Την Πέμπτη 28 του Μάη η πλέον αγαπημένη καινούργια άφιξη στο Παγκράτι άνοιξε και πάλι τις πόρτες της για να μας κάνει να «χαθούμε» μέσα από γεύσεις και ατμόσφαιρες φανταστικές. Το Lost Athens δεν πρόλαβε να εμπεδωθεί για τα καλά ως στέκι, καθώς λίγους μήνες μετά την έναρξή του, αναγκάστηκε να κλείσει λόγω καραντίνας. Τώρα, όμως, φαίνεται πως το μαγαζί και η δυναμική ομάδα του επέστρεψαν πιο δυναμικά από ποτέ.
Το νέο μενού αναδίδει θαλασσινή φρεσκάδα και βαθιά νοστιμιά, ενώ διατηρεί την οργάνωσή του σε κατηγορίες φαγητών αναλόγως με το πώς αυτά τρώγονται: χέρι, κουτάλι & πιρούνι, πιρούνι, μαχαίρι και πιρούνι, κουτάλι.
Την τελευταία Κυριακή της άνοιξης, επισκέφθηκα το μαγαζί με δύο φίλες, γύρω στις 20:00. Μία local βιβλιοφάγος, καθισμένη μέσα, τελείωνε την ανάγνωσή της και, μαζί με αυτό, το ανθρακούχο νερό της. Στα έξω τραπέζια που έδωσαν στο μαγαζί έναν αέρα υπαίθριας ευτυχίας και, εννοείται, το μεγάλωσαν, κάθονται ήδη μερικές πεινασμένες παρέες. Ως τις 21:30, το μαγαζί έχει σχεδόν γεμίσει εξωτερικά, ενώ από τα μέσα τραπέζια, σε ένα από τα οποία καθίσαμε κι εμείς, δεν έχουν μείνει και πολλά διαθέσιμα.
Οι κρατήσεις, σημειωμένες με το όνομα να αναγράφεται σε χαρτοταινία που κολλάει επάνω στο τραπέζι (πόσο Lost Athens φιλοσοφία!), κατέφθαναν μαζί με τους περαστικούς που αποφάσιζαν να ρίξουν μια ματιά και, τελικά, να καθίσουν.
Όταν κάνει καλοκαίρι και το απόγευμα γίνεται νύχτα, αυτή η ώρα είναι μαγική. Μετά από μήνες περιορισμού στα σπίτια μας και αποχωρισμού από αγαπημένα πρόσωπα, αισθάνομαι στην διάρκεια αυτών των πρώτων after lockdown εξόδων, ένα συναίσθημα που δεν μπορώ να προσδιορίσω ακριβώς: μια ετεροχρονισμένη νοσταλγία για κάτι που ζω αυτή την στιγμή και θα έχω να το θυμάμαι πολύ γλυκά στο μέλλον.
Επιτέλους μαζί, επιτέλους εδώ, κι ας μας σερβίρουν άνθρωποι που κρύβουν τα όμορφα πρόσωπά τους πίσω από μάσκες. Κι ας μην έχει τελειώσει οριστικά και αμετάκλητα όλο αυτό. Η μουσική που παίζει, αρκούντως ανεβαστική και στην τέλεια ένταση, με πήρε από τον συναισθηματισμό και τις σκέψεις για να με σύρει απευθείας στην ατόφια χαρά που προξενεί ένα τραπέζι με φίλους, αλκοόλ και φαγητό.
Το καλωσόρισμά μας ήταν μια δροσερή γκασπάτσο που ήρθε σε γυάλινο μπουκαλάκι (σαν εναλλακτικό, φούξια απόσταγμα) και από εκεί το σερβίραμε στα χάρτινα ποτηράκια μας. Ακολούθησε ψωμί και μια μικρή πανδαισία από ελληνικά dips, απλά και θεονόστιμα: χοντρό αλάτι, ελαιόλαδο, ντομάτα, μυρωδικά. Μικρές μπουκιές από το ψωμάκι βουτούσαν εκεί μέσα και η όρεξή μας είχε ανοίξει για τα καλά, μόλις προσγειώθηκε στο τραπέζι η σαλάτα kale, με κρέμα λεμόνι, κουκουνάρι, πίκλα καρότο και φιλέτο πορτοκάλι.
