Η φιλοσοφία του Noah Bar, πίσω από το οποίο ο Βασίλης Νικήτας δημιουργεί και οργανώνει (σχεδόν) τα πάντα, είναι εμπνευσμένη από ισπανική αυλή.
Στο πλαίσιο αυτό, ο δραστήριος bar manager φέρνει ορισμένες ισπανικές συνήθειες στην κατανάλωση του αλκοόλ και τις ενώνει με τα ελληνικά και, εν γένει, μεσογειακά γούστα του κοινού. Σαγκρίες (μία κόκκινη, μία λευκή και μία ροζέ), tintos vinos de verano και granizado που ουσιαστικά είναι γρανίτα σορμπέ με βότκα, καρπούζι και τριαντάφυλλα πρωταγωνιστούν και στέκονται επάξια πλάι στα δημιουργικά cocktails του Noah.
Ας σταθούμε λίγο ακόμα στις σαγκρίες που αποτελούν ξεκάθαρο λόγο επίσκεψης στη νέα άφιξη του Πάρκου Ελευθερίας: Η λευκή έχει το sherry που δένει πολύ με ένα λευκό μπίτερ και ένα σιρόπι με μέλι, χαμομήλι και λεμονοθύμαρο. Η ροζέ σαγκρία έχει λικέρ από λευκά ροδάκινα και ένα λικέρ από τριαντάφυλλα και granidura αρμπαρόριζα που δένει πολύ με το λικέρ τριαντάφυλλο.» Έκανα αρκετούς πειραματισμούς γιατί όταν έχεις μια ιδέα στην αρχή και την δοκιμάζεις, μπορεί να βγει κάτι αρκετά διαφορετικό. Στον κατάλογο υπάρχει συνοχή: θα βρεις πρωτότυπα πράγματα, δεν υπάρχουν επαναλήψεις υλικών.»
Προσωπικά, όμως, είμαι μεγάλη φαν των vinos de verano, που κατά λέξη σημαίνουν «κρασιά του καλοκαιριού». Το πρώτο vino de verano έχει ως βάση το Italicus και γαρνίρεται με blueberries και πομέλο. Το δεύτερο είναι το chamberyzette, ένα πολύ ωραίο vermout με φράουλα, ανθρακούχο νερό από μαστίχα και αγγούρι. Το τρίτο είναι το vermout ρόσο από την Πάτρα, με σόδα, μανταρίνι, περγαμόντο και λίγα μπίτερ, με γαρνιτούρα λουίζα και προτοκάλι.
Οι κλάρες τι είναι, Βασίλη; «Ουσιαστικά, μπίρες με διάφορους χυμούς. Υπάρχει η επιλογή με εσπεριδοειδή και Italicus και το αυτή με ιβίσκο και πορτοκάλι.»
Όλα τα κοκτέιλ στο μαγαζί κοστίζουν 11€ καθώς τα περισσότερα υλικά είναι handmade και έχουν δύσκολες παρασκευές. «Σκοπός μας είναι να αφήσουμε μια ωραία γεύση στον πελάτη και να θέλει να το ξαναπιεί και για οικονομικό και για γευστικό λόγο. Εγώ σαν Βασίλης θα έπινα το hand of Noah με το αβοκάντο και το φυστίκι Αιγίνης, επειδή είναι αρκετά ιδιαίτερο.»
Todo sobre Βασίλη Νικήτα
«Σημαντική στροφή και γνώση στην καριέρα μου απέκτησα όταν δούλευα στο TheTrap, που δυστυχώς πλέον δεν υπάρχει. Αρχικά, είχα ξεκινήσει σε μια κρεπερί στην Γλυφάδα όπου γεννήθηκα και μεγάλωσα, μετά μπλέχτηκα με τον καφέ σε ένα μαγαζί στο Παλαιό Φάληρο και μετά πήγα στο κέντρο, στο TheTrap. Ουσιαστικά εκεί ξεκίνησα η πορεία μου.»
Τι σημαίνει, αλήθεια, να είσαι bar manager;
«Bar Manager είναι ένας «σπαστικός» τύπος από του οποίου τα χέρια περνάνε όλα τα οικονομικά ,και όχι μόνο, να φτιάξει ένα gin tonic ή μια ωραία μαργαρίτα. Είναι υπεύθυνος για την οργάνωση και την διοίκηση, γιατί ουσιαστικά πρέπει να διαχειριστεί άτομα. Εκτός από το οργανωτικό κομμάτι όμως, είμαι και πίσω από την μπάρα και ετοιμάζω πράγματα, γιατί θέλω να εμπνέω τα παιδιά και να μαθαίνουν νέα πράγματα από εμένα, όπως κι εγώ από αυτούς.»
Ο Βασίλης, προτού αρχίζει να παίζει πίσω από τις μπάρες, είχε πάθει έναν έρωτα με την μαγειρική. Ήταν παιδί, τότε, αλλά αυτός ο έρωτας συνεχίζει, φυσικά. Από κοπές και ψησίματα, μέχρι αναζήτηση πρώτων υλών, χομπίστικα μαγειρέματα στο σπίτι και δοκιμές σε εστιατόρια, ξεκίνησε να εξερευνά την όλη διαδικασία. Άλλωστε, ανατράφηκε σε ένα σπίτι όπου συνέχεια κάτι μαγειρευόταν: κάποιο γλυκό της μαμάς, κάποιο αλμυρό του μπαμπά…
Ποιος να έλεγε ότι ο φοιτητής του τμήματος Ψηφιακών συστημάτων στο Πανεπιστήμιο Πειραιά θα ανακάτευε σε μερικά χρόνια αλκοόλ και αποστάγματα, συνδυάζοντάς τα με… χειροποίητα chutneys; Κανείς, ίσως. Όταν, όμως, τελείωσε και από τις στρατιωτικές του υποχρεώσεις δεν κατάφερε να σκεφτεί την ζωή του ως προγραμματιστή ή τεχνικό υπολογιστών.
Και να’ μαστε, τώρα, στο ηλιόλουστο, εξωτικό Noah, να σιγοπίνουμε έναν ολόσωστα φτιαγμένο freddo espresso-αχ, αυτός ο Taf!
«Μου αρέσει η επικοινωνία, μου αρέσει να βλέπω τους ανθρώπους να περνάνε καλά. Όχι λόγω των αστείων μου-κάνω πολύ κακά αστεία. Λόγω της ατμόσφαιρας που επικρατεί στο μαγαζί όπου εργάζομαι και των ποτών που πίνει ο κόσμος.»
Με τον Βασίλη Στεφανάκη, έναν από τους ιδιοκτήτες του Noah, γνωρίζονταν από παλαιότερα. Μάλιστα, ο Βασίλης Νικήτας έβαλε το χεράκι του στο κομμάτι του bar του Lost Athens, του εστιατορίου που διατηρεί ο Στεφανάκης στο Παγκράτι, από κοινού με άλλους δύο συνεταίρους. Το project, όμως, του bar management σε μια μεγάλη και απαιτητική μπάρα όπως αυτή του Noah είναι το πιο μεγαλεπίβολο που έχει αναλάβει μέχρι στιγμής.
Ο άνθρωπος που έχω απέναντί μου είναι τόσο νέος (είναι κάτω από 30 ετών), τόσο φέρελπις. Κερδίζοντας εμπιστοσύνη συνεργατών και συνδυάζοντας το ταλέντο του με την σκληρή δουλειά. Ο Βασίλης εργάζεται και σε μια εταιρεία catering, σε μια από τις εκδηλώσεις της οποίας σέρβιρε την Βασίλισσα Σοφία!
«Όποιον και να έχεις να σερβίρεις, όμως, από έναν… βασιλιά, μέχρι έναν ανώνυμο περαστικό, πρέπει, κατά την άποψή μου, όλα να λειτουργούν στην εντέλεια. Από τον τρόπο που θα πεις την καλημέρα ή την καλησπέρα, μέχρι το προϊόν που θα σερβίρεις και τον λόγο που, τελικά, θα προσφέρεις στον άλλον για να σε ξαναπροτιμήσει . Όταν ένας επισκέπτης φεύγει χαρούμενος και έχει ολοκληρωθεί σωστά η όλη εμπειρία του, αυτή είναι η αγαπημένη μου στιγμή πάνω στην δουλειά!»
Συζητάμε κι άλλα, κι άλλα, κι άλλα. Μέχρι που ο Βασίλης πρέπει να πάει πίσω από την μπάρα να ελέγξει κάποια πράγματα. Σε είκοσι λεπτά, έχει έτοιμα μερικά classic cocktails για δοκιμή και με καλεί να διαλέξω ένα. Παίρνω το cosmopolitan-ένα από τα καλύτερα που έχω πιει, τουλάχιστον για τις δικές μου γεύσεις, ελαφρώς ξινό δηλαδή.
«Βασίλη!», «Βασίλη!», τον ζητούν οι συνεργάτες του. Τους παρακολουθώ να δουλεύουν πυρετωδώς-πλακώνει και κόσμος!-όσο πίνω το cocktail μου και αφήνω το Noah έχοντας χαλαρώσει και αναζωογονηθεί. Έξω, μαίνεται καυτό, αθηναϊκό μεσημέρι, αλλά πλέον έχω όλα όσα χρειάζομαι για να το αντιμετωπίσω: δροσιά εντός μου και μια συνέντευξη να απομαγνητοφωνήσω και να δημοσιεύσω.
Cheers!