Η πολιτική ορθότητα είναι κατασκεύασμα συγκεκριμένων κοινωνικών ομάδων.
Η επικρατούσα, διάχυτη μορφή της αποτελεί, όπως όλες οι ιδεολογικές συγκροτήσεις –αντίστοιχα με τα εκπαιδευτικά προγράμματα σπουδών ή τις αισθητικές μόδες και μαζικές προτιμήσεις– επιλογή των κυρίαρχων κοινωνικών δυνάμεων, σε αλληλεπίδραση με την αντιπολιτευτική δράση άλλων τάσεων από υποσύνολα της κοινωνίας με διαφορετικά συμφέροντα κι επιδιώξεις.
Για την εδραίωσή της, η πολιτική ορθότητα, όπως κάθε ιδέα με επίδραση μέσα στην κοινωνία, έχει ιδιαίτερη ανάγκη τον ειδικό παράγοντα της σταθερότητας. Τα θεμέλια τής ισχύος της πηγάζουν από την προάσπιση μιας δήθεν αμετάβλητης αλήθειας, ενός αντικειμενικού, ομοιογενούς «καλού», μέσα στην πολιτεία. Ανέκαθεν, αυτή η ρητορική επιστρατευόταν από τα κοινωνικά στρώματα που επέβαλλαν τις δικές τους αξίες και ιδανικά. Σίγουρα, μέσα στη δυναμική αντιπαράθεση με άλλα υποσύνολα, έκαναν παραχωρήσεις – να ο αντισεξιστικός λόγος που βρίσκει πρόσφορο έδαφος σε, κατά τα άλλα, βαθιά πατριαρχικούς θεσμούς.
Όμως, το ουσιαστικό διακύβευμα είναι να αναδειχθεί πως η στασιμότητα και η σταθερά των αξιών, από τις οποίες αφορμάται η πολιτική ορθότητα, είναι ένα μύθευμα. Χρησιμοποιώντας νωρίτερα τη φράση «ιδιαίτερη ανάγκη», βρίσκω ταιριαστό παράδειγμα για την άποψή μου την περίπτωση της Αναπηρίας.
Έχοντας βασικές σπουδές πάνω στην εκπαίδευση ατόμων με αναπηρία, δε λησμονώ πως, όταν ξεκίνησα τη σχολή μου, ο πολιτικά ορθός όρος για αυτήν την κοινωνική υποομάδα ήταν ΑμΕΑ, Άτομα με Ειδικές Ανάγκες. Όταν τέσσερα χρόνια αργότερα πήρα το πτυχίο, η πολιτική ορθότητα ήθελε την ίδια ομάδα ως ΑμεΑ, Άτομα με Αναπηρία. Μια εύλογη μεταστροφή, αφού στην πραγματικότητα όλοι οι άνθρωποι έχουμε τις ίδιες ανάγκες, απλά διαφορετικούς τρόπους να πετύχουμε την κάλυψή τους.
Κι επειδή, ναι, ο τρόπος που μιλάμε έχει μεγάλη επίδραση στις αξίες, τα ΑμεΑ έδειξαν πως, πολλές φορές, η καλύτερη μέθοδος για να ικανοποιήσουμε ανάγκες –βαθιές, όπως αυτή του (αυτό-)προσδιορισμού μας– είναι η εναντίωση σε ό,τι θεωρείται τελεσίδικο και δεδομένο.