Το τραγούδι της ημέρας παίρνει φόρα και θα αρχίσει να προσγειώνεται στην αρχική σας σε ανύποπτο χρόνο. Η ιδέα είναι απλή: κάποιες μέρες και κάποια γεγονότα που θέλουμε να θυμόμαστε, τα συνδέουμε με τραγούδια κι έτσι, γιορτάζουμε –ή πενθούμε– με τον πιο ωραίο τρόπο, με τον πιο αληθινό τρόπο που ξέρουμε (και το κάνουμε έτσι κι αλλιώς)· μουσικά.
Κάτω απ’ τη μαρκίζα – Βίκυ Μοσχολιού
Στίχοι: Μάνος Ελευθερίου
Μουσική: Γιάννης Σπανός
1η ερμηνεία: Βίκυ Μοσχολιού
Έτος Κυκλοφορίας: 1977
Άλμπουμ: Η Βίκυ Μοσχολιού Τραγουδά Σπανό
Σήμερα ετοιμάστηκα να γράψω για το «Θα ’ταν 12 του Μάρτη» των Μπουρμπούλη–Κουγιουμτζή και τον θάνατο του μεγάλου συνθέτη, αλλά πριν μισή ώρα, αποφάσισα ότι μ’ αρέσει περισσότερο να γιορτάζω τις γεννήσεις, παρά να θυμάμαι τους θανάτους (toxic positivity;). Οπότε, μόλις είδα ότι σαν σήμερα γεννήθηκε ο Μάνος Ελευθερίου, σκέφτηκα ένα από τα αγαπημένα μου, ένα από τα πιο υπογείως θυελλώδη τραγούδια που μας χάρισε, σε μουσική του Γιάννη Σπανού και ερμηνεία –ας μου συγχωρεθεί η ύβρις– της Βικάρας (Βικάρα την έλεγαν βέβαια τη Μοσχολιού, έτσι κι αλλιώς, γιατί ήταν ψυχάρα). Σήμερα ακούμε το «Κάτω απ’ τη Μαρκίζα» και το αφιερώνουμε εξαιρετικά σ’ εκείνους που πιο πολύ έχουμε ανάγκη να ακούσουμε, αλλά σιωπούν.
Ό,τι από σένα τώρα έχει μείνει
σε μια φωτογραφία της στιγμής
είναι αυτό που δεν τολμούν τα χείλη
σ’ εκείνο το τοπίο της βροχής
Ο Μάνος Ελευθερίου υπήρξε ένας από τους σημαντικότερους σύγχρονους δημιουργούς: στιχουργός, ποιητής, μυθιστοριογράφος, ζωγράφος, ιστορικός και επιμελητής. Ανάμεσα στα έμμετρα διαμάντια που μας χάρισε είναι και τα: Παραπονεμένα λόγια, Οι ελεύθεροι κι ωραίοι, Στων αγγέλων τα μπουζούκια, Άλλος για Χίο τράβηξε, Μαλαματένια λόγια, Δεν είμαι άλλος, Ο χάρος βγήκε παγανιά, ο Άμλετ της σελήνης. Τραγούδια που άντεξαν κι αντέχουν στο χρόνο, που άλλαξαν κάτι μέσα στην ελληνική πραγματικότητα. Στίχοι-πάταγοι μέσα στην εκάστοτε μουσική. Ο απλός, ο γλυκός Μάνος Ελευθερίου είναι ακόμα παντού. Με την ευαισθησία του, με την μεγάλη αγάπη του στον Άμλετ (όλοι οι συγγραφείς έχουν μια τέτοια εμμονή, ο Μπουκόφσκι είχε τις μπίρες του, ο Ελευθερίου είχε τον Άμλετ) με τους βαθιά προσωπικούς και γι’ αυτό πανανθρώπινους στίχους του.
Όλα μου λεν πως έχεις κιόλας φύγει
κι ας λάμπει η ξενοιασιά της εκδρομής.
Εσύ όπου να πας, σ’ όποιο ταξίδι,
σε λάθος στάση θα κατεβείς
Δεν είχε νόημα να γράψω κι εγώ για τα Μαλαματένια λόγια, το ’χουν άλλωστε κάνει πολύ μεγαλύτεροι και σπουδαιότεροι και δεν θα είχα να προσθέσω απολύτως τίποτα, πέρα από μια παρότρυνση να κάνετε μερικές γενναίες βουτιές-ακροάσεις στην διασκευή του Παύλου Παυλίδη από τον δίσκο «Πέρα από τη Θάλασσα» (2023). Γι’ αυτό σήμερα μιλάμε για το «Κάτω απ’ τη μαρκίζα» που μυρίζει βροχή και φθινόπωρο και κάθε που επιστρέφω σ’ αυτό, βουτάω και λίγα μέτρα πιο βαθιά του.
Με τόσο λίγα λέει τόσα πολλά. Δεν έχει ρεφραίν, δεν κραυγάζει, απλώς διηγείται μια ιστορία. Απλά αλλά σπαρακτικά. Ερωτικά.
Χρόνια μετά και κάτω απ’ τη μαρκίζα
σε βρήκα που ’ρθες για να μη βραχείς,
ίδια η βροχή τα μάτια σου τα γκρίζα
μα τίποτα, όπως πάντα, δε θα πεις
Μονάχα εγώ ρωτώ χωρίς ελπίδα
πού μένεις, πού κοιμάσαι και πώς ζεις,
κι εσύ που ξέρεις όσα η καταιγίδα
δεν έχεις κάτι για να μου πεις
Δυο τσαλακωμένες υπάρξεις (η αφηγήτρια περισσότερο), που έτρεξαν να προφυλαχτούν από την ξαφνική καταιγίδα και ξανασυναντήθηκαν έτσι, τυχαία, καιρό μετά την ερωτική τους ιστορία, κάτω από μια μαρκίζα. Κι εκείνος, ο Άλλος, δεν μιλά. Αυτός «που ξέρει όσα η καταιγίδα», αυτός το φυσικό φαινόμενο, αυτός ο μονάκριβος με τα βρόχινα μάτια, δεν λέει κουβέντα. Πόση απόγνωση μέσα σ’ αυτήν τη σιωπή. Θεατρικότατη σκηνή, απόλυτης έντασης και συγκίνησης.
Ο Μάνος Ελευθερίου με τα ποιήματά του μιλούσε πάντα σε κάποιον, σε κάποια και σε όλους μας ταυτόχρονα. Έλεγε πως με τα γραπτά του ξοφλάει τα χρέη της καρδιάς. Κι αυτό το τραγούδι το νιώθω να ανήκει εκεί, να είναι ένα χρωστούμενο. Στο παρελθόν που μπαίνει στις ζωές μας απροειδοποίητα και άγρια. Κι άντε μετά να συνέλθεις.
Η ιστορία είναι γνωστή, αλλά ας την μεταφέρω επιγραμματικά. Η περίφημη Μαρκίζα που αναφέρει το τραγούδι ήταν, σύμφωνα με μια συνέντευξη του ποιητή, εκείνη του Ξενοδοχείου Παλλάδιον (του αρχιτέκτονα Παναγιώτη Ζίζηλα, χτισμένη το 1915) και μετέπειτα Metropolis. Πανεπιστημίου 54 και Εμμανουήλ Μπενάκη γωνία. Διηγείται: «Ένα απόγευμα, που είχα πιει λίγο παραπάνω – για να μη πω πως ήμουν τελείως μεθυσμένος- κάθισα κι έγραψα! Εκείνη την εποχή διάβαζα ένα μυθιστόρημα του Γιάγκου Πιερίδη. Αφορούσε ένα ζευγάρι που είχε χωρίσει και συναντήθηκε, μετά από χρόνια, κάτω από μια μαρκίζα μια βροχερή μέρα και σχεδόν δεν θυμούταν ο ένας τον άλλο! Είχα και εγώ μια εμπειρία: Βροχή και εγώ στην Πανεπιστημίου βρεγμένος μέχρι το κόκκαλο, τρέχω κάτω απ’ τη μαρκίζα του «Metropolis» και κοιτάζω τη βροχή. Η ανάμνηση αυτής της σκηνής συνδέθηκε με τη σκηνή του τραγουδιού»
Κι η Μοσχολιού, η μεγάλη, με τη μελαγχολική βραχνή χροιά της, ο «ογκόλιθος» του ελληνικού τραγουδιού, όπως τη χαρακτήριζε ο Μίκης Θεοδωράκης, μας χαρίζει μια αξέχαστη ερμηνεία εδώ. Νομίζεις ότι είναι κι αυτή ακόμα μούσκεμα από την νεροποντή. Εκφραστική, γενναιόδωρη, γεμάτη συναίσθημα.
Απλά, συγκλονιστικό. Καθόλου απλά. Συγκλονιστικό.