Υπάρχει μία απόσταση ανάμεσα σε όσα δημοσιεύονται στα σόσιαλ και όσα συζητούν μερίδες της κοινωνίας. Πολλά ερωτήματα, αρκετές απόψεις και ορισμένοι προβληματισμοί (άλλα αφελή, άλλα καλοπροαίρετα και άλλα κακοπροαίρετα) γεννούν εκρηκτικές αντιπαραθέσεις.
Θέτουμε διάφορες θέσεις και ερωτήματα στην Δανάη Λιοδάκη, και εκείνη δίνει την δική της απάντηση.
Μήπως ανάμεσα στις αποκαλύψεις που γίνονται το τελευταίο διάστημα υπάρχουν αρκετές που ο σκοπός είναι να κερδίσουν δημοσιότητα οι καταγγέλλοντες και άρα εκμεταλλεύονται για ίδιον όφελος κάτι που είχε συμβεί πριν πολύ καιρό;
Η προσωπική μου εκτίμηση είναι ότι καμία γυναίκα δεν μπαίνει σε αυτήν την διαδικασία έκθεσης, έντασης και δημιουργίας εχθρών σε θέσεις εξουσίας, απλά για την δημοσιότητα ή για να ακολουθήσει μια μόδα.
Ωστόσο, όποιο και αν είναι το κίνητρο της κάθε καταγγέλλουσας ή του κάθε καταγγέλλοντος, το θέμα είναι να γίνονται αυτές οι αποκαλύψεις ώστε να αλλάζουν οι πρακτικές και οι σχέσεις ανάμεσα στους ανθρώπους, να αλλάζει το τι θεωρείται αποδεκτό ή ακόμα και διανοητό στις σχέσεις των δύο φύλων, στις εργασιακές σχέσεις και συνολικά στην κοινωνία.
Το προσωπικό κίνητρο μου είναι αδιάφορο μπροστά στην κοινωνική κίνηση που δημιουργούν οι αποκαλύψεις αυτές.
Υπάρχει μία υπερβολή στις καταγγελίες που μπορεί να αφορούν από έναν βιασμό έως και ένα σεξουαλικό υπονοούμενο; Μήπως έτσι δεν υπάρχει διάκριση ανάλογα την σοβαρότητα των ζητημάτων;
Νομίζω πως αυτό είναι ένας έντεχνα δημιουργημένος μύθος, καθώς δεν έχω ακούσει καμία δημόσια καταγγελία που να αφορά ένα αθώο υπονοούμενο. Πιστεύω ότι επίτηδες χτίζεται αυτή η αφήγηση της υπερβολής, ενώ αυτά τα περιστατικά είναι αν όχι ανύπαρκτα, ελάχιστα.
Παρόλα αυτά, δεν είναι δική μας δουλειά να κρίνουμε και να αξιολογήσουμε την σημασία αυτών των καταγγελιών και πόσο μπορεί να επηρέασαν την ζωή των καταγγελλουσών. Δεν είναι με κανέναν τρόπο αντιπαραθετικά με την καταγγελία άλλων «σοβαρότερων» περιστατικών έμφυλης βίας.
Ίσα ίσα, το να αποκαλύπτεται πως όλες σχεδόν οι γυναίκες έχουμε πέσει θύματα τέτοιων συμπεριφορών – σοβαρότερων ή ηπιότερων – που έχουν ως αίτιο καταπιεστικές πατριαρχικές συμπεριφορές, μόνο συμβάλει στην αναγνώριση της προβληματικής κατάστασης και έτσι και στην υπόθεση της γυναικείας χειραφέτησης.
Το να βομβαρδιστούν με καταγγελίες τα αστυνομικά τμήματα, οι δομές του κράτους, διάφορες ομάδες που ασχολούνται με όλα αυτά μήπως είναι πιο σωστό από την υπέρμετρη χρήση του σόσιαλ;
Νομίζω πως επίσης αυτές οι δύο πρακτικές δεν είναι αντιπαραθετικές. Το θεωρώ πολύ σημαντικό να γίνουν και καταγγελίες επίσημα και κάποιοι να οδηγηθούν στο δικαστήριο, ωστόσο δεν μπορούμε να πιέσουμε καμία και κανέναν να μπει σε μια δικαστική διαδικασία αν για οποιονδήποτε λόγο δεν είναι έτοιμη ή διαθέσιμη για κάτι τέτοιο.
Η χρήση των social ή ακόμα και άλλων πιο παραδοσιακών μέσων, όπως η τηλεόραση, αποσκοπεί περισσότερο στην ηθική και κοινωνική δικαίωση των θυμάτων και όχι στην απόδοση νομικής δικαιοσύνης. Πιστεύω πως εμείς ως κοινωνία μπορούμε να έχουμε άποψη και δράση απέναντι σε τέτοια φαινόμενα χωρίς απαραιτήτως να έχει αποφανθεί ένα δικαστήριο για αυτά.
Το να ασκείς κριτική σε ένα θύμα βιασμού πως δεν μίλησε για να εξαργυρώσει μία θέση είναι δικαίωμα ή κάτι τέτοιο είναι μία εκ του ασφαλούς τοποθέτηση;
Ασφαλώς και είναι μια εκ του ασφαλούς τοποθέτηση. Σίγουρα δεν συνυπολογίζει την κοινωνική πίεση που δέχεται ένα θύμα βιασμού και τις κοινωνικές συνθήκες που δεν του επιτρέπουν να το καταγγείλει. Δεν αναγνωρίζει ότι πολλές φορές οι ίδιες οι δομές που δέχονται τις καταγγελίες είναι πατριαρχικές και συχνά τα θύματα δεν βρίσκουν το δίκιο τους και αντίθετα αντιμετωπίζονται με απαξίωση.
Επίσης, δεν αναγνωρίζει ως προβληματική την συμπεριφορά του θύτη που δεν θα έπρεπε εξαρχής να ζητάει σεξουαλικά ανταλλάγματα προσφέροντας θέσεις ή επαγγελματική ανέλιξη. Όταν καταγγέλλεται ένα έγκλημα, το πρόβλημα είναι το έγκλημα και ο θύτης και μόνο αυτός. Το να κατηγορείται με οποιονδήποτε τρόπο ή για οποιονδήποτε λόγο το θύμα, είναι απαράδεκτο και επικίνδυνο.
Θεωρείτε ότι πλέον και οι άντρες είναι θύματα σεξουαλικών παρενοχλήσεων ή ψυχολογικής βίας;
Φυσικά και είναι. Η σεξουαλική παρενόχληση και η άσκηση ψυχολογικής βίας μπορούν να έχουν αποδέκτη οποιονδήποτε άνθρωπο βρίσκεται σε αδύναμη ή μειονεκτική θέση οποιαδήποτε στιγμή. Ωστόσο, είναι πολύ λιγότερο συχνό αυτό το φαινόμενο και αυτό νομίζω ότι έχει σημασία. Η σεξουαλική παρενόχληση εγγράφεται τις περισσότερες φορές στο πλαίσιο της έμφυλης βίας και έχει ως θύματα γυναίκες.
Ακόμα και τις φορές όμως που το θύμα δεν είναι γυναίκα, συνήθως ο θύτης είναι άντρας. Και αυτό είναι το πρόβλημα. Οι παραβιαστικές συμπεριφορές αυτής της φύσης έχουν ως αίτιο την πατριαρχία και την κουλτούρα που αυτή εμφυσά στα δύο φύλα και κυρίως στους άντρες. Το θέμα είναι το ξεπέρασμα αυτής της κουλτούρας συνολικά, ώστε να μην έχουμε θύματα σεξουαλικής παρενόχλησης και ψυχολογικής βίας από κανένα φύλο, ηλικία ή συνθήκη και αν προέρχονται.