Σαν σήμερα πριν 14 χρόνια έμελλε η 6η Δεκεμβρίου να χαραχτεί στη μνήμη της γενιάς μας. Σαν σήμερα ξεκίνησε εκείνο το γκρέμισμα, για όσους ήμασταν μόλις 19, του καθετί που πιστεύαμε. Αρκούσε μια σφαίρα για να ξυπνήσουμε;
Ακόμη θυμάμαι με αηδία τις φράσεις «Τι γύρευε στα Εξάρχεια», «Καίγεται το δέντρο στο Σύνταγμα, τα όνειρα των μικρών παιδιών καίγονται».
Είχατε δίκιο, κύριε Αυτιά μου. Τα όνειρα των παιδιών κάηκαν όχι λόγω του δέντρου, αλλά γιατί κάποιος καταχράστηκε την εξουσία. Και πάντα κάποιος θα το παίζει εξουσία. Οπότε η πραγματικότητα ήταν είναι και θα είναι ένα δολοφονημένο παιδί, που δεν έπαιξε με τη φωτιά, αλλά κάηκε, ένα παιδί στην εντατική που δεν έδωσε 20, 50 ή 100 ευρώ για να βάλει βενζίνη, ένα άλλο παιδί που έχασε τη ζωή του γιατί ανατινάχτηκε κάτι κακοσυντηρημένο. Δημόσιο και κακοσυντηρημένο. Από κάθε κυβέρνηση, χωρίς κομματικά χρώματα.
Κάθε 6η Δεκεμβρίου ξυπνάω με θυμό. Μου έρχονται στη μύτη οι καπνοί από τα δακρυγόνα και νιώθω ένα πλάκωμα στο στήθος. Και η σημερινή επέτειος συγκέντρωσε πολλούς λόγους για να είμαι θυμωμένη. Το αρχίδι στον Κολωνό, η Κιβωτός του Κόσμου που εξελίχθηκε σε Σόδομα και Γόμορρα, οι υποκλοπές (γιατί πολύ φοβούνται οι έχοντες εξουσία), οι «καλά του έκαναν του αθίγγανου» και διάφορα άλλα τέτοια.
Ειλικρινά δεν μπορώ να σας περιγράψω πόσο θυμώνω. Και τι κάνω; Ό,τι μπορώ για να προσφέρω λίγο χαμόγελο μέσα στη θλίψη. Και τ’ απόγευμα θα είμαι στην πορεία.
Γιατί αυτή η νύχτα πάντα θα ‘ναι του Αλέξη και κάθε Αλέξη που πεθαίνει και ξαναπεθαίνει στη χώρα του μη ανατέλλοντος ηλίου.