Δροσερή και νόστιμη προετοίμασε το έδαφος για το απόλυτο comfort dream που, στο Lost Athens, ακούει στο όνομα bao καβούρι. Παναρισμένη, αέρινη σάρκα καβουριού μαζί με chilly mayo, λάχανο και παλαμίδα μέσα σε βελούδινο ψωμάκι που δεν μου θύμισε ακριβώς την υφή του bao bun που έχω συνηθίσει, αλλά με ικανοποίησε απολύτως. Κι όχι μόνο εμένα, αλλά και την Αφροδίτη και την Ρίτσα, με τις οποίες κάθε τρεις και λίγο τσουγκρίζαμε το Μπλε Τρακτέρ μας (λευκό κρασί) χαμογελώντας.
Τα ραβιόλι με καπνιστό χέλι, dashi μπέικον, κρόκο confit και πεκορίνο tuille γέμισαν τους ουρανίσκους μας με πλούσιες υφές και έκαναν τα μάτια να κλείσουν από την πρώτη μπουκιά. Βάζω στοίχημα ότι ένας άνθρωπος που νομίζει ότι δεν τρώει ψάρι, θα αλλαξοπιστούσε με το πιάτο αυτό, το οποίο αντλεί γευστική έμπνευση από την καρμπονάρα, ή, εν πάση περιπτώσει από κάποια λαχταριστή πάστα με παχιά κρέμα, τυριά και αλλαντικά.
Το τελευταίο πιάτο που δοκιμάσαμε ήταν το ψάρι ημέρας, συγκεκριμένα μαγιάτικο, μαγειρεμένο φρικασέ με μάραθο.
Ξεκουράσαμε το στόμα μας με αυτή την επιλογή που αποθεώνει την απλότητα, αφήνοντας για λίγο στην άκρη την φαντασία και την δημιουργικότητα. Η παραγνωρισμένη αξία ενός καλοχτυπημένου λαδολέμονου, που έχει την δυνατότητα να κάνει upgrade νοστιμιάς σχεδόν οπουδήποτε πέφτει, μας κέρδισε αμέσως. Η Αφροδίτη θυμήθηκε συγκινημένη παιδικές ψαροφαγίες με τον πατέρα της στην γενέτειρά του, την Ζάκυνθο. Τα πιάτα άδειασαν, τα ποτήρια μας ξαναγέμισαν και ο οργανισμός μας ζητούσε τώρα γλυκό.
Τα δύο νέα επιδόρπια του Lost Athens, ιδανικά για την εποχή και ταιριαστά στις αλμυρές γεύσεις που έχουν προηγηθεί, αποτέλεσαν τον τέλειο επίλογο του δείπνου μας. Η κρέμα καταλάνα με την αέρινη υφή και το λαχταριστό χειροποίητο παστέλι σφράγισε την έναρξη του φετινού καλοκαιριού με την μους ανανά και τον αφρό εσπεριδοειδών να κάνουν πάρτυ εκρήξεων δροσιάς σε κάθε κουταλιά.
Στα ίδια επίπεδα δροσερής υπεροχής κινήθηκε και το Μάνγκο, ο καλοκαιρινός διάδοχος του απόλυτου Μήλου που φιγουράριζε στον χειμερινό κατάλογο του Lost και γινόταν ανάρπαστο: μους γιαούρτι, φεγεντίνη και πορτοκάλι σαγκουίνι αποδείχθηκαν τα τελειότερα ταίρια του αγαπημένου εξωτικού φρούτου.
Ανανεώσαμε το ραντεβού μας με το μαγαζί και τους ανθρώπους του, τάξαμε η μία στην άλλη τα μύδια για την επόμενη φορά-ναι, αυτά δεν κουνήθηκαν ρούπι από το μενού. Όπως επίσης «χρωστάμε» να φάμε πατατόψωμο με φυστικοβούτυρο και κοτόπουλο, καγιανά με chorizo και, φυσικά, χταπόδι στιφάδο που, προσωπικά, δεν έχω καλύτερο.
Ευχαριστούμε για την αστείρευτη δημιουργικότητά σου, σεφ Κώστα Νασιόπουλε (και φυσικά Γιώργο Ζάχειλα και Στράτο Βλασόπουλε!), εύγε και στην δραστήρια ομάδα της κουζίνας και τα ευγενικά παιδιά της σάλας! Οι τρεις ιδιοκτήτες του Lost Athens, ο Βασίλης, ο Γιώργος και ο Παναγιώτης, δεν θα μπορούσαν να είναι πιο τυχεροί από άποψης συνεργατών, νομίζω.
The Chill Journey continues. Κι εμείς καπεταναίοι…
LOST ATHENS
Αρχελάου 7, Παγκράτι
210-7230832