«Για κάθε αθλήτρια και για κάθε αθλητή, το να κρατάει τη σημαία της χώρας του στην τελετή έναρξης της μεγαλύτερης αθλητικής διοργάνωσης στην ιστορία του κόσμου, είναι η ύψιστη τιμή».
Τέτοιες στιγμές τα όνειρα, οι προσδοκίες, οι κόποι και οι αγώνες μιας ζωής ολόκληρης αφιερωμένης στον Αθλητισμό περνούν αστραπιαία από το μυαλό, αλλά αμέσως οι ανάγκες της προετοιμασίας σε προσγειώνουν στις απαιτήσεις των ημερών που έρχονται». Με τα παραπάνω λόγια η Αντιγόνη Ντρισμπιώτη περιέγραψε τη χαρά της που θα είναι μαζί με τον Γιάννη Αντετοκούνμπο σημαιοφόροι της Ελληνικής Ολυμπιακής ομάδας στους αγώνες του Παρισίου. Σε μια εποχή που το να κρατάς την σημαία της πατρίδας σου για ορισμένους είναι… «φασιστική» (sic) ενέργεια, δυο αθλητές που έχουν γράψει σελίδες παγκόσμιας δόξας, ο Γιάννης μέσω του ΝΒΑ και της εθνικής μπάσκετ, η Αντιγόνη με τα μετάλλια στο παγκόσμιο και το ευρωπαϊκό πρωτάθλημα βάδην, δεν κρύβουν (και πολύ καλά κάνουν) τη περηφάνια τους που θα κρατήσουν στα χέρια τους τη γαλανόλευκη και θα είναι επικεφαλής της ελληνικής ολυμπιακής αποστολής.
Για τον μεγάλο άσο του ελληνικού μπάσκετ το να είναι σημαιοφόρος στο Παρίσι είναι μια μεγάλη επιβράβευση για την τεράστια, αθλητική και κοινωνική του προσφορά. Το παιδί μεταναστών από τη Νιγηρία που έπαιζε ποδόσφαιρο και μπάσκετ στα Σεπόλια για ψυχαγωγία και που για να συνεισφέρει οικονομικά στην οικογένεια του πούλαγε cd στις γειτονιές της Αθήνας, είναι πλέον παράδειγμα για τη νέα γενιά. Αλλά και για την Αντιγόνη είναι η καλύτερη εξέλιξη. Γιατί κόπιασε να φτάσει στη κορυφή του παγκόσμιου βάδην. Το 2003 σταμάτησε τον αθλητισμό. Επέστρεψε έπειτα από 8 χρόνια και βήμα βήμα ανέβηκε στο υψηλότερο σκαλοπάτι στο απαιτητικό άθλημα του βάδην. Δεν υπήρχε αυτή τη στιγμή καλύτερο δίδυμο αθλητών για να κρατήσουν την ελληνική σημαία στους Ολυμπιακούς αγώνες του Παρισίου, καθώς αποτελούν φωτεινό παράδειγμα καθώς έφτασαν ψηλά με αυταπάρνηση και σκληρή δουλειά. Στοιχεία που πρέπει να αποτελούν κύρια συστατικά στη ζωή κάθε ανθρώπου.