Πόσοι από τους συν-έλληνές μας δεν έχουν παρασυρθεί σε μία έξαρση της ενδημικής προγονοπληξίας τους και δεν έχουν μιλήσει περιφρονητικά για τους συν-ευρωπαίους μας (και όχι μόνον) με το επιχείρημα πως: «όταν εμείς κτίζαμε Παρθενώνες», ή, τέλος πάντων, κάναμε κάτι άλλο αξιοθαύμαστο, «εκείνοι ζούσαν σε σπηλιές και τρώγαν βελανίδια»; Παρασιωπώντας, φυσικά, πως δεν τους κτίζαμε εμείς, αλλά κάποιοι πολύ πιο προκομμένοι πρόγονοί μας.
Και πόσοι άλλοι, πάλι, πιο προσγειωμένοι και νουνεχείς, δεν έχουν καταραστεί αυτόν που διατύπωσε πρώτος αυτό το επιχείρημα που δεν επιτρέπει στους πρώτους να σταθμίσουν πιο ψύχραιμα την κατάσταση και να συνειδητοποιήσουν πως η επίκληση των κατορθωμάτων των αρχαίων ημών προγόνων καταντά προγονοκαπηλία όταν δεν συνοδεύεται από μία προσπάθεια να φανούμε αντάξιοί τους;
Ποιος, όμως, έβαλε τον θεμέλιο λίθο αυτής της ελληναράδικης παράκρουσης;
Ίσως να μην ήταν καν Έλληνας. Ίσως να ήταν ο Ιουστίνος, ο ρωμαίος ιστορικός του 2ου μ.χ. αιώνα. Σε ένα εδάφιο στην «Επιτομή» του των «Φιλιππικών Ιστοριών» του Πομπηίου Τρόγου αναφέρει για τους Αθηναίους (και όχι για όλους τους Έλληνες): «Γιατί είναι μοναδικοί στο να καμαρώνουν για την καταγωγή τους καθώς και την ανάπτυξή τους. Δεν ήταν μετανάστες ή ένα ετερογενές μάζωμα λαών που βρέθηκαν τυχαία μαζί και ίδρυσαν την πόλη· αντίθετα, οι Αθηναίοι γεννήθηκαν από τη γη που κατοικούν και η πατρίδα τους είναι ο τόπος καταγωγής τους. Υπήρξαν οι πρώτοι που δίδαξαν πως να δουλεύεις το μαλλί και τη χρήση της ελιάς και του κρασιού· και όταν οι άνθρωποι έτρωγαν ακόμα βελανίδια οι Αθηναίοι τους έδειξαν πώς να οργώνουν και να σπέρνουν στάρια. Όσο για τη λογοτεχνία και την ρητορική και όλο τον σημερινό πολιτισμό μας – η Αθήνα είναι το ιερό λίκνο τους.»
Μετά από τέτοια λόγια πώς να μην το πάρουμε επάνω μας και να κακομάθουμε;
Discussion about this post