Η μουσική παράσταση «Τραγούδια για τους σκοτεινούς καιρούς», που παρουσιάζεται στο Ολύμπια-Δημοτικό Μουσικό Θέατρο Μαρία Κάλλας, είναι ένα ταξίδι στη μουσική και την ατμόσφαιρα του Μεσοπολέμου.
Ανιχνεύει τις αντιφάσεις και τα συναισθήματα μιας ταραχώδους εποχής και ψάχνει αναλογίες με το σήμερα. Με την καθοδήγηση του Μάρκελλου Χρυσικόπουλου στη μουσική διεύθυνση, τις ενορχηστρώσεις του Πάνου Ηλιόπουλου και τη σκηνοθεσία του Στέφανου Δρουσιώτη, το έργο δίνει φωνή σε μια περίοδο έντονης κοινωνικής και καλλιτεχνικής αναζήτησης. Σήμερα μιλάμε με τους συντελεστές της παράστασης για τη μουσική, τη δραματουργία και τη διαχρονικότητα των θεμάτων που θίγει η παράσταση.
Μάρκελλος Χρυσικόπουλος – Μουσική Διεύθυνση

Στην παράσταση συνυπάρχουν συμφωνικές και καμπαρέ επιρροές. Πώς προσεγγίσατε αυτή τη σύζευξη;
Το καμπαρέ και η jazz ήταν ήδη από την εποχή του Μεσοπολέμου μια νέα κοινωνική και μουσική πραγματικότητα. Αυτές οι επιρροές εκδηλώνονται, σε μικρό ή μεγάλο βαθμό, στους περισσότερους «κλασικούς» συνθέτες της εποχής, είτε μιλάμε για τον Σαίνμπεργκ, είτε για τον Τσεμλίνσκυ και τον Κρένεκ. Στην ουσία, δεν χρειάστηκε να μπολιάσουμε το ρεπερτόριο με κάποια εξωγενή στοιχεία. Η λεγόμενη «μουσική των μαύρων», όπως και άλλες επιρροές από την Αμερική, δεν άφησαν αδιάφορο σχεδόν κανέναν μεγάλο συνθέτη της εποχής του Μεσοπολέμου, μέχρι που, με την επέλαση του φασισμού, χαρακτηρίστηκαν ως «διεφθαρμένη» τέχνη. Αυτή η σύζευξη σοβαρής και ελαφριάς μουσικής είναι σε κάποιους συνθέτες ανεπαίσθητη, ενώ σε άλλους πιο διακριτή, στα όρια ενός σαφούς δίπολου. Για να δώσω ένα οικείο παράδειγμα, αρκεί να αναλογιστούμε την περίπτωση του Ιωάννη Κωνσταντινίδη, που σπούδασε στο Βερολίνο εκείνη την περίοδο και έγραψε πλήθος «ελαφρών» τραγουδιών, υπογράφοντας όμως ως Κώστας Γιαννίδης.
Η παράσταση επικεντρώνεται σε μια εποχή μεγάλης αβεβαιότητας. Βλέπετε αναλογίες με το σήμερα; Αν ναι, πώς αποτυπώνονται στο «Τραγούδια για τους σκοτεινούς καιρούς»;
Βεβαίως υπάρχουν πάρα πολλές ομοιότητες και αυτό ήταν εξάλλου το έναυσμα. Καταρχάς, η αβεβαιότητα σε κάθε τομέα, αλλά πρωτίστως η αβεβαιότητα και η αστάθεια που εκφράζεται στην καθημερινή ζωή με οικονομικό και προφανώς πολιτικό τρόπο. Άλλη ομοιότητα είναι ο εμπλουτισμός της τέχνης χάρη στις έξωθεν επιρροές και πιο συγκεκριμένα η αναζήτηση όχι μόνο μιας νέας γλώσσας ή καινούργιων μέσων στην έκφραση, αλλά με αφορμή αυτά, η αναζήτηση των ορίων της lingua franca της εποχής. Επίσης, σε κοινωνικό αλλά και καλλιτεχνικό επίπεδο, η αμφισβήτηση προς τις καθιερωμένες νόρμες για την ταυτότητα φύλου, τον σεξουαλικό προσανατολισμό και την διεμφυλικότητα. Η αποτύπωση όλων αυτών πάντως δεν γίνεται, ή έτσι θέλω να πιστεύω, με μια παράθεση κακουχιών έτσι όπως αυτές εκφράζονται, ρεαλιστικά ή και όχι, μέσα από έργα και τραγούδια της ευρύτερης περιόδου του μεσοπολέμου. Περισσότερο μας ενδιαφέρει το πως εμείς τα εισπράττουμε κατ’ αντιστοιχία, πως εθελοτυφλούμε και πως εν τέλη τροφοδοτούμαστε, ακόμη και τώρα, από μια έωλη ελπίδα για το μέλλον.
Πάνος Ηλιόπουλος – Διασκευές / Ενορχηστρώσεις

Ποιο στοιχείο της παράστασης θεωρείτε ότι θα εκπλήξει περισσότερο το κοινό, είτε μουσικά είτε δραματουργικά;
Υπάρχουν πολλά! Δεν θέλω να κάνω spoiler, αλλά το πιο σημαντικό είναι ίσως το ότι παρουσιάζουμε στην παράστασή μας το περίφημο Adagietto από την 5η συμφωνία του Γκούσταβ Μάλερ με τους στίχους που έγραψε ο ίδιος για την αγάπη του στην Άλμα Μάλερ ―στίχοι που δεν ακούγονται φυσικά στην συμφωνική μορφή του έργου, αλλά που έχουν επιβιώσει στις σημειώσεις του Μένγκελμπεργκ, και δίνουν μια τελείως διαφορετική διάσταση στο εν λόγω έργο, που έχει κατά τ’ άλλα συνδεθεί με πένθιμα συγκείμενα, ενώ στην ουσία πρόκειται για ένα ερωτικό τραγούδι.
Πώς ισορροπήσατε ανάμεσα στη διατήρηση της αυθεντικότητας των έργων και στη δημιουργία μιας νέας, ενιαίας ηχητικής ταυτότητας;
Η έννοια της «αυθεντικότητας» είναι κάτι τόσο άπιαστο, ώστε όποιος υπονοήσει ότι το επιτυγχάνει, είναι –το λιγότερο– ύποπτος για τις προθέσεις του. Στην παράστασή μας δεν προσπαθούμε να «αναπαράγουμε» το Βερολίνο του μεσοπολέμου, απλά εμπνεόμαστε από αυτό για να αναδείξουμε τα άγνωστα μικρά διαμάντια που έχει να επιδείξει η καλλιτεχνική του παραγωγή, ιδωμένα από μια νέα σκοπιά, σε μία παράσταση με ένα δραματουργικό τόξο που τα ενώνει σε ένα ενιαίο όσο και πολυποίκιλο σύνολο.
Στέφανος Δρουσιώτης – Σκηνοθεσία / Εικαστική Επιμέλεια / Σχεδιασμός Φωτισμού

Η μουσική της παράστασης αντλεί έμπνευση από το Βερολίνο του Μεσοπολέμου. Ποια ήταν η μεγαλύτερη πρόκληση στη μεταφορά αυτής της ιστορικής περιόδου και ατμόσφαιρας στη σκηνή;
Η μουσική της παράστασης είναι πρώτα από όλα ένα πραγματικά αξιοθαύμαστο μουσικό συναπάντημα του Μάρκελλου Χρυσικόπουλου, του Πάνου Ηλιόπουλου, του Ergon Ensemble και φυσικά της πραγματικά υπέροχης Αφροδίτης Πατουλίδου. Είναι αληθινά όμορφο αυτό που συμβαίνει ανάμεσά τους στη σκηνή. Για τα ίδια τα μουσικά έργα της εποχής τι μπορεί στ’ αλήθεια να πει κανείς; Είναι αξιοθαύμαστο το πώς αυτά τα έργα κατάφεραν να αποκρυσταλλώσουν τόσο φως, σκληρό φως, μέσα σε τόσο σκοτάδι. Η εικαστική προσέγγιση του έργου, το χτίσιμο της ατμόσφαιράς του δηλαδή, ξεκινάει κυρίως από αυτό: από το πώς η μουσική της εποχής αυτής αναπνέει μέσα από την ελπίδα ενός νέου κόσμου που ανατέλλει, ο οποίος, παρόλη τη σκληρότητά του, επιμένει να κρατάει το χαμόγελο μαλακό και το βλέμμα πεντακάθαρο.
Συντελεστές παράστασης:
ΜΑΡΚΕΛΛΟΣ ΧΡΥΣΙΚΟΠΟΥΛΟΣ αρχική σύλληψη / μουσική διεύθυνση
ΠΑΝΟΣ ΗΛΙΟΠΟΥΛΟΣ διασκευές / ενορχηστρώσεις
ΣΤΕΦΑΝΟΣ ΔΡΟΥΣΙΩΤΗΣ σκηνοθεσία / εικαστική επιμέλεια / σχεδιασμός φωτισμού
ερμηνεύει η ΑΦΡΟΔΙΤΗ ΠΑΤΟΥΛΙΔΟΥ υψίφωνος
με το ERGON ENSEMBLE: ΚΩΣΤΑΣ ΤΖΕΚΟΣ κλαρινέτο, ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΝΤΑΚΟΒΑΝΟΣ φαγκότο, ΑΝΔΡΕΑΣ-ΡΟΛΑΝΔΟΣ ΘΕΟΔΩΡΟΥ τρομπόνι, ΠΑΝΟΣ ΗΛΙΟΠΟΥΛΟΣ πιάνο / live electronics, ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΠΑΝΑΓΙΩΤΙΔΗΣ βιολί, ΔΗΜΗΤΡΑ ΤΡΙΑΝΤΑΦΥΛΛΟΥ βιολί, ΚΡΥΣΤΑΛΙΑ ΓΑΪΤΑΝΟΥ βιόλα, ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΤΡΑΥΛΟΣ τσέλο, ΝΙΚΟΣ ΤΣΟΥΚΑΛΑΣ κοντραμπάσο