Ακούγεται με τόνο ειρωνικό, με διάθεση δηκτική. Ξεκίνησε μετά τη δεύτερη εκλογική νίκη της ΝΔ και κορυφώνεται, όποτε προκύπτει κάτι που πλήττει την αξιοπιστία της κυβέρνησης, συχνά-πυκνά δηλαδή. Αφορά όσες και όσους στο φαντασιακό κάποιων συνθέτουν το 41% που έδωσε τη νίκη στη ΝΔ. Είναι οι «κυρ-Παντελήδες», οι σύγχρονοι «νοικοκυραίοι».
Ουσιαστικά, όμως, απευθύνεται σε όλες και όλους που δεν ταυτίζονται εκλογικά με ό,τι οι φορείς της ανωτέρω φρασεολογίας πολιτικά και ιδεολογικά υποστηρίζουν. Αυτές και αυτούς που δεν συμφωνούν με την άποψη που κυκλοφορεί τελευταία «ας πέσουν αυτοί και ό,τι κι αν προκύψει καλύτερο θα είναι». Ουσιαστικά, είναι μία νύξη προς το σύνολο πολιτών που συνθέτει το σύγχρονο κοινωνικό κέντρο.
Καταρχάς, ας προσδιορίσουμε λίγο την έννοια «νοικοκυραίος» που, αρχής γενομένης από τον ΣΥΡΙΖΑ του Αλ. Τσίπρα, επέστρεψε στον δημόσιο διάλογο. Κατά τον Ηλία Ιωακείμογλου είναι μια έννοια που «δεν έχει περάσει ακόμη στα λεξικά. Είναι προϊόν της γενικής αριστερής διανόησης, κατασκευασμένο για να στηλιτεύσει ένα ιδιαίτερο είδος νοικοκύρη, του οποίου η συμπεριφορά καθοδηγείται από τις ηθικές αξίες και τις ιδέες της δεξιάς. Αυτός φροντίζει πρώτα τον εαυτό του, μετά την οικογένειά του, και ίσως μετά να φροντίσει και άλλους, εάν του περισσέψουν ο χρόνος, το χρήμα και η διάθεση. Για τον Νοικοκυραίο, η κοινωνία δεν υπάρχει». Σε μια πιο επιθετική προσέγγιση, είναι ο μικροαστός με φασίζουσες τάσεις, που μισεί ό,τι δεν του μοιάζει. Όχι αυτός που απλώς διάγει ήσυχο οικογενειακό και επαγγελματικό βίο, αλλά αυτός που, μισώντας την αλλαγή, ταυτίζεται με κάθε τι απολυταρχικό που του εξασφαλίζει μια φαινομενική ηρεμία. Είναι επίσης ο ακαλλιέργητος, αστοιχείωτος, αμόρφωτος Έλληνας, που επιλέγει με μοναδικό κριτήριο το προσωπικό όφελος και μόνο, αδιαφορώντας για το σύνολο.
Επαγγελματικά, ο όρος αφορούσε μια κοινωνική ομάδα που βασιζόταν στη μικροϊδιοκτησία, την αυτοαπασχόληση, τη βιοτεχνία, τις πελατειακές σχέσεις, τον καλό γάμο, την εκμετάλλευση μεταναστών και λοιπών κοινωνικά αδυνάμων. Υποστηρικτής των συντηρητικών κοινωνικών αξιών και φοβικός προς το μέλλον και την πρόοδο.
Και τώρα ας δούμε κατά πόσον αυτά τα χαρακτηριστικά μπορούν να αποτυπώσουν το σύγχρονο κοινωνικό κέντρο. Δεν αναφέρομαι εδώ σε σταθερούς ή παραδοσιακούς ψηφοφόρους του κυβερνώντος κόμματος, αλλά σε πολίτες που ψήφισαν εν τέλει τη ΝΔ ελλείψει άλλων επιλογών – και ενδέχεται να το πράξουν ξανά.
Είναι κατά βάση άνθρωποι ευρωπαϊστές, που πιστεύουν βαθιά ότι οι ευρωπαϊκές αξίες και η φιλελεύθερη δημοκρατία είναι βασική προϋπόθεση της προόδου. Είναι άνθρωποι που στήριξαν προοδευτικούς νόμους και πολιτικές, όπως ο γάμος των ομόφυλων ζευγαριών, και δεν διαμορφώνουν εκλογικό κριτήριο με λαϊκιστικούς αφορισμούς. Για αυτό και δεν συγκινούνται από τον ναρκισσευόμενο επιθετικό λόγο συγκεκριμένης επίδοξης ηγέτιδας, φανερά ερωτευμένης με τη χροιά τής φωνής της. Οι περισσότεροι έχουν ακαδημαϊκή κατάρτιση –και δεν αναφέρομαι σε ένα απλό πτυχίο/πιστοποίηση– και δεν αυτοπροσδιορίζονται ως δεξιοί, ούτε συγκινούνται από το τρίπτυχο «πατρίς-θρησκεία-οικογένεια». Για αυτούς άλλωστε υπάρχουν εκλογικές στέγες, είναι αυτές που εμπορεύονται κηραλοιφές και επιστολές τού Ιησού σε σπιράλ έκδοση, που επιτίθενται σε εκθέσεις τέχνης και στο δικαίωμα στην άμβλωση, που χορεύουν «anxiety» με την ασφάλεια του μισθού της ευρωβουλεύτριας. Δουλεύουν κατά βάση στην ελεύθερη αγορά και αντιλαμβάνονται με σαφήνεια ότι η δική τους ευημερία είναι προϊόν της κοινωνικής ευημερίας. Κάτι σαφές από την εποχή τού Θουκυδίδη ακόμα. Για αυτούς η ύπαρξη της κοινωνίας είναι προαπαιτούμενη της δικής τους.
Είναι προφανές ότι επιζητούν μια πολιτική επιλογή που να είναι φορέας προγραμματικού λόγου και όχι συνθηματολογίας ή λαϊκισμού που απευθύνεται σε πρωτογονικά ένστικτα. Ο χώρος τού πολιτικού κέντρου στην Ελλάδα είναι ελλιπέστερος από ποτέ. Για τον λόγο αυτόν είναι απαραίτητη η δημιουργία ενός νέου κόμματος που θα απευθύνεται στους πολίτες αυτούς, τους οποίους επιτρέψτε μου να χαρακτηρίζω ως ορθολογικό κέντρο. Αν αυτό δεν προκύψει, τότε δυστυχώς ίσως οι πολίτες αυτοί στραφούν με μισή καρδιά εκ νέου προς τη ΝΔ. Προβληματικό σίγουρα, αλλά όχι αποτέλεσμα κοινωνικής αναισθησίας, όπως τούς καταλογίζουν. Αποτέλεσμα σαφούς αισθήματος κοινωνικής ευθύνης.