Σε λίγες μέρες φεύγει – ελπίζω ανεπιστρεπτί- το πιο πιο ασύμμετρο έτος που θυμάμαι, το εκ πρώτης όψεως απολύτως συμμετρικό 2020. Στο καλό να πάει και να μη γυρίσει!
«Κοντεύουνε Χριστούγεννα
τα δέντρα στολισμένα
αναβοσβήνουν οι χαρές
όμως καμμιά για μένα»
Ζούμε πρωτόγνωρες καταστάσεις. Παντελώς αχαρτογράφητα ύδατα. Πόλεμο χωρίς όπλα. Βάλαμε όλοι μάσκες, αλλά και πέσαν οι μάσκες αρκετών…
Τώρα με την καραντίνα το μόνο καλό που προέκυψε είναι ότι λόγω άφθονου ελεύθερου χρόνου στο σπίτι, αποφάσισα να σκαλίσω συρτάρια και σκληρούς δίσκους, να βρω και να χτενίσω παλιά ξεχασμένα τραγούδια μου, ανέκδοτες μελωδίες και στίχους ημιτελείς.
Σε ένα φάκελο βρήκα στίχους του Άκου. Του πρόωρα χαμένου ακριβού φίλου, του ποιητή και στιχουργού Άκου Δασκαλόπουλου. Μου τους είχε δώσει πριν από 25 χρόνια να τους μελοποιήσω. Έφυγε απροειδοποίητα το 1998 και 22 χρόνια μετά αφιερώνω στη μνήμη του ένα από τα τραγούδια που προέκυψαν:
«Βρέθηκα κι εγώ ένα βράδυ
στου Παράδεισου την πόρτα
ερημιά πυκνό σκοτάδι
και κλειστά όλα τα φώτα.
Στο κατώφλι πικραμένος
μόνος του ο Άγιος Πέτρος
μου ‘πε παραπονεμένος
πως δε φάνηκε άλλος φέτος.
ΡΙΞΕ ΜΙΑ ΜΑΤΙΑ ΚΙ ΕΣΥ
ΣΤΟΝ ΠΑΡΑΔΕΙΣΟ ΑΓΟΡΙ
ΕΡΗΜΙΑ ΣΤΟ ΜΑΓΑΖΙ
ΤΟ ΚΡΑΤΑΩ ΜΕ ΤΟ ΖΟΡΙ.
ΥΣΤΕΡΑ ΡΕ ΜΑΓΚΑ ΡΙΞΕ
ΚΙ ΕΝΑ ΒΛΕΦΑΡΟ ΣΤΟΝ ΑΔΗ
ΠΑΝΗΓΥΡΙ ΚΑΙ ΓΙΟΡΤΗ
ΣΤΗΝΟΥΝ ΟΛΟΙ ΚΑΘΕ ΒΡΑΔΥ.
Μου ‘ρχεται μα τω Θεώ
απέναντι να πεταχτώ
γιατί εδώ να γίνει γλέντι
δεν το βλέπω ρε λεβέντη.
Να χορέψω ρε συ μάγκα
στου Παράδεισου την πίστα
δε μου βγαίνουνε τα φράγκα
για να συντηρώ ορχήστρα.»
Είναι αλήθεια ότι οι ποιητές βλέπουν μακριά. Το πρώτο έξοδο που κόβει κάποιος στα δύσκολα, είναι η ψυχαγωγία και η διασκέδαση. Οι εργαζόμενοι στις παραστατικές τέχνες (μουσική και θέατρο) σταματήσαμε να δουλεύουμε πρώτοι και θα ξεκινήσουμε να δουλεύουμε τελευταίοι. Όπως πικρόχολα εξήγγειλε ο υπουργός: των παραστατικών τεχνών, των υπηρεσιών ιερόδουλου και των ζωολογικών κήπων αναστέλλεται επ’ αόριστον η λειτουργία τους!»
Για επίλογο κατά την προσφιλή μου συνήθεια πήρα πάλι αγκαλιά την κιθάρα, χαρτί και μολύβι και σας εύχομαι ολόψυχα χρόνια πολλά, κουράγιο και καλή λευτεριά με το γλυκόπικρο καινούργιο μου τραγούδι:
Αν πας στα μπουζουξίδικα απόψε
αργά το βράδυ
ηχεία και μικρόφωνα θα είναι σιωπηλά
βουβά η παγομηχανή θα κλαίει στο σκοτάδι
κι ακίνητο το Johnnie στο μπαρ θα την κοιτά.
Στης πανδημίας τον καιρό
κανένας δε μιλά
στης καραντίνας τον καιρό
το δάκρυ αργοκυλά.
Στα θέατρα στα φουαγιέ,
βουβές φωτογραφίες
και σκοτεινό στα σινεμά το άσπρο το πανί
αμίλητοι και σκεπτικοί, εξώστες και πλατείες
σκυφτή χωρίς παράσταση
στο βάθος η σκηνή…
Στα μπαρ στις καφετέριες
τα τραπεζάκια άδεια
και στις ταβέρνες με κρασί
κανείς δεν τραγουδά
κλειστές οι μουσικές σκηνές,
μαρκίζες στα σκοτάδια
κι οι καλλιτέχνες σπίτι τους,
δακρύζουνε βουβά…