Για όσους έχετε χάσει την αίσθηση του χρόνου και ξυπνάτε καθημερινά έχοντας στο μυαλό σας την ερώτηση “Τι ώρα είναι, τι μέρα είναι και ποια χρονιά”, να σας υπενθυμίσουμε ότι τα ξημερώματα της Κυριακής 29 Μαρτίου, πάμε μία ώρα μπροστά. Μόλις η ώρα πάει τρεις, laptops, tablets και κινητά θα δείξουν απευθείας τέσσερις.
Στους καιρούς προ καραντίνας αυτό θα ήταν είδηση. Ο κόσμος έπρεπε να θυμηθεί την αλλαγή για να μην μπερδέψει τις ώρες και χάσει δουλειές και ραντεβού. Παράλληλα, ήταν μια ηχηρή υπενθύμιση ότι το καλοκαίρι έφτασε…Θα νυχτώνει πιο αργά, θα ξημερώνει πιο αργά, η μέρα θα μεγαλώσει, η ωραιότερη εποχή του χρόνου θα μας αλλάζε τη διάθεση!
Τώρα; Τώρα, τι να πούμε. Αν κάτι είναι είδηση από τη φετινή αλλαγή ώρας, είναι ότι θα γλιτώσουμε έστω εξήντα λεπτά από αυτήν την ατέρμονη “Μέρα της Μαρμότας”, που έφτασε ο καιρός να τη ζήσουμε κι εμείς, κι όχι μόνο ο Μπιλ Μάρεϋ.
Ζούμε χωρίς καμία έκπληξη, κανένα νέο, καμία αλλαγή, ζούμε “εν αναμονή”. Εν αναμονή τίνος; Να σταματήσει η μετάδοση του ιού, να να βρεθεί φάρμακο, εμβόλιο, να βγούμε έξω, να ξαναδουλέψουμε, να ζήσουμε τις ζωές μας. Ίσως, όμως -για να περάσει και η ώρα μας- πρέπει να κάνουμε ό,τι και ο Μπιλ Μάρεϋ: να επανεξετάσουμε τι κάναμε λάθος, έτσι ώστε όταν λυθεί η “κατάρα” να ζήσουμε τις ζωές μας καλύτερα από πριν. Να τις ζήσουμε ουσιαστικά γιατί τώρα ξέρουμε ότι, ανά πάσα στιγμή, η Μέρα της Μαρμότας μας περιμένει στη γωνία.
Όπως και έχει πάντως, η ώρα αλλάζει! Θα έχουμε πιο πολύ φως στα σπίτια μας, που το έχουμε ανάγκη περισσότερο από κάθε άλλη φορά!
Έτσι για την ιστορία, η τελευταία φορά που θα αλλάξει η ώρα είναι το 2021, όπου μέχρι τότε τα κράτη καλούνται να αποφασίσουν ποια ώρα (θερινή ή χειμερινή) να κρατήσουν. Το “έθιμο” της αλλαγής (που τόσο είχαμε ανάγκη να βιώνουμε, κακά τα ψέματα) φτάνει στο τέλος του.
Στην Ελλάδα η θερινή ώρα εφαρμόστηκε για πρώτη φορά, δοκιμαστικά, το 1932 και συγκεκριμένα από τις 6 Ιουλίου μέχρι την 1η Σεπτεμβρίου, όταν τα ρολόγια είχαν τεθεί μία ώρα μπροστά. Στη συνέχεια όμως εγκαταλείφθηκε, επειδή στις 28 Ιουλίου 1916 στις 04:00 ώρα, τα ρολόγια στην Ελλάδα είχαν τεθεί 25 λεπτά μπροστά κατά την εισδοχή της ζώνης ώρας που είχε αποφασιστεί παγκοσμίως. Έτσι η διαφορά σε σχέση με το φως του Ήλιου που καθορίζει και τον πραγματικό χρόνο γινόταν πολύ μεγάλη, κυρίως στα δυτικά τμήματα της χώρας και περισσότερο στη Κέρκυρα.
Τα επόμενα χρόνια είχε υιοθετηθεί μια απλή μετατόπιση της ώρας έναρξης λειτουργίας δημόσιων υπηρεσιών και καταστημάτων κατά μισή ώρα, στη χειμερινή περίοδο. Στη δεκαετία όμως του 1970, μόλις δύο χρόνια μετά την ενεργειακή κρίση που ξέσπασε στην Ευρώπη το 1973, αποφασίστηκε η υιοθέτηση του μέτρου της θερινής ώρας από μεγάλο μέρος των κρατών της, συμπεριλαμβανομένης και της Ελλάδας, με έναρξη το 1975. Περισσότερες πληροφορίες θα βρείτε εδώ!