόσα νέα παιδιά να τολμήσουν, τώρα ειδικά, να πουν στον μπαμπά και την μαμά “θέλω να γίνω ντράμερ”;
Οι επόμενες σελίδες αυτής της ηλεκτρονικής έκδοσης είναι αφιερωμένες σε όλο αυτό που ζει ο πολιτισμός, δια των ανθρώπων του, αυτήν την περίοδο. Δεν σημαίνει ότι προβλήματα δεν βιώνουν και άλλοι κλάδοι. Για να ακριβολογούμε: όλοι οι κλάδοι βιώνουν προβλήματα. Ο στόχος μου προσωπικά, ως δημοσιογράφου στο εν λόγω μέσο, είναι το παρόν τεύχος να αποτελέσει οδηγό και ντοκουμέντο για τον ιστορικό-δημοσιογράφο-μελετητή-καλλιτέχνη του εγγύς και μακρινού μέλλοντος. Να δει τι και πώς έγιναν ορισμένα πράγματα, να διαβάσει απόψεις ανθρώπων που αγωνιούν για το μέλλον τους, για την ψυχή τους, για αυτό που υπηρετούν συνολικότερα. Να βγάλει, τέλος, τα δικά του συμπεράσματα.
Για κάθε μία σελίδα θα μπορούσαν να έχουν γραφτεί άλλες εκατό, κυριολεκτικά. Όσο πιο σύντομα και περιεκτικά μπορέσαμε, ελπίζουμε να χωρέσαμε την δική μας φωνή για μια πόλη που ΔΕΝ ζει χωρίς τον πολιτισμό και χωρίς τους ανθρώπους αυτού